Ο θρύλος της ακρόπολης Cổ Loa στο Ανόι του Βιετνάμ
Πρόκειται για μια από τις πιο διάσημες ιστορίες αγάπης στο Βιετνάμ. Οι χαρακτήρες υπήρξαν στην πραγματικότητα και η ιστορία βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα, που διαδραματίστηκαν τον 3ο αιώνα π.Χ. στην ακρόπολη Cổ Loa, πρωτεύουσα του κράτους Âu Lạc, που σήμερα βρίσκεται στην περιοχή Dong Anh, στο Ανόι, περίπου 17 χιλιόμετρα βόρεια από το κέντρο της πόλης.
Σύμφωνα με ιστορικά αρχεία, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του An Dương Vương, η ακρόπολη Cổ Loa ήταν στρατιωτικό προπύργιο, η στρατηγική θέση της οποίας επέτρεπε να επιβλέπει τόσο το εύφορο δέλτα όσο και τα γύρω βουνά, καθιστώντας την έναν κρίσιμο εμπορικό κόμβο για την πρόσβαση σε μεγάλες πλωτές οδούς μεταξύ του Κόκκινου Ποταμού και του ποταμού Thai Binh. Παραμένει μέχρι και σήμερα ο αρχαιότερος αστικός χώρος στο Βιετνάμ και ένας από τους αρχαιότερους στη Νοτιοανατολική Ασία. Το 1962, η ακρόπολη Cổ Loa χαρακτηρίστηκε εθνικό ιστορικό και πολιτιστικό μνημείο από την κυβέρνηση του Βιετνάμ.
Σύμφωνα με το μύθο, η ακρόπολη Cổ Loa, η οποία χαιρετίζεται από τους αρχαιολόγους ως η παλαιότερη, μεγαλύτερη και με μοναδικό τρόπο σχεδιασμένη οχύρωση στην ιστορία του Βιετνάμ, είχε αρχικά εννέα τοίχους σε σχήμα σπειροειδούς σχήματος, αν και μόνο τρεις παραμένουν σήμερα. Τα εξωτερικά τείχη εκτείνονται σε 8 χιλιόμετρα, κατά μέσο όρο 3 - 4 μέτρα σε ύψος, με ορισμένα τμήματα ύψους 8 μέτρων. Η μέθοδος οικοδόμησης έχει χαρακτηριστεί μοναδική: καθώς έσκαβαν τη γη, δημιουργούσαν τις τάφρους και έχτιζαν παράλληλα τα τείχη. Οι επάλξεις διαθέτουν απότομες εξωτερικές και ελαφρώς κεκλιμένες εσωτερικές όψεις, δυσκολεύοντας τους εχθρούς που εξαπέλυαν επίθεση από το εξωτερικό ενώ διευκόλυναν την άμυνα από το εσωτερικό. Η βάση των επάλξεων έχει πλάτος από 20 έως 30 μέτρα, ενώ η κορυφή κυμαίνεται από 6 έως 12 μέτρα.
Αφού ο βασιλιάς An Dương Vương έχτισε την ακρόπολη Cổ Loa, η Kim Quy, η Χρυσή θεά Χελώνα, έδωσε στον βασιλιά ένα νύχι του ποδιού της για να φτιάξει τη σκανδάλη ενός βασιλικού τόξου, ικανού να προστατεύει την ακρόπολη.Το τόξο αυτό είχε τη δυνατότητα να εκτοξεύει εκατό βλήματα τη φορά, να χτυπάει έναν στόχο αρκετές εκατοντάδες φορές και με κάθε βολή να σκοτώνει χιλιάδες εχθρούς. Ο Dương Vương διάλεξε έναν πολύ καλό τεχνίτη, τον Cao Lỗ και του ζήτησε να φτιάξει το τόξο. Εκείνος δούλεψε σκληρά και για πολλές μέρες, για να κατασκευάσει ένα τόξο πολύ μεγάλο και πολύ βαρύ, διαφορετικό από τα συνηθισμένα, που μόνο ένας αθλητής μπορούσε να σηκώσει. Ο Dương Vương αγαπούσε πολύ το μαγικό βασιλικό τόξο του και το είχε πάντα δίπλα του, στην κρεβατοκάμαρά του.
Εκείνη την εποχή, ο Triệu Đà, ο άρχοντας της περιοχής Nam Hải - τώρα ανήκει στην Κίνα - προσπάθησε πολλές φορές με τα στρατεύματά του να κατακτήσει την περιοχή Âu Lạc. Επειδή όμως ο An Dương Vương είχε το μαγικό τόξο, ο στρατός του Triệu Đà είχε κάθε φορά πολλές απώλειες. Ζήτησε τότε να συνάψει ειρήνη με τον An Dương Vuong και έστειλε τον γιο του Trọng Thủy να προτείνει φιλία.
Όσο βρισκόταν εκεί, ο Trọng Thủy γνώρισε τη Mỵ Châu, την αγαπημένη κόρη του An Dương Vương, μια νεαρή κοπέλα ξεχωριστής ομορφιάς. Ο Trọng Thủy την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά, κι εκείνη ανταποκρίθηκε από την αρχή στον έρωτά του. Οι δυο τους έρχονταν όλο και πιο κοντά και δεν υπήρχε μέρος στο Cổ Loa, που η Mỵ Châu δεν έδειξε στον εραστή της. Ο Dương Vương δεν υποψιαζόταν τίποτα, αντίθετα, βλέποντας το νεαρό ζευγάρι τόσο αγαπημένο, έδωσε αμέσως την κόρη του για σύζυγο στον Trọng Thủy.
Μια νύχτα με φεγγάρι, η Mỵ Châu και ο Trọng Thủy κάθισαν σε μια λευκή πέτρα στη μέση του κήπου, κοιτάζοντας μαζί τον ψηλότερο τοίχο της ακρόπολης. Πάνω στην κουβέντα, ο Trọng Thủy ρώτησε τη γυναίκα του:
— «Αγαπημένη μου, υπάρχει κάποιο μυστικό στο Âu Lạc που το κάνει απρόσβλητο από τους εχθρούς του;»
Η Mỵ Châu απάντησε με ειλικρίνεια:
— «Το Âu Lạc έχει ψηλούς τοίχους, βαθιές τάφρους κι ένα τόξο που εκτοξεύει χιλιάδες βλήματα κάθε φορά, οπότε ποιος θα μπορούσε να το νικήσει;».
Ο Trọng Thủy ξαφνιάστηκε, προσποιούμενος ότι άκουσε πρώτη φορά για το μαγικό τόξο και ζήτησε να το δει. Η Mỵ Châu δεν δίστασε, έτρεξε στην κρεβατοκάμαρα, όπου φύλαγε ο πατέρας της το τόξο, έδειξε στον άντρα της τη σκανδάλη, που ήταν φτιαγμένη από το νύχι της Θεάς Χελώνας Kim Quy και του εξήγησε πώς να τοξεύει. Ο Trọng Thủy άκουγε προσεκτικά, παρατηρώντας τη σκανδάλη για πολλή ώρα, και μετά έδωσε το τόξο στη γυναίκα του να το βάλει στη θέση του.
Την επόμενη μέρα, ο Trọng Thủy ζήτησε την άδεια του An Dương Vương να γυρίσει σπίτι για να επισκεφτεί τον πατέρα του. Μόλις έφτασε στην πατρίδα του, αποκάλυψε αμέσως στον Triệu Đà το μυστικό του μαγικού τόξου. Εκείνος διέταξε έναν εργάτη ειδικευμένο στην κατασκευή τόξων να φτιάξει μια σκανδάλη ίδια με αυτή του An Dương Vương. Αφού τελείωσε ο άντρας, ο Trọng Thủy έκρυψε το τόξο μέσα στο πουκάμισό του και επέστρεψε στο Âu Lạc.
Ο Dương Vương, βλέποντας την κόρη του χαρούμενη και ευτυχισμένη από τότε που γνώρισε τον σύζυγό της, δίνει εντολή στους υπηρέτες του να οργανώσουν για χάρη τους μια γιορτή. Ο Trọng Thủy έπινε με μέτρο, ενώ ο An Dương Vương και η Mỵ Châu έπιναν πολύ. Όταν ο πεθερός του και η γυναίκα του είχαν πια μεθύσει, ο Trọng Thủy μπήκε κρυφά στο δωμάτιο και αντικατέστησε τη σκανδάλη από το νύχι της Kim Quy με το ψεύτικο από το νύχι της κοινής χελώνας.
Την επόμενη μέρα, βλέποντας τον άντρα της ανήσυχο, η Mỵ Châu τον ρώτησε:
— «Υπάρχει κάτι για το οποίο ανησυχείς;
Ο Trọng Thủy απάντησε:
— «Πρόκειται να φύγω μακριά. Ο πατέρας μου ζήτησε να γυρίσω αμέσως πίσω στον Βορρά. Θα πρέπει να χωρίσουμε, χωρίς να ξέρουμε πότε θα συναντηθούμε ξανά! Αν συμβεί κάτι κακό, δεν θα ξέρω πού να σε ψάξω;»
Η Mỵ Châu, λυπημένη και σοβαρή είπε:
— «Ο χωρισμός θα μου ραγίσει την καρδιά. Έχω ένα παλτό με φτερά χήνας, που θα τα σκορπίσω στην πορεία για να χαράξω το μονοπάτι, και αυτό μπορεί να μας σώσει. Αν χρειαστεί θα σκορπίσω τα φτερά στο δρόμο, για ν’ ακολουθήσεις τα ίχνη μου.»
Και μετά ξέσπασε σε λυγμούς. Επιστρέφοντας στο Nam Hải, ο Trọng Thủy έδωσε τη σκανδάλη του Kim Quy στον πατέρα του, που χαρούμενος αναφώνησε: «Αυτή τη φορά, η γη του Âu Lạc θα πέσει στα χέρια μου». Μόλις λίγες μέρες αργότερα, ο Triệu Đà διέταξε τον στρατό του να επιτεθεί στο Âu Lạc.
Στο άκουσμα της είδησης, ο An Dương Vương δεν βιάστηκε να οργανώσει την άμυνά του, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στο μαγικό του τόξο. Όταν το εχθρικό στράτευμα έφτασε κοντά, ο An Dương Vương διέταξε να χρησιμοποιήσουν το μαγικό τόξο, αλλά το αποτέλεσμα μηδέν. Ο στρατός του Triệu Đà έσπασε τις πύλες και όρμησε μέσα. Ο Dương Vương καβάλησε βιαστικά το άλογό του, με την Mỵ Châu καθισμένη πίσω του και βγήκε από την πίσω πύλη. Όσο έτρεχαν μακριά από την ακρόπολη, η Mỵ Châu μαδούσε τα φτερά του παλτού της και τα σκορπούσε κατά μήκος του δρόμου.
Ο δρόμος ήταν κακοτράχαλος, το άλογο έτρεχε μέρες και νύχτες. Φτάνοντας στο βουνό Dạ Sơn δίπλα στην ακτή, πατέρας και κόρη ετοιμάζονταν να κατέβουν από το άλογο για να ξεκουραστούν. Όμως ο εχθρικός στρατός ήταν κοντά, δεν υπήρχε περίπτωση να ξεφύγουν και ο An Dương Vương έστρεψε το πρόσωπο προς τη θάλασσα, ζητώντας από τη Χελώνα Kim Quy να τον προστατεύσει. Δεν είχε προλάβει ο βασιλιάς να τελειώσει την προσευχή του και μια ανεμοθύελλα ταρακούνησε συθέμελα τα βουνά και τα δάση. Η Χελώνα Kim Quy εμφανίστηκε και απευθυνόμενη στον An Dương Vương, είπε:
— «Ο εχθρός είναι πίσω σου!».
Ο An Dương Vương συνήλθε, τράβηξε το σπαθί του και έκοψε το κεφάλι της Mỵ Châu. Μετά πήδηξε στο ποτάμι, δίνοντας τέλος στη ζωή του.
Ο στρατός του Triệu Đà τράβηξε για να καταλάβει την ακρόπολη Cổ Loa, ενώ ο Trọng Thủy μόνος του, μ’ ένα άλογο ακολούθησε τα φτερά της χήνας για να βρει την Mỵ Châu. Πλησιάζοντας στην ακτή, είδε το σώμα της γυναίκας του πεσμένο στο χώμα. Αφού έκλαψε απαρηγόρητος, μάζεψε το σώμα της και το έφερε πίσω για να το θάψει στην ακρόπολη. Μετά βούτηξε στο πηγάδι όπου συνήθιζε να παίρνει το μπάνιο της η Mỵ Châu και πνίγηκε.
Σήμερα, στην αρχαία ακρόπολη Cổ Loa, στην περιοχή Đông Anh, στην πόλη του Ανόι, μπροστά από τον ναό του An Dương Vương, υπάρχει ένα πηγάδι που ονομάζεται «Πηγάδι του Trọng Thủy». Το πηγάδι βρίσκεται στη μέση μιας λίμνης και το νερό του έχει ένα ιδιαίτερο κοκκινωπό καφέ χρώμα. Ο θρύλος λέει ότι, όταν η Mỵ Châu αποκεφαλίστηκε από τον πατέρα της, το αίμα της κύλησε στη θάλασσα, τα στρείδια το έφαγαν και παρήγαγαν ροζ μαργαριτάρια, τα οποία, όταν πλυθούν στο νερό του πηγαδιού, λάμπουν μ' ένα παράξενο φως.
ΠΗΓΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου