Σάββατο 24 Απριλίου 2021

Λάζαρος, «ο υπό αίρεση και προθεσμία αναστημένος»


Alessandro Tiarini, La resurrezione di Lazzaro, Ekaterinburg Museum of Fine Arts
_________________

Μετά την Ανάσταση η σιωπή και η άγνοια...

Αν λάβουμε υπ’ όψιν λόγους «αισθητικής οικονομίας», είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα η Ανάσταση του Λαζάρου απ’ αυτήν του Ιησού, η οποία είναι υπέρβαρη από γεγονότα, ξεχειλίζει από διδάγματα και συνέπειες και τελικά, στο διαπασών της υπέρβασης, καταλήγει στην Ανάληψη.

Αντίθετα, η εξιστόρηση του πρώτου γεγονότος είναι λιτή, με χαμηλές συγκινήσεις, μια παράσταση με δεύτερους ρόλους που συνωθούνται ανώνυμοι στο ευαγγέλιο του Ιωάννη. Κυρίως, όμως, είναι μια ιστορία που καταλήγει στη σιωπή και στην άγνοια για το μέλλον του Λαζάρου. Στο εξής δεν μαθαίνουμε, ούτε ακούμε τίποτε που να τον αφορά.

Στα μέτρα του δράματος, τι μοναχικότερο υπάρχει από ένα πρόσωπο που με την Ανάστασή του συντρίβει πανηγυρικά τους φυσικούς νόμους αλλά αποσιωπάται αμέσως μετά, χάριν του απόλυτου πρωταγωνιστή, ο οποίος εκμηδενίζει ή κάνει ασήμαντους τους υπόλοιπους ρόλους;

Κώστας Μαυρουδής, Ο Λάζαρος, Στενογραφία, εκδόσεις Κέδρος, 2006.

Léon Bonnat, The Resurrection of Lazarus, 1857
_____________

«Κάρβουνα μέσα στην καρδιά του Λάζαρου»

«Είν’ όλα νέα σήμερον
έτος δωρήματα ελπίδες
και μόνον την καρδίαν μου
αρχαίαι δέρουν καταιγίδες» 

Βροχή μες στις στοές βροχή
χαλάζι μέσα στ’ αυτοκίνητα
με παγωμένα πόδια
γιά δες πώς σε κοιτάζει ο φρουρός
φωτογραφίες θάνατοι ελπίδες

Κάρβουνα μέσα στην καρδιά του Λάζαρου
Σήκω από το κρεβάτι Λάζαρε
σου κάνουν δώρο έναν τόπο μακρινό
ένα λιβάδι τρυφερό με ανεμώνες
ένα λιβάδι τρομερό

σήκω από το κρεβάτι Λάζαρε
Λάζαρε εργοστασιάρχη Λάζαρε κακέ
Λάζαρε γίνε ποταμός της άνοιξης
γίνε σκουλαρίκι γίνε σίφουνας
αγάπησε τη ζωή

«Είν’ όλα νέα σήμερον»
γιά δες πώς σε κοιτάζει ο φρουρός
φωτογραφίες θάνατοι ελπίδες
«και μόνον την καρδίαν μου
αρχαίαι δέρουν καταιγίδες»

Μίλτος Σαχτούρης, Λάζαρος, 
από τη συλλογή «Παραλογαίς», 1948


Michael Pacher, Resurrection of Lazarus, 1479
__________

«Πώς θ’ άφηνε χωρίς ανάσταση έναν ολάκερο ουρανό;»

Κάτωχρος κι εξαντλημένος ο Ιησούς στάθηκε 
κοντά στον τάφο. «Λάζαρε, βγες έξω» φώναξε. 
Όλοι περίμεναν. Κι ο φτωχός νεκρός που ένιωσε 
ότι εδώ στον τάφο του παίζεται η τύχη του κόσμου
τι να ’κανε; Η γη είχε χαθεί, 
πώς θ’ άφηνε χωρίς ανάσταση έναν ολάκερο ουρανό;

Τάσος Λειβαδίτης, Ο Θεός χρειάζεται τη βοήθειά μας, 
από τη συλλογή «Εγχειρίδιο ευθανασίας», εκδ. Κέδρος, 1979.


Giotto, Raising of Lazarus, Basilica inferiore di San Francesco d'Assisi
__________

«Εγώ θα μείνω ακίνητος εδώ...»

Τώρα ζω στο χρόνο των λουλουδιών
του κόσμου τα σκυλιά είναι δεμένα.
Ξάφνου γυρνούν τα σπλάχνα μου
ακούω απ’ έξω τη φωνή του Ιησού.
Τι κρύβει πάλι μες στα χέρια του;
Στέψη ετοιμάζει ή τη σταύρωσή μου;
Εγώ θα μείνω ακίνητος εδώ
και θα γυρνώ τη ρόδα του τρελού.

Γιώργος Κακουλίδης, Η απάντηση του Λάζαρου στο ποίημα του γυρισμού
Μονσινιόρ», Καστανιώτης, 1996.


Resurrection of Lazarus, between 1450 and 1460,
(painter unknown), East Slovak Museum
_________

Δεν έπρεπε στο "Δεύρο έξω" να υπακούσω...

Φρόντισες μέσα κι έξω από τη Βηθανία
όλοι να μάθουν την ανάστασή μου.
Τώρα, θύμα ενός θαύματος, για χρόνια περιφέρομαι
ένας ρακένδυτος που τον κοιτούν όλοι φιλύποπτα
αν πρέπει να τον πάρουν για τρελό ή να τον πιστέψουν.

Μα κι ο ίδιος πια δεν ξέρω τι, ποιος είμαι
χωρίς καν συγγενείς και φίλους που όλοι φοβηθήκαν
ή ζήλεψαν για τους δικούς τους - ποιος να ξέρει;
Ενώ Εσύ, ιδανικός Εσύ μες στην ανάστασή Σου
οριστική, γεμάτη δόξα κι ύμνους όπου γης
ποτέ δεν σκέφτηκες τι απέγινε
ο υπό αίρεση και προθεσμία αναστημένος Σου.

Ω ναι, δεν έπρεπε στο «Δεύρο έξω» να υπακούσω
μα την ειρηνική μου οδό αποσύνθεσης ν’ ακολουθήσω
ταπεινά, σαν τους κοινούς θνητούς.
Τώρα σε τι Δευτέρα Παρουσία να πιστέψω
σε τι ανάσταση νεκρών
ανάμεσα σ’ εξαίρεση ζωής
και στον κανόνα του θανάτου;

Και τέλος
πού να βρω δύναμη προτού πεθάνω να πεισθώ
ότι στ’ αλήθεια και για πάντα
θα πεθάνω;

Γιάννης Βαρβέρης, Ο Λάζαρος Μετά Το Θαύμα
από τη συλλογή «Ο άνθρωπος μόνος», εκδ. Κέδρος.


Eduard von Gebhardt, The Raising of Lazarus, 1896
_____________


«Δεν ήθελα... η γαλήνη να μου στερηθεί»

Μη με παρεξηγείτε, δεν ήθελα –και ποιος θα ’θελε; – 
η γαλήνη να μου στερηθεί. Με σκέφτηκε; 

Ν’ αφυπνίζει ήθελε δίχως θαύματα,
 τι με σηκώνει από τον ύπνο τον βαθύ. 
Με ρώτησε αν τον χόρτασα, εμένα, στη ζωή; 
Κι αν πέθανα νέος, γιατί ν’ αγανακτήσει. 
Ξέρει τι είδα στην αντίπερα την κτήση. 
Ήταν η ζωή μου τόσο πια μοναδική 
που νόμο έπρεπε να παραβεί, να μ’ εξυμνήσει;

Μη με παρεξηγείτε, δάκρυα δεν κυλούν από χαρά. 
Μοναδικός θα περιφέρομαι, να ξεχωρίζω. Όχι ήρωας, 
μα πιόνι βασιλιά. Μόνος επιζών, όσο αυτός τη νίκη κυνηγά. 

Μη με παρεξηγείτε, το χέρι του δεν το φιλώ. 
Κάτω προσπαθώ να τον τραβήξω. Να σας σώσω. 
Μαζί του να ξαναταφώ.

Γιώργος Χ. Στεργιόπουλος, Το παράπονο του Λαζάρου
από τη συλλογή «Κατά Χρόνον Ευαγγέλιο», Οι Εκδόσεις των Φίλων, 2012


Luca Giordano, Raising of Lazarus, 1675
_________

«Εδώ θ’ αναστηθώ πάλι και πάλι εδώ...»

 Άφησα χόρτα ποταμούς μέσα στο νου 
ν’ αφρίσουν το περβόλι άφησα χρώματα μαβιά 
του φθινοπώρου βράχια σκοίνα πυκνά 
που όμως δεν είναι να καούν 
το έμπα του ονείρου να σφαλίσουν. 

Πώς σε λειμώνες άγριους ο λόγος ανατέλλει 
πώς σε γιαλούς απρόσμενους το ξύλινο το σήμαντρο 
σημαίνει και πώς το πένθος του κορμιού 
μια μόνο στη ζωή φορά πέρα για πέρα διαπερνά 
το πέτρινο κουκούλι της σιωπής του 
δε γίνεται να τ’ αρνηθώ. 

Εδώ λοιπόν θα καρτερώ εδώ 
πώς ανακρούεται το χάος να γευτώ 
τις Συμπληγάδες του ύπνου να περάσω 
εδώ θα καρτερώ την ύστατη αλήθεια να μοιράσω 
στα διψασμένα μάτια των πιστών 
εδώ θ’ αναστηθώ πάλι και πάλι εδώ 
θα ζήσω μες στο μαύρο θάνατό μου.   

Δημήτρης Χουλιαράκης, «Πέτρα και Λάζαρος – III
από τη συλλογή «Το λείψανο των ημερών», εκδ. Κέδρος, 1994


Jan Pynas, The Raising of Lazarus, 
circa 1620, Philadelphia Museum of Art
_________

«Είχα και γω να δεύρο κάποιους έξω...»

Νεφοσκεπές ψιλόβροχο ημέρας.
Κάτι μωραί καμπάνες πιτσιλάνε
τον ύπνο του Λαζάρου να εξέλθει.
Καλά στοκαρισμένο το φως γύρω γύρω.

Είχα και γω να δεύρο κάποιους έξω
μα δε μου αποκρίθηκαν αν θέλουν.

Πώς ν’ αποκριθούν
με ωτακουστή που άφησες καλά στοκαρισμένο
το φως γύρω γύρω.

Κι έπειτα γιατί τους ρωτάς αν θέλουν.
Το θαύμα δε ρωτάει.
Σ’ αρπάζει από το αυτί και
σέρνοντας σε πετάει στο φως.
Χαίρεσαι βέβαια με την έκλαμψη, δεν αντιλέγω
αλλά σε τρώει από μέσα σκουλήκι η αγωνία
μην είναι και τα θαύματα θνητά.

Άστους λοιπόν καλύτερα εκεί
μην έχωμεν να άρωμεν για δεύτερη φορά
κενόν τον κράββατόν τους.

Κική Δημουλά, Του Λαζάρου, 
από την ποιητική συλλογή «Ενός λεπτού μαζί», εκδόσεις «Ίκαρος», 1998.


Juan de Flandes, The Resurrection of Lazarus, 1514-1519, 
Museo Nacional del Prado
_________


«Εγώ όμως μισούσα τα θαύματα»

Μια μέρα άκουσα φωνές που έρχονταν απ’ έξω.
Επιτέλους, φωνές απ’ έξω, σκέφτηκα, φωνές άλλων
που έχουν το φως μέσα τους και που το λένε,
που έρχονται απ’ τον αέρα, όχι από μένα.
Φωνές που καθώς πλησίαζαν ήταν ψίθυροι.
Βήματα που σταμάτησαν μπροστά στην πόρτα μου.
Κάποιος είπε: Ενθάδε κείται, λες και το διάβαζε.
Σιώπησαν οι υπόλοιποι.
Μια φωνή με κάλεσε: Λάζαρε, είπε,
έγειρε και ύπαγε.
Την αναγνώρισα, μα έκανα πως δεν την άκουσα.
Θυμήθηκα τον Ιωνά. Στάθηκα ακίνητος.
Σκέφτηκα:
θα προτιμούσα
να μην το κάνω,
ποτέ να μην βγω από ’δώ μέσα.
Γνωρίζω υπερβολικά καλά τον κόσμο.
Εκεί έξω, το ξέρω, καραδοκεί ο κακός έρωτας,
το πικρό του μέλι, η πλάνη του, η απειλή του.
Εγέρθητι. Δεύρο έξω από μνημείο σου.
Εγώ όμως μισούσα τα θαύματα.
Κι έπειτα, είχα αγαπήσει
πολύ αυτή τη ζωή του πεθαμένου.
Άφησα να περάσουν τα χρόνια. Τώρα περιμένω

μια φωνή να με καλέσει, να μου πει
τι πρέπει να κάνω, τι επιθυμώ.

Juan Vicente Piqueras, Ο Λάζαρος αρνείται ν’ αναστηθεί,  
Ιστορία της δίψας (Historia de la sed), μετάφραση: Κώστας Βραχνός


Giotto, Raising of Lazarus, 1304 – 1306 (detail)
___________

«Ποτέ δεν έπαψα να είμαι σαβανωμένος...»

Μιλάω και φωνή δεν έχω. Σωπαίνω κι ακούω
το πώς δε σιμώνει κανείς ίσαμε το μνήμα μου.
Είμαι η
φωτιά που μέσα της φλέγομαι, μισώ τη σιωπή,
και δεν αντέχω άλλο τον τρόπο αυτό
για να μη ζω.
Το σώμα μου είναι μια πυροστιά
που δε λέει να σβήσει.
Το κορμί μου είναι η σκληρή ψυχή μου,
είναι η μνήμη μου
τυλιγμένη στο σουδάριο των σεντονιών
όπου βυθίστηκα, ποτέ
δεν έπαψα να είμαι σαβανωμένος.
Το κορμί μου εδώ απλωμένο είναι ο τόπος
των γεγονότων, ο χάρτης του φόβου μου.
Είναι ένα παιδί τρομαγμένο και κρυμμένο
στο ερμάριο της καρδιάς του
ακούγοντας την αρχαία φωνή της μητέρας του
που το γυρεύει, το φωνάζει,
και έχουν περάσει τα χρόνιο κι αυτό συνεχίζει εκεί κρυμμένο,
χωρίς φωνή. Του λείπει ο αέρας.
Κανείς πια δεν το γυρεύει. Κανείς δεν το φωνάζει.
Κανείς δεν περιμένει την πληγή του. Κανείς δεν έρχεται.
Κανείς δεν θυμάται ό,τι έχω λησμονήσει.
Το κορμί μου, ναι. Δε λησμονεί. Δεν κινείται.
Τα μάτια μου χρειάζονται το φως που τους αρνήθηκα.
Επιθυμία μου είναι να επιθυμώ και να αφεθεί
το κορμί μου στο φως των όσων δεν έχει ζήσει,
στη φωνή που θα του πει: Εγέρθητι και αγάπα.
Και να εγερθεί και να αγαπά χωρίς το εγώ να το αντιληφθεί.

Juan Vicente Piqueras, Ο Λάζαρος ζητά βοήθεια
μετφρ: Νίκος Πρατσίνης

Giovanni di Paolo, The Resurrection of Lazarus, 1426, 
Walters Art Museum, Baltimore, USA
___________







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου