Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Γ΄επεισόδιο (στ. 1286-1424)




  Ο Θεοκλύμενος


  • Η σκηνική του παρουσία: δεσποτικός, αυταρχικός μονάρχης, αυτοσυστήνεται χαιρετώντας με πομπώδες ύφος το μνήμα του πατέρα του και προκαλεί με τις διαταγές, την τραχιά φωνή και το μεγαλοπρεπές ντύσιμό του κλίμα φόβου. 
  •  Το ήθος του: ευσεβής φαινομενικά απέναντι στο νεκρό πατέρα του, αν και ενεργεί αντίθετα στη δέσμευση που εκείνος ανέλαβε. Παρότι δείχνει δυνατός και φέρεται αυταρχικά στους υποτελείς του, φοβάται τους θεούς και είναι δεισιδαίμων. Δέσμιος του ερωτικού του πάθους και υποταγμένος στην ακαταμάχητη γοητεία της Ελένης, κάμπτεται, παρά την αρχική του δυσπιστία, από την πειστικότητα των επιχειρημάτων της και την υπόσχεσή της να τον παντρευτεί. Μετατρέπεται σε μεγαλόψυχο άρχοντα, υποσχόμενος πλούσια αμοιβή στον Μενέλαο και δείχνει έτοιμος να κάνει τα πάντα, παιχνιδάκι στα χέρια των δύο συζύγων. 
  • Η δραματική λειτουργία: η ευσέβεια του Θεοκλύμενου και η προσήλωσή του στα ταφικά έθιμα προοικονομεί την παγίδευσή του στο σχέδιο της εικονικής ταφής (αισιοδοξία θεατή). Μέσα από τη στιχομυθία ο Θεοκλύμενος μετατρέπεται από εμπόδιο σε σύμμαχο των ηρώων στη ευόδωση του σχεδίου τους.

http://www.komvos.edu.gr/masks/images/masks/e03.jpg
Ο Δημήτρης Βάγιας ως Θεοκλύμενος στην Ελένη του Ευριπίδη. ΚΘΒΕ, 1982, Σκην. Α. Βουτσινάς.


Η Ελένη


  • Το ήθος της: πλανεύτρα και αδίστακτη, χρησιμοποιεί κάθε μέσο προκειμένου να πετύχει το στόχο της: την εξωτερική της εμφάνιση(φαίνεσθαι), την υποκριτική θλίψη, τα δάκρυα, το θρήνο (επίκληση στο συναίσθημα), την υπόσχεση γάμου (επίθεση στο ήθος του αντιπάλου). 
  • Η Ελένη της παράδοσης και η καινή Ελένη: γνήσια ευριπείδια ηρωίδα, δεν είναι εξαρχής τέλεια και άτρωτη, παλεύει με τα πάθη και τις παρορμήσεις της και αποτελεί, όπως κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, μια σύνθεση αντιθέσεων. Εξάλλου, κατ’ επίδραση της σοφιστικής τέχνης και των δισσών λόγων οι δύο αντίθετες μορφές της Ελένης είναι με κάποιο τρόπο και οι δύο αληθινές.

http://www.komvos.edu.gr/masks/images/masks/e05.jpg
Ο Δημήτρης Βάγιας ως Θεοκλύμενος στην Ελένη του Ευριπίδη και η Αλεξάνδρα Λαδικού στον ομώνυμο ρόλο.

Ο Μενέλαος


«φαίνεσθαι και είναι»:Τα κουρέλια που φοράει κρύβουν την πραγματική του ταυτότητα, ενώ η υποκρισία και η προσποιητή υποταγή του στο βασιλιά κρύβουν το μίσος και την επιθυμία του να πετύχει το σχέδιο εξαπάτησης. Τέλος προσποιείται τον ευσεβή-ευαίσθητο απέναντι στα λατρευτικά έθιμα, τα οποία χρησιμοποιεί για την ευόδωση του σχεδίου.


 

Τραγική ειρωνεία


Χαρακτηριστικά σημεία: στ. 1336, 1245, 1370, 1392. Η ειρωνεία κορυφώνεται στον τελευταίο μονόλογο του Θεοκλύμενου(1398-1410).

Δίσημοι λόγοι


Στ. 1316, 1321, 1362, 1392, 1393, 1401.Κορύφωση αποτελούν οι ανταλλαγές υπαινιγμών των δύο συζύγων στο τέλος της σκηνής (στ.1411-1424), σαν να διασκεδάζουν με την όλη κατάσταση.

Η στάση του θεατή


  • Αίσθημα υπεροχής των Ελλήνων απέναντι στους βαρβάρους, καθώς η ευφυής Ελληνίδα εξαπατά τον απλοϊκό βάρβαρο βασιλιά. 
  •  Δραματική ένταση, αγωνία, θαυμασμός και ικανοποίηση για τη ευστροφία, επινοητικότητα των δύο ηρώων ή αντίθετα αμηχανία για το παιχνίδι εξαπάτησης και συμπάθεια για το Θεοκλύμενο. 
  • Προβληματισμός πάνω στην αλήθεια και το ψέμα, τα θύματα που μετατρέπονται σε θύτες, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη ενός στόχου.

"Ελένη" του Ευριπίδη, Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης


Τραγικοκωμωδία η Ελένη;

  • Τα υπονοούμενα, λογοπαίγνια και οι δισημίες δίνουν στη σκηνή χαρακτήρα φάρσας και κάνουν την ατμόσφαιρα ανάλαφρη και φαιδρή. 
  • Κωμική είναι η αφέλεια, η ευπιστία και το ερωτικό πάθος που οδηγεί σε πλήρη μεταστροφή τον αυταρχικό Θεοκλύμενο: ενώ στην αρχή απειλεί να σκοτώσει τον ξένο, συμμαχεί μαζί του και του προσφέρει ό,τι ζητάει. Δεν υποψιάζεται ούτε βρίσκει αφύσικη την βεβιασμένη υπόσχεση γάμου από την «βαρυπενθούσα χήρα», αντίθετα πανηγυρίζει, αδημονώντας να πραγματοποιήσει κάθε της επιθυμία, γιατί «η χάρη θέλει αντίχαρη».
(K. Aθανασόπουλος – Σ. Mαβίδης – Λ. Tασοπούλου, Aμφιθέατρο, 1999, σκην. Σ. Eυαγγελάτος)
(K. Aθανασόπουλος – Σ. Mαβίδης – Λ. Tασοπούλου,
Aμφιθέατρο, 1999, σκην. Σ. Eυαγγελάτος)

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

5η Ενότητα, Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα




Κείμενο 1ο


                Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η αξία της εργασίας-επαγγέλματος είναι μεγάλη. Από τη μία πλευρά προσφέρει τα απαραίτητα οικονομικά μέσα, ώστε να εξασφαλίσουμε μια άνετη ζωή, κερδίζοντας συγχρόνως την αυτονομία και την ελευθερία μας. Χωρίς τα χρήματα, τα οποία προέρχονται από την εργασία, ο άνθρωπος δυσκολεύεται σε οτιδήποτε στη ζωή του. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι, ενώ δεν έχουν ανάγκη τα χρήματα, πάλι εργάζονται, αποδεικνύει ότι το επάγγελμα προσφέρει κάτι περισσότερο από χρηματικά αγαθά.  Παρέχει την δυνατότητα στον άνθρωπο να εργαστεί και να δημιουργήσει. Του επιτρέπει να εκφραστεί και να καλλιεργήσει διάφορες δεξιότητές του. Είναι ο χώρος όπου μπορεί να καλλιεργήσει το πνεύμα και την προσωπικότητά του. Τέλος, η εργασία είναι ο χώρος που προσφέρεται για κοινωνικές συναναστροφές και γνωριμίες. Με άλλα λόγια είναι ο χώρος, όπου ο άνθρωπος μπορεί να ολοκληρωθεί τόσο απέναντι στον εαυτό του όσο και απέναντι στους άλλους. Συνεπώς η εργασία και το κάθε επάγγελμα ξεχωριστά στηρίζει το κοινωνικό σύνολο και τους μηχανισμούς του.

                Βέβαια, για να μπορούν να υπάρξουν τα ευεργετικά αποτελέσματα της εργασίας, ο καθένας πρέπει να επιλέξει το κατάλληλο επάγγελμα για τον ίδιο. Και είναι μεγίστης σημασίας, αφού το επάγγελμα που επιλέγουμε θα μας ακολουθεί μια ζωή. Η επιλογή είναι καθοριστική και τις περισσότερες φορές δεν αλλάζει. Με ποια όμως κριτήρια πρέπει να γίνει αυτή η επιλογή;
                Αυτό που πρέπει να λαμβάνει ο καθένας πρωτίστως υπόψιν είναι οι κλίσεις του. Πρέπει να δει τι τον ενδιαφέρει, ποια είναι τα πράγματα, με τα οποία του αρέσει να ασχολείται και σε ποια πράγματα έχει ιδιαίτερες δεξιότητες.  Δηλαδή, το πρώτο πράγμα που πρέπει να σκεφτεί κάποιος είναι τι του αρέσει να κάνει, μιας και αν ασχοληθεί με ένα επάγγελμα που δεν του αρέσει, η ζωή του θα είναι μια ζωή μίζερη και καταθλιπτική. Αν σκεφτούμε τι μας ευχαριστεί, τότε θα βρούμε σίγουρα τη σωστή κατεύθυνση προς το καταλληλότερο επάγγελμα για μας.
                Επειδή όμως υπάρχουν πολλοί που δεν γνωρίζουν ακόμα ποια είναι η προσωπική τους κλίση ή είναι μπερδεμένοι, πρέπει να σκεφτούμε και άλλα κριτήρια, για να μην αφήσουμε στην τύχη την επαγγελματική μας σταδιοδρομία. Πολύ συχνά αυτό που μας αρέσει μπορεί να μην είναι προσοδοφόρο. Επομένως, άλλο κριτήριο που πρέπει να έχει ένας νέος προτού επιλέξει ένα επάγγελμα είναι το οικονομικό. Κατά πόσο δηλαδή θα του εξασφαλίζει το βιοπορισμό του, θα του προσφέρει μια άνετη ζωή, μέσα στην οποία θα μπορέσει να δημιουργήσει μια οικογένεια με σταθερότητα και ασφάλεια. Γι’ αυτό,  πρέπει να σκεφτόμαστε ποιες είναι οι προοπτικές εργασίας, η σχέση προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας, αν ένα επάγγελμα είναι κορεσμένο ή όχι αλλά και τι είδους μισθός, σταδιοδρομία, δυνατότητες ανέλιξης, ή γενικά κέρδος μπορεί να προέλθει από το επάγγελμα που θα επιλέξουμε.
                Εξάλλου, δεν είναι μόνο αυτά. Άλλος σοβαρός παράγοντας που πρέπει να επηρεάζει την επιλογή του επαγγέλματός μας είναι η προσωπικότητά μας και οι αδυναμίες ή ικανότητές μας. Με άλλα άλλα λόγια πρέπει να δούμε το χαρακτήρα μας, αν ταιριάζει στη φύση ενός επαγγέλματος, το σώμα μας επίσης αλλά και τις επιδόσεις μας στα μαθήματά μας. Έτσι, ένας που είναι καχεκτικός στο σώμα δεν μπορεί να γίνει αθλητής. Άλλος πάλι που είναι αγχώδης δεν πρέπει να επιδιώκει επάγγελμα το οποίο να έχει πίεση. Τέλος, πώς γίνεται κάποιος  μαθητής με χαμηλές επιδόσεις να θέλει να γίνει π.χ. γιατρός; Δεν υποστηρίζω ότι όλα αυτά είναι ακατόρθωτα, αλλά στην πορεία, αν γίνει μια τέτοια επιλογή θα βρεθούν πολλά εμπόδια.
                 Έχουμε λοιπόν πραγματευτεί τη σημασία και τα κριτήρια με τα οποία πρέπει να επιλέγεται ένα επάγγελμα. Είναι όμως αξιοσημείωτο να αναφερθεί πως κι άλλοι παράγοντες επηρεάζουν και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό την επιλογή επαγγέλματος. Αυτοί είναι οι γονείς, που πολλές φορές καθοδηγούν τα παιδιά τους με βάση τη δική τους ματαιοδοξία. Άλλοι είναι οι φίλοι, οι εκπαιδευτικοί, οι σύμβουλοι σπουδών και γενικά ο κοινωνικός μας περίγυρος. Όλοι αυτοί όμως πρέπει να συμβουλεύουν λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα κριτήρια έχουν προαναφερθεί.
                 Συνοψίζοντας, έχουμε παρακολουθήσει την οδό μέσα από την οποία ένας νέος πρέπει να πορευθεί, για να πάρει μια από τις σημαντικότερες αποφάσεις της ζωής του. Αυτή η επιλογή θα μας ακολουθεί μια ζωή, γι΄αυτό η απόφαση πρέπει να παρθεί με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και με τα σωστά κριτήρια. Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι επαγγέλματα υπάρχουν πολλά. Το ζήτημα είναι ανάμεσα στην πληθώρα αυτή να γίνει η κατάλληλη επιλογή που θα μας κάνει να πηγαίνουμε στην εργασία μας κάθε πρωί χαμογελώντας.

ερωτησεις



  1. Στο παραπάνω κείμενο να διακρίνετε: α)τον πρόλογο, β)το κυρίως θέμα και γ) τον επίλογο. 
  2. Να εντοπίσετε στις πέντε πρώτες παραγράφους τη θεματική περίοδο, τα σχόλια και την κατακλείδα (αν υπάρχει) 
  3. Να παρουσιάσετε με τη μορφή σχεδιαγράμματος τη δομή του κειμένου γράφοντας έναν πλαγιότιτλο για καθεμιά από τις παραγράφους του. 
  4. Να υπογραμμίσετε τις συνδετικές λέξεις, που εξασφαλίζουν την εσωτερική συνοχή κάθε παραγράφου, καθώς και τη μετάβαση από τη μία παράγραφο στην άλλη. 
  5. Με ποιους τρόπους ανάπτυξης παραγράφων έχουν αναπτυχθεί η πρώτη και η πέμπτη παράγραφος; 
  6. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο που να ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του κειμένου. Υποθέστε ότι  πρόκειται για άρθρο που πρόκειται να δημοσιευτεί σε μαθητικό περιοδικό. 
  7. Να γράψετε την περίληψη του κειμένου με βάση τους πλαγιότιτλους κάθε παραγράφου, προσέχοντας την ομαλή σύνδεσή τους με τη χρήση συνδετικών λέξεων. Μην ξεχάσετε στην αρχή της περίληψης να παρουσιάσετε το θέμα που πραγματεύεται το κείμενο.(π.χ. το κείμενο αναφέρεται/ /πραγματεύεται..)




Κείμενο 2ο



Το οικογενειακό περιβάλλον, η οικογενειακή παράδοση και κουλτούρα, βαρύνουν επίσης κατά περίπτωση περισσότερο ή λιγότερο, στην πλάστιγγα των επιλογών επαγγέλματος. Συχνά το επάγγελμα του πατέρα, της μητέρας, η οικογενειακή επιχείρηση, είναι μια αξιόμαχη και ενδιαφέρουσα προοπτική για το επαγγελματικό μέλλον των νέων. Όσο κι αν ακούγεται παρωχημένο, είναι γεγονός ότι σήμερα, σε μια άκρως ανταγωνιστική αγορά, είναι σε βάρος του ατομικού συμφέροντος των παιδιών να παραγνωρίζεται το προβάδισμα που τους παρέχεται από την οικογενειακή παράδοση, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει και εφησυχασμό.       
       Όμως είναι επίσης γεγονός, ότι αρκετοί γονείς επιχειρούν να επιβάλλουν στα παιδιά τους τις δικές τους επιθυμίες ή και να προβάλλουν τα δικά τους απωθημένα, όσον αφορά τις σπουδές και το επάγγελμα που αυτά θα ακολουθήσουν. Πολλοί νέοι ή νέες πιέζονται υπέρμετρα για να σπουδάσουν μια από τις επιστήμες που θεωρούνται ότι αποτελούν το εισιτήριο για κοινωνική και οικονομική άνοδο, όπως γιατρός, μηχανικός, δικηγόρος ή να ακολουθήσουν το οικογενειακό επάγγελμα. Αλλά, στη σημερινή εποχή, πολύ συχνά αυτού του τύπου η πίεση έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο. Οι νέοι δηλαδή λειτουργούν αρνητικά ή και ανατρεπτικά απέναντι στις παλαιότερες γενιές και ιδιαίτερα απέναντι σε γονείς με υπερπροστατευτική συμπεριφορά. Ενώ πολλές φορές οι γονείς μπορεί και να έχουν δίκιο όταν επιμένουν για την επιλογή μιας ορισμένης καριέρας για τα παιδιά τους, το δίκιο αυτό το χάνουν εξαιτίας του επίμονου και πατερναλιστικού τρόπου με τον οποίο θέλουν να την επιβάλουν.
       Τέλος, για να είμαστε ρεαλιστές, δε θα πρέπει να παραγνωριστεί και ο ρόλος των οικονομικών δυνατοτήτων που έχει κάθε οικογένεια για τις σπουδές των παιδιών της. Για να αναφερθούμε σε ένα πρακτικό και μόνο ζήτημα, ο τόπος όπου είναι εγκαταστημένη μια σχολή, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη για υποψήφιους των οποίων οι οικογένειες δεν έχουν μεγάλες οικονομικές δυνατότητες.

ερωτησεις


  1. Να εντοπίσετε το θέμα (νοηματικό κέντρο) του παραπάνω κειμένου και να γράψετε έναν πλαγιότιτλο για καθεμιά από τις παραγράφους του.
  2. Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο που να ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του κειμένου.


Προσεγγίζοντας σωστά την επιλογή επαγγέλματος και καριέρας



ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ, αν όχι οι πιο ση­μαντικές, της ζωής μας είναι αυτές που αφορούν το επάγγελμα και την καριέρα μας. Δυστυχώς, αυτές τις επι­λογές είμαστε αναγκασμένοι να τις κάνουμε σε ηλικία που δεν διαθέτουμε την ωριμότητα, δηλαδή τη γνώση, την εμπειρία, αλλά και την αυτογνωσία που απαιτούν. Ταυτό­χρονα, το ζήτημα αυτό γίνεται ακόμη πιο σοβαρό αν λά­βουμε υπόψη μας ότι, συνήθως, είναι δύσκολο να διορθώ­σουμε την επιλογή που έχουμε κάνει όταν αντιληφθούμε ότι ήταν λάθος, διότι οι δυνατότητες είναι περιορισμένες και η επένδυση σε χρόνο και σε άλλα που έχουμε ήδη κάνει κοστίζει αρκετά. Θεωρώ χρήσιμες κάποιες ιδέες σχετικά με τούτη την επιλογή, ακόμη και για όσους ήδη την έχουμε κάνει, αφού συνήθως ως γονείς, ως φίλοι και ως δάσκαλοι, καλούμαστε να δώσουμε γνώμες και συμβουλές στα νέα παιδιά που τις έχουν ανάγκη προκειμένου να κάνουν τη δι­κή τους επιλογή πολύ νωρίς στη ζωή τους. Θα προσπαθήσω λοιπόν να παρουσιάσω αυτές τις ιδέες, ακολουθώντας την ορθολογική διαδικασία λήψης αποφάσεων που ήδη έχουμε δει στις προηγούμενες σελίδες.

Για να ορίσουμε σωστά το πρόβλημα στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει να σκεφτούμε όσο γίνεται πιο αναλυτι­κά το τι αξίζει για εμάς από ένα επάγγελμα ή μια καριέρα. Βασικά ερωτήματα που μπορούμε να θέσουμε εδώ είναι: Ποιες ανάγκες μου θα ήθελα να ικανοποιεί το επάγγελμα ή η καριέρα μου; Για ποιους λόγους θα ήμουν πλήρως ευχα­ριστημένος από το επάγγελμα ή την καριέρα μου; Ασφα­λώς, όλοι είμαστε υποχρεωμένοι να εργαστούμε για το ει­σόδημα, το οποίο προσδιορίζει την ποιότητα της προσωπι­κής μας ζωής και αυτής όσων εξαρτώνται οικονομικά από εμάς, αφού μέσω των χρημάτων ικανοποιούμε αρκετές ανάγκες μας. Όμως, η εργασία μας μπορεί να ικανοποιεί ή να μην ικανοποιεί και άλλες ανάγκες μας που συνδέονται με την καλή ζωή, όπως την ανάγκη για σιγουριά, για ανε­ξαρτησία, για ελευθερία πρωτοβουλιών, για κοινωνική αναγνώριση, για αυτοεκτίμηση και αυτοσεβασμό, για ελεύθερο χρόνο, για ψυχική γαλήνη και ηρεμία, για δημι­ουργία και πρόκληση, για επίτευξη αποτελεσμάτων, για συνεχή μάθηση και ανάπτυξη, για εξουσία, για άσκηση δύ­ναμης ή επιρροής σε άλλους, για κοινωνική προσφορά και αλτρουισμό, για επαφή και σχέσεις με άλλους ανθρώπους και πιθανόν άλλες πολλές.

Ένα δεύτερο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει κανείς, το ίδιο σοβαρά όπως και το προηγούμενο, είναι το τι εί­δους εργασία μάς αρέσει -θα έλεγα, ακόμη καλύτερα, μας παθιάζει- να κάνουμε. Αυτό το ερώτημα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για δύο πολύ σημαντικούς λόγους. Πρώτον, διότι η εργασία και η καριέρα μας, αν αφαιρέσουμε τον χρόνο του ύπνου μας, είναι περίπου η μισή μας ζωή. Συνεπώς, το να κάνουμε μια εργασία, που το περιεχόμενο της θα μας κά­νει να εργαζόμαστε ευχάριστα και να το απολαμβάνουμε, αποτελεί μια κρίσιμη παράμετρο για να ζήσουμε όπως θέ­λουμε. Το κινέζικο ρητό που υποστηρίζει ότι «αν κάνεις τη δουλειά σου χόμπι, είναι σαν να μη δουλεύεις ποτέ στη ζωή σου» έχει μια μεγάλη δόση αλήθειας. Δεύτερος ουσιαστι­κός λόγος είναι το γεγονός ότι, αν επιλέξουμε να κάνουμε κάτι που μας ευχαριστεί ή μας παθιάζει, έχουμε τη διάθε­ση να το κάνουμε πολύ καλά και συνεπώς να διακριθούμε, να αναγνωριστούμε και να ανταμειφθούμε ανάλογα.

Ένα τρίτο ερώτημα για τη σωστή επιλογή του επαγγέλ­ματος μας είναι να εντοπίσουμε το τι μπορούμε -με βάση τις κλίσεις, τις ικανότητες και τις νοημοσύνες μας, όπως τις περιέγραψα στο πρώτο κεφάλαιο- να κάνουμε πολύ κα­λά. Για παράδειγμα, εγώ, επειδή είμαι τσαπατσούλης, δεν θα μπορούσα ποτέ να γίνω καλός λογιστής ή, επειδή δεν έχω καλό «αυτί», δεν θα μπορούσα να γίνω άριστος διερ­μηνέας. Για να απαντήσουμε σε όλα τα προηγούμενα ερω­τήματα, απαιτείται αυτογνωσία, κατανόηση των αναγκών και του χαρακτήρα μας, των αξιών μας, των ισχυρών και ασθενών στοιχείων μας, των δυνατοτήτων, των αδυναμιών μας και των κλίσεων μας. Αυτό, για να το επιτύχουμε, χρει­άζεται να αφιερώσουμε αρκετόν χρόνο στον αυτοστοχασμό. Επίσης, γι' αυτή την τόσο σημα­ντική στιγμή της ζωής μας, μπορούμε και οφείλουμε να ζη­τήσουμε βοήθεια από αυτούς που μας γνωρίζουν καλά, αλ­λά και από ειδικούς, συνήθως ψυχομέτρες, που διαθέτουν διαγνωστικά εργαλεία (π.χ. τεστ προσωπικότητας και ικανοτήτων), τα οποία τούς επιτρέπουν να μας ενισχύσουν την αυτογνωσία και να μας βοηθήσουν να προσεγγίσουμε καλύτερα τα παραπάνω ερωτήματα.

              Αν με τις απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα έχουμε ξεκαθαρίσει λίγο ή πολύ αυτά που προσδοκούμε και επιδιώκουμε από την επαγγελματική ζωή και τη στα­διοδρομία μας, το επόμενο στάδιο, σύμφωνα με την ορθο­λογική διαδικασία λήψης αποφάσεων, είναι η αναζήτηση όλων των εναλλακτικών επιλογών που υπάρχουν στο περι­βάλλον μας. Αυτή η αναζήτηση συνίσταται ουσιαστικά στην έρευνα των υφιστάμενων και των μελλοντικών επαγ­γελμάτων που οι τεχνολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές εξελίξεις δημιουργούν. Αυτό που είναι σημαντικό να τονιστεί εδώ είναι ότι η έρευνα των εναλλα­κτικών επαγγελμάτων δεν πρέπει να περιορίζεται απλά στη διαπίστωση και καταγραφή τους, αλλά να επεκτείνε­ται στην ουσιαστική κατανόηση του περιεχομένου της ερ­γασίας και των συνθηκών αυτής, των γνώσεων και των δε­ξιοτήτων που απαιτούνται, των δυνατοτήτων επαγγελμα­τικής εξέλιξης, της ζήτησης και της προσφοράς που υπάρ­χει στην αγορά εργασίας, των δυνατοτήτων για ανεξάρτη­τη, ατομική απασχόληση ή ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η διερεύνηση αυτή απαιτεί την αναζήτη­ση πληροφοριών από πολλές πηγές, όπως είναι τα προ­γράμματα σπουδών των διαφόρων σχολών, οι επαγγελμα­τικές ενώσεις, η βιβλιογραφία επαγγελματικού προσανα­τολισμού, οι σχετικές μελέτες για το μέλλον των επαγγελ­μάτων και της αγοράς εργασίας, οι υπηρεσίες που προσφέρονται από τις ιστοσελίδες, οι αγγελίες για προσλή­ψεις που δημοσιεύονται στις εφημερίδες ή στο διαδίκτυο. Εκτός αυτών όμως, ουσιαστικές πληροφορίες πρέπει ανα­ζητηθούν -μέσω διαπροσωπικής επικοινωνίας- από τους ίδιους του επαγγελματίες, που γνωρίζουν καλά το επάγ­γελμα και το περιεχόμενο της εργασίας τους.
            
              Έχοντας εντοπίσει μια σειρά από εναλλακτικά επαγ­γέλματα, το επόμενο λογικό στάδιο είναι η αξιολόγηση τους με συγκεκριμένα κριτήρια που προκύπτουν από το πρώτο στάδιο. Τα συνθετικά αυτά κριτήρια, κατά τη γνώ­μη μου, είναι τρία. Πρώτον, ο βαθμός στον οποίο ένα επάγ­γελμα θα μου προσφέρει αυτά που θέλω ή προσδοκώ -όπως το έχω προσδιορίσει στο πρώτο στάδιο. Δεύτερον, σε ποιον βαθμό το περιεχόμενο της εργασίας αυτής καθαυτής μου φαίνεται ενδιαφέρον, με ευχαριστεί, με προκαλεί ή ακόμη και με παθιάζει. Τρίτον, σε ποιον βαθμό διαθέτω ή μπορώ να αναπτύξω χαρακτηριστικά προσωπικότητας και δεξιότητες τέτοια, ώστε να γίνω πολύ καλός και αντα­γωνιστικός στην αγορά εργασίας του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Τέταρτον, σε ποιον βαθμό στο περιβάλλον μου υπάρχουν ευκαιρίες (δηλαδή προσφορά και ζήτηση) για την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Σε αυ­τό το κριτήριο συμπεριλαμβάνονται και οι ευκαιρίες που μπορεί να προσφέρει η οικογένεια ή ο κοινωνικός περίγυ­ρος (π.χ. επιχειρηματική δραστηριότητα και γνωριμίες γο­νέων) στην επαγγελματική μου επιτυχία - όπως ο καθένας την εννοεί και την ονειρεύεται.
              Βεβαίως, η αξιολόγηση των εναλλακτικών επιλογών με βάση τα παραπάνω κριτήρια και η σύγκριση μεταξύ τους πρέπει να λαμβάνει υπόψη τούς περιορισμούς ή την εφεκτι­κότητα. Για παράδειγμα, ένας συνήθης περιορισμός μπορεί να είναι η μη δυνατότητα οικονομικής υποστήριξης των σπουδών από την οικογένεια ή ο γεωγραφικός περιορισμός που μπορούμε να θέσουμε, όπως, για παράδειγμα, η επιθυ­μία ή η άρνηση να ζήσω σε συγκεκριμένη πόλη ή χώρα.
                Το τελευταίο στάδιο, και αφού έχω αξιολογήσει τις εναλλακτικές επιλογές, αφορά τη λήψη της απόφασης για το επάγγελμα μου. Δυστυχώς όμως, πολλές φορές, από την αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων δεν προκύπτει ξε­κάθαρα ποια εναλλακτική υπερέχει, είτε λόγω προσωπι­κών προτιμήσεων και διλημμάτων, είτε λόγω του ότι υ­πάρχει αβεβαιότητα για τις προοπτικές ή τα οφέλη του κά­θε επαγγέλματος. Σε τέτοια περίπτωση, αυτά που πιθανόν μπορούμε να κάνουμε είναι τα ακόλουθα. Πρώτον, αν είναι εφικτό, θα ήταν πολύ χρήσιμο να δοκιμάσουμε κάνοντας για ένα σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα πρακτική άσκηση ή παρατηρώντας από κοντά την καθημερινότητα κάποιου που ασκεί το επάγγελμα που μας ενδιαφέρει - για παράδειγμα του υδραυλικού ή του λογιστή. Δεύτερον, θα μπορούσαμε να επιλέξουμε ένα επάγγελμα που, αν τελικά το μετανιώσουμε, να μην έχει πολύ μεγάλο κόστος αν το εγκαταλείψουμε για να αρχίσουμε κάποιο άλλο. Τρίτον, αν πρόκειται για ένα επάγγελμα που προαπαιτεί σπουδές, να επιλέξουμε μια επιστήμη που δίνει δυνατότητες για διαφο­ρετικά επαγγέλματα. Για παράδειγμα, η ιατρική επιστήμη δίνει λιγότερες ευκαιρίες για διαφορετικά επαγγέλματα από ό,τι η διοικητική επιστήμη. Τρίτον, να αποφασίσουμε διαισθητικά, αφήνοντας να λειτουργήσει το ένστικτο μας.
                   Ολοκληρώνοντας τη λογική διαδικασία της λήψης από­φασης για την επιλογή του επαγγέλματος, είναι απαραίτητο να κάνω δύο κρίσιμα σχόλια. Πρώτον, η νοητική αυτή διεργασία στην πράξη συνήθως δεν είναι γραμμική. Δηλα­δή, αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις στο δεύτερο στά­διο, μπορεί να χρειαστεί να ξαναγυρίσουμε στο πρώτο για να επαναπροσδιορίσουμε κάποια δεδομένα με βάση τις νέες γνώσεις ή πληροφορίες που προέκυψαν από το δεύτερο. Δεύτερον, αυτή η διαδικασία μπορεί και πρέπει να επαναληφθεί περισσότερες φορές, αφού αφορά ένα πολύ σημαντικό για τη ζωή μας ζήτημα και αξίζει αρκετόν χρόνο για συζήτηση και σκέψη.
                 Πριν κλείσω όμως το εν λόγω ζήτημα, θα ήθελα να ανα­φερθώ σε συνήθη αλλά σοβαρά λάθη που κάνουμε ως παι­διά και ως γονείς. Το πρώτο λάθος πηγάζει από τα κοινω­νικά πρότυπα που μας επιβάλλονται και που δίνουν αξία μόνο σε επαγγέλματα που συνδέονται με τη δημοσιότητα, τη δόξα, τον πλουτισμό και τη μόδα, όπως οι καλλιτέχνες, οι δημοσιογράφοι, οι πολιτικοί, ακόμη και οι πορνοστάρ. Είναι αυτονόητο, καταρχήν, το «ό,τι λάμπει, δεν είναι χρυ­σός». Για παράδειγμα, πίσω από τους λίγους διάσημους ή επιτυχημένους επαγγελματίες της δημοσιότητας, υπάρ­χουν χιλιάδες άλλοι που δυστυχούν, που ζουν σε μια επαγ­γελματική μιζέρια, αποδεχόμενοι «μεροκάματα πείνας», άθλιες συνθήκες εργασίας και συμβιβασμούς που δεν εξα­σφαλίζουν τα στοιχειώδη της επιβίωσης και της αξιοπρέ­πειας. Αλλά ακόμη και αυτοί οι λίγοι που καταφέρνουν να γίνουν «επιτυχημένοι» σε αυτούς τους τομείς, βιώνουν έντονα τη «σκοτεινή πλευρά της σελήνης» που συχνά τούς οδηγεί σε ψυχασθένειες, αλκοολισμό, ναρκωτικά, ακόμη και αυτοκτονίες. Σκεφτείτε πόσοι διάσημοι καλλιτέχνες καταλήγουν στα ναρκωτικά και στον θάνατο νέοι.
                      Το δεύτερο λάθος, που κάνουμε συνήθως εμείς οι γο­νείς, είναι ότι, άμεσα ή έμμεσα, με αυταρχικότητα ή με έναν κατ' επίφαση δημοκρατικό τρόπο, επιβάλλουμε στα παιδιά μας επαγγέλματα, όχι με τα κριτήρια που προανέ­φερα και που αφορούν τα ίδια, αλλά με τα δικά μας κριτή­ρια, όπως η ανασφάλεια, οι ανησυχίες και οι φόβοι μας, οι δικές μας ανεκπλήρωτες επιθυμίες ή όνειρα, οι δικές μας ανάγκες, τα δικά μας ενδιαφέροντα και στερεότυπα που προέρχονται από το παρελθόν και το περιβάλλον μας και που δεν αφορούν τα παιδιά μας και το μέλλον τους. Το πώς θέλουν να ζήσουν τα παιδιά μας είναι δική τους επι­λογή. Δική μας ευθύνη και ρόλος είναι αυτός του μέντορα και του συμβούλου. Έχουμε ευθύνη -λόγω της χαμηλής ωρι­μότητας και των λιγοστών γνώσεων που διαθέτουν τα παι­διά στην ηλικία που πρέπει να κάνουν τόσο κρίσιμες επιλο­γές- να τους προσφέρουμε τη γνώση και την εμπειρία μας, τις συμβουλές και τα τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας, να τα βοηθήσουμε να κατανοήσουν τον εαυτό τους, να τους προσφέρουμε εναλλακτικές επιλογές και να τα ενθαρρύ­νουμε να σκεφτούν και να αναζητήσουν τα ίδια τις δικές τους, να τα βοηθήσουμε να τις αξιολογήσουν σωστά, να τα προφυλάξουμε από νοητικά λάθη και κακοτοπιές λόγω έλ­λειψης γνώσης και πληροφοριών. Κυρίως, ο ρόλος μας είναι να ακούμε τι θέλουν να μας πουν τα παιδιά μας, να μπαί­νουμε στη θέση τους, να τα κατανοούμε, για να μπορούμε να τα βοηθήσουμε να σκεφτούν σωστά και να θέτουν τα σω­στά ερωτήματα στον εαυτό τους. Μπορούμε να συμβάλ­λουμε στη σκέψη τους, θέτοντας τους τα «σωστά» ερωτή­ματα. Ρωτώντας τα πολλές φορές «γιατί», «για ποιους λό­γους», «πώς», «πότε», «πού», «με τι» και «με ποιους». Να τους προσφέρουμε τις δυνατότητες να ενημερωθούν, να παρατηρήσουν, να ερευνήσουν, να ψάξουν στον εσωτερικό τους κόσμο, καθώς και στο περιβάλλον τους, να σκεφτούν «έξω από το κουτί» και να επιδιώξουν το «both and more», να βιώσουν, να πειραματιστούν και να δοκιμάσουν. Είναι δική μας ευθύνη να μην τους δημιουργούμε δυσβάστακτα άγχη. αλλά να τους ενισχύουμε την αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμηση και τη λογική σκέψη. Να τους παρουσιάσουμε τον κόσμο και την ωμή πραγματικότητα ως έχει, για να μη ζουν με ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Να τα βοηθήσουμε να διαμορφώσουν τη δική τους πυξίδα, να ξεκαθαρίσουν τις αξίες τους μέσα από τη σωστή μας καθοδήγηση: Χωρίς να επιβάλλουμε τις δικές μας αξίες, αλλά και χωρίς να τα αφή­νουμε απροστάτευτα σε όσα προωθούν και επιβάλλουν τα καταναλωτικά πρότυπα, οι διαφημίσεις, τα συμφέροντα και η λογική του συστήματος. Μπορούμε να τα βοηθήσουμε να κατανοήσουν ότι όλα τα επαγγέλματα είναι χρήσιμα και σημαντικά για την κοινωνία και ότι η αξιοπρέπεια και η ποιότητα του ανθρώπου και της ζωής τους δεν μετριέται με το πόσα βγάζει και το πόσοι τον γνωρίζουν.

            Τα παιδιά μας έχουν ανάγκη από γονείς ή δασκάλους, από συμβούλους και μέντορες, όχι μόνο όταν πρόκειται να αποφασίσουν το τι θα σπουδάσουν, αλλά και στη συνέ­χεια. Η εμπειρία μου, τόσες δεκαετίες στο πανεπιστήμιο, μου δείχνει ότι οι ανάγκες των παιδιών είναι ακόμα το ίδιο σημαντικές όταν αποφοιτούν και πρέπει να κάνουν επιλο­γές, είτε για μεταπτυχιακές σπουδές είτε για την καριέρα τους.

 Δημήτρης Μπουραντάς, Επί σκηνής χωρίς πρόβα, Εκδόσεις Πατάκη, 2010