Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Wanjiru, κάθοδος στον Άδη και επιστροφή: παραμύθι των Kikuyu της Κένυας



Karen Blixen's painting of a young girl from the Kikuyu tribe.
Karen Blixen, πίνακας ενός νεαρού  κοριτσιού Kikuyu

"Ο άνθρωπος πεθαίνει αλλά η γλώσσα του δεν σαπίζει" 

Η μυθοπλασία πηγάζει από εκείνη την παλαιά και βαθιά ανάγκη των ανθρώπων να μιλήσουν, να περιγράψουν και να εξηγήσουν με κάποιο τρόπο δυνάμεις ακαταμάχητες, το αναπότρεπτο καθώς και το δέος τους μπροστά στο άγνωστο. Με τη φαντασία πραγματοποιούν όσα δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν αλλιώς, την επιθυμία τους για δύναμη, τότε που οι κάτοικοι του Μεγάλου Δάσους ή της σαβάνας, αισθάνονταν ανίσχυροι και ασήμαντοι, την ελπίδα για αθανασία και τη νίκη του θανάτου.

Η αφήγηση των παραμυθιών στους αφρικανούς είναι υπόθεση της μικρής κοινωνίας των χωριών και  ξεκινάει με το σβήσιμο των τελευταίων αχτίδων του ήλιου. Στη διάρκεια της αφήγησης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η απουσία του φωτός της μέρας. Η τεχνική της αφήγησης των παραμυθάδων έχει προέλευση τελετουργική. Μετά τις καθημερινές ασχολίες, το ψάρεμα, και το κυνήγι, μαζεύονται όλοι στο προαύλιο του χωριού που καίει η μεγάλη φωτιά κι εκεί αρχίζει με μια ιεροτελεστία που διαφέρει από φυλή σε φυλή η διήγηση του παραμυθά μπροστά στο φλογισμένο ακροατήριο. Ο γλαφυρός ομιλητής μιλάει με τη γλώσσα των κινήσεων και των χεριών, μιμείται ήχους ζώων και πουλιών, το θρόισμα των φύλλων του πυκνού τροπικού Δάσους, τη βοή του ανέμου, τον τριγμό των κλαδιών, το στριγγλοπούλι, τις κραυγές των πιθήκων, το γέλιο της ύαινας, το αχολόγημα του χορταριού της σαβάνας καθώς μέσα της γλιστράνε κυματιστά τα αιλουροειδή, η έκφραση του προσώπου που διανθίζει την διήγησή του και η μιμική του σώματος, τα μάτια, ο ήχος της φωνής που τη μια στιγμή ψιθυρίζει, σβήνει και χάνεται και την άλλη τα μάτια αστράφτουν, το μέταλλο της φωνής ανεβαίνει, οι κινήσεις των χεριών γίνονται γρήγορες, κοφτές, τα ρουθούνια ανοιγοκλείνουν, η γλώσσα πλαταγίζει ικανοποιημένη στα χείλη, βαθιά στο λαρύγγι δημιουργούνται κλαυθμοί ικανοποίησης, τα μακριά χέρια απλώνονται, τα ευκίνητα δάχτυλα συστρέφονται και μπλέκονται με σκιές από τις φλόγες της φωτιάς, οι μάγοι παραμυθάδες γοητεύουν το ακροατήριό τους, τα πρόσωπα των ακροατών φλογισμένα από ένταση και έξαψη ακούνε, παρακολουθούνε, συμμετέχουνε.  

Ψέματα κι αλήθεια

 Έτσι είν’ στα παραμύθια.


Αφρικάνικο παραμύθι των Kikuyu της Κένυας



Κάποτε, στα πολύ παλιά τα χρόνια, έπεσε στη χώρα ανομβρία. Ο ήλιος έκαιγε δυνατά και δεν έβρεχε καθόλου. Αυτό κράτησε για τρία ολόκληρα χρόνια. Τότε ο λαός μαζεύτηκε για να συμβουλευτεί το σοφό του χωριού, που μελέτησε τους οιωνούς. Στο τέλος είπε:

«Υπάρχει μια παρθένα εδώ που πρέπει να αγοράσουμε, αν θέλουμε να πέσει βροχή. Το όνομά της είναι Γουαντζίρου (Wanjiru). Όλοι σας πρέπει να έρθετε πάλι εδώ μεθαύριο και κάθε ενήλικας και κάθε παιδί πρέπει να φέρει μια κατσίκα για να αγοράσουμε το κορίτσι».


Κορίτσι Kikuyu, που κουβαλάει νερό

Οι άνθρωποι του χωριού έκαναν ό,τι ακριβώς τους είπε. Την προκαθορισμένη μέρα έβαλαν τη Γουαντζίρου στη μέση ενός κύκλου. Αυτή άρχισε να βουλιάζει στο χώμα. "Χάνομαι", φώναξε. "Χαθήκαμε", ούρλιαξαν οι γονείς της.

Όταν ακούστηκαν οι φωνές, ο κόσμος έτρεξε κι έσπρωξε τις κατσίκες προς το μέρος των γονιών του κοριτσιού. Στο μεταξύ το κορίτσι συνέχισε να βουλιάζει στο χώμα. Είχε βουλιάξει ως τη μέση. Φώναξε και ξαναφώναξε: "Χάνομαι" και μετά φώναξε "Θα έρθει η βροχή". 



Woman from the Kikuyu tribe in traditional dress
Γυναίκα Kikuyu
Είχε βουλιάξει ως το λαιμό όταν η βροχή άρχισε να πέφτει. Μεγάλες, χοντρές σταγόνες βροχής. Η οικογένειά της ζήτησε αμέσως να μην την αφήσουν να βουλιάξει άλλο, αλλά οι παρευρισκόμενοι τους έδιναν όλο και περισσότερες κατσίκες κι έτσι δεν έτρεξαν προς το μέρος της. Τότε η Γουαντζίρου φώναξε "Χάθηκα και φταίει η οικογένειά μου".

Έπειτα εξαφανίστηκε μέσα στη γη. Το χώμα τη σκέπασε εντελώς κι η βροχή έπεφτε καταρρακτωδώς. Έβρεχε κι έβρεχε, κι όλοι έτρεξαν να γυρίσουν στα χωριά τους.



Kikuyu people of Kenya -

Ήταν κι ένας νεαρός, ένας πολεμιστής, που πραγματικά την αγαπούσε τη Γουαντζίρου κι έκλαιγε λέγοντας: "η Γουαντζίρου χάθηκε και φταίει η οικογένειά της". Πήρε λοιπόν το δόρυ του και την ασπίδα του και περπάτησε μέρες και νύχτες ώσπου τελικά, την ώρα που σουρούπωνε, έφτασε στο μέρος όπου το κορίτσι που αγαπούσε είχε εξαφανιστεί. Βρήκε το σημείο που την είχε καταπιεί η γη. Στάθηκε εκεί όπως είχε σταθεί κι εκείνη, κι η γη άνοιξε και τον κατάπιε. Όταν η γη τον είχε καλύψει εντελώς, είδε ότι βρισκόταν σε ένα διάδρομο. Περπάτησε στο διάδρομο μέχρι που βρήκε το κορίτσι. 



Τη λυπήθηκε πολύ έτσι που είχε καταντήσει, είχε χάσει όλη τη δύναμη της. Της μίλησε ευγενικά, της είπε ότι οι δικοί της την είχαν θυσιάσει για να έρθει η βροχή κι ότι τώρα που η βροχή είχε έρθει, αυτός θα την πήγαινε πίσω στο σπίτι της. 


Kenya Kikuyu Warrior


Φορτώθηκε το κορίτσι στην πλάτη του, μια και τώρα ήταν ελαφριά σαν παιδάκι, κι επέστρεψε στο διάδρομο. Βγήκαν κι οι δυο στην επιφάνεια. Τότε ο νεαρός τη συμβούλεψε να μην ξαναπάει σπίτι της αφού η οικογένειά της την είχε μεταχειριστεί τόσο άσχημα.Τη νύχτα ο πολεμιστής πήγε τη Γουαντζίρου στο σπίτι της μάνας του. Το κορίτσι έμεινε εκεί μέχρι να ανακτήσει τις δυνάμεις του.




 Μια φορά σε ένα μεγάλο χορό το κορίτσι σηκώθηκε να χορέψει. Την είδαν οι συγγενείς της αλλά ο εραστής της προσπάθησε να τους διώξει γιατί την είχαν ξεπουλήσει ξεδιάντροπα. Η Γουαντζίρου γύρισε στο σπίτι της μητέρας του. Οι συγγενείς της όμως πήγαν να την επισκεφθούν. Τότε ο πολεμιστής τους πλήρωσε την τιμή αγοράς μιας νύφης και παντρεύτηκε τη Γουαντζίρου.



Kikuyu Bride and Groom Kenya
Γαμπρός και νύφη Kikuyu:
Σύμφωνα με τα έθιμα ο άντρας αυτός αγόρασε τη νύφη, 

πληρώνοντας στον πατέρα της 
οκτώ αγελάδες, δέκα κατσίκες και είκοσι κανάτια ντόπια μπύρα.


Συγκριτική μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία μύθων και λαϊκών παραμυθιών
 Κάθοδος στον Άδη:  Ο κύκλος του Ορφέα και της Ευρυδίκης



Kikuyu, κάτω από την "κλίνη του Θεού"......



Οι Kikuyu είναι μια από τις τοπικές φυλές - η αριθμητικά πολυπληθέστερη - που ζουν στην ανατολική και νότια πλευρά του όρους ΚένυαΑσχολούνται με τη γεωργία, καθώς το ηφαιστειογενές έδαφος του βουνού είναι ιδιαίτερα γόνιμο. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους το όρος Κένυα συνιστά σημαντικό στοιχείο στη λαογραφία και τον πολιτισμό τους.

Φτιάχνουν τα σπίτια τους με τέτοιο τρόπο, ώστε οι πόρτες να βλέπουν προς το βουνό, το οποίο αποκαλούν  "Kirinyaga"δηλαδή λευκό ή λαμπρό βουνό. Οι παγετώνες και οι χιονοσκέπαστες πλαγιές του αποκαλούνται "κλίνη του Θεού." Λευκή σκόνη από το βουνό χρησιμοποιείται σε διάφορες τελετουργίες, όπως στην περιτομή.

http://el.wikipedia.org




Η μυθολογία των Kikuyu 

Οι Kikuyu πιστεύουν ότι ο Θεός τους, ο Ngai, ζει πάνω στο όρος Κένυα από τότε που κατέβηκε από τον ουρανό. Πιστεύουν ότι το βουνό είναι ο θρόνος του Ngai πάνω στη Γη. Είναι ο τόπος όπου ο Gikugu, ο πατέρας της φυλής, συναντούσε τον Θεό και μάλιστα ότι είναι ο πρώτος άνθρωπος που ανέβηκε στο όρος Κένυα.

Ακολουθώντας τις οδηγίες του Ngai, ο Gikugu, πήγε σ' ένα άλσος με συκιές και συνάντησε μια γυναίκα, την Mumbi. Το άλσος, γνωστό ως Mukuru wa Nyagathanga, θεωρείται ιερός τόπος, η γενέτειρα όλων των Κικούγιου. 

Το ζευγάρι απέκτησε 9 κόρες, Wanjiku, Wanjiru, Wanjeri, Wambui, Wangari, Wacera, Waithera, Wairimu και Nyambura (Παραδοσιακά σε όλα τα κορίτσια Κικούγιου έπρεπε να δοθεί ένα από αυτά τα ονόματα).



Τα κορίτσια μεγάλωσαν κι έγιναν όμορφες νεαρές γυναίκες, οι οποίες κάθε πανσέληνο περιπλανιούνταν, αναζητώντας άντρες, έτσι ώστε να φέρουν στον κόσμο παιδιά. Ο πατέρας τους  προσέφυγε για βοήθεια στον Ngai, που τον διέταξε να κάνει θυσία στο άλσος με τις συκιές και ν' ανάψει μια φωτιά.

Η θυσία της κατσίκας κάτω από μια συκιά εξακολουθεί να θεωρείται ένας τρόπος για να έρθει η βροχή σε περιόδους ξηρασίας. Μετά τη θυσία βύθισε εννέα ραβδιά σε μια φωτιά, και προσευχήθηκε. Από την πυρκαγιά που ξέσπασε αναδύθηκαν εννέα ρωμαλέοι νέοι άνδρες, γαμπροί για τις εννέα κόρες του Gikugu. Οι εννέα γάμοι ευλογήθηκαν από τον ίδιο τον Ngai. Έτσι γεννήθηκαν εννέα οι ξεχωριστές φυλές του Kikuyu.








Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Κάθοδος στον Άδη, «ιαπωνικώ τω τρόπω»· Ιζανάμι και Ιζανάγκι


Ema board of Izanagi and Izanami at Taka-jinja shrine
_______________

Η ιαπωνική μυθολογία σχετίζεται άμεσα με το Σίντο, την παλιότερη ιαπωνική θρησκεία. Στο Kojiki, «το χρονικό των αρχαίων υποθέσεων, ένα κείμενο θεογονίας, γραμμένο το 711 μ.Χ. από τον χρονικογράφο Ο no Yasumaro, ανιστορείται ο μύθος του Ιζανάγκι και της Ιζανάμι.

Στην αρχή της δημιουργίας του κόσμου, όταν ακόμα η γη ήταν όλη καλυμμένη από νερό, οι αρχέγονες θεότητες διέταξαν δύο νεότερες θεότητες, τον Ιζανάγκι και την αδελφή του, την Ιζανάμι, να δημιουργήσουν στεριά. Τους έδωσαν ένα καμάκι με ουράνια διακόσμηση και τους είπαν να σταθούν πάνω στη γέφυρα του Ουρανού που κρεμόταν πάνω από τη γη. Με το δόρυ τους άρχισαν να αναδεύουν τα νερά του Ωκεανού μέχρι που το αλάτι έπηξε και δημιούργησε ένα νησί, που ονομάστηκε Ονορόγκο.


Στο νησί έχτισαν ένα σπίτι με ένα κεντρικό πέτρινο πυλώνα, που είναι το κέντρο του κόσμου. Τότε ρώτησε ο Ιζανάγκι την Ιζανάμι:

— Με ποιο τρόπο είναι φτιαγμένο το σώμα σου;

— Το σώμα μου έχει μεγαλώσει και συνεχίζει να μεγαλώνει. Υπάρχει όμως ένα κομμάτι που δε μεγαλώνει πια!

— Και το δικό μου σώμα έχει μεγαλώσει και συνεχίζει να μεγαλώνει, είπε ο Ιζανάγκι. Υπάρχει όμως ένα κομμάτι που έχει περιττή ανάπτυξη, θα ήταν λοιπόν καλό αυτό το κομμάτι του σώματος μου που έχει περιττή ανάπτυξη να εισέλθει στο κομμάτι του σώματος σου που έχει σταματήσει να αναπτύσσεται, κι έτσι να δημιουργήσουμε νέους τόπους! 

— Καλό θα ήταν! Απάντησε η Ιζανάμι.

Τότε έκαναν την τελετή του γάμου τους περπατώντας γύρω από τον κεντρικό πυλώνα, η Ιζανάμι από τα δεξιά και ο Ιζανάγκι από αριστερά. Καθώς συναντήθηκαν η Ιζανάμι δεν κρατήθηκε και φώναξε με θαυμασμό:

— Ω! τι συμπαθητικός και γοητευτικός νεαρός!

— Ω! τι όμορφη και συμπαθητική κοπέλα! Απάντησε ο Ιζανάγκι.

Όταν τελείωσαν τις γαμήλιες προσευχές, ο Ιζανάγκι είπε στη σύζυγο του:

 Δεν ήταν σωστό να μιλήσει πρώτη η γυναίκα!


Έπειτα αποσύρθηκαν στη γαμήλια κάμαρα και άρχισαν το έργο της αναπαραγωγής. Όμως τα παιδιά που γέννησαν ήταν δύσμορφα. Το ζευγάρι ρώτησε τις αρχέγονες θεότητες. Εκείνες ζήτησαν και πήραν χρησμό που έλεγε ότι τα παιδιά γεννήθηκαν δύσμορφα επειδή, κατά την τελετή του γάμου, είχε μιλήσει πρώτη η γυναίκα. Έπρεπε να επαναλάβουν την τελετή και να διορθώσουν το λάθος τους. Έτσι κι έγινε. Ο Ιζανάγκι και η Ιζανάμι περιφέρθηκαν πάλι γύρω από τον πέτρινο πυλώνα.

— Ω! τι όμορφη και συμπαθητική κοπέλα!, είπε ο Ιζανάγκι.

— Ω! τι συμπαθητικός και γοητευτικός νεαρός! Απάντησε η Ιζανάμι.

Τα πρώτα παιδιά που γέννησε η Ιζανάμι, μετά από τη δεύτερη τελετή του γάμου τους, είναι τα 8 νησιά της Ιαπωνίας. Έπειτα άρχισε να γεννά τους θεούς που θα διαμόρφωναν και θα κυβερνούσαν τον γήινο κόσμο: τους θεούς της θάλασσας, της στεριάς, της βροχής. Αλλά όταν γεννούσε το θεό της φωτιάς τα γεννητικά της όργανα κάηκαν τόσο πολύ που αρρώστησε βαριά. Από τον εμετό και τα περιττώματα της γεννήθηκαν κατώτερες θεότητες.


Kagu-tsuchi, ο θεός της φωτιάς
__________

Όταν η Ιζανάμι πέθανε, από τα δάκρυα του Ιζανάγκι γεννήθηκε η θεά του θρήνου. Τότε, τραβώντας το σπαθί του έκοψε το κεφάλι του νεογέννητου που ήταν η αιτία του θανάτου της γυναίκας του.

Έπειτα ο Ιζανάγκι, ποθώντας να την ξαναβρεί, κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο. Όταν την συνάντησε μπροστά από τα παλάτια του θανάτου, της είπε:

— Έλα, αγαπημένη μου. Οι χώρες που δημιουργούμε μαζί δεν έχουν τελειώσει ακόμα. Έλα πίσω!

— Κρίμα, που δεν ήρθες νωρίτερα. Τώρα πια έφαγα από το ψωμί του Κάτω Κόσμου. Όμως, ναι, θέλω να γυρίσω πίσω. Αλλά πρέπει να το συζητήσω με τις θεότητες του Κάτω Κόσμου. Μη γυρίσεις να με κοιτάξεις!

Η Ιζανάμι μπήκε στο παλάτι αλλά επειδή αργούσε να ξαναβγεί, ο Ιζανάγκι έσπασε ένα δόντι από το χτένι που είχε στα μαλλιά του, το άναψε σα δαυλό και μπήκε στα σκοτεινά δωμάτια του παλατιού. Την βρήκε και την κοίταξε. Είχε αρχίσει να σαπίζει και από το σώμα της, που ήταν γεμάτο σκουλήκια, γεννιόντουσαν οι θεότητες των κεραυνών. Ο Ιζανάγκι κατατρόμαξε κι έτρεξε να γυρίσει πίσω. Εκείνη τον κατάλαβε και του φώναξε:

 Με ντρόπιασες!

«Izanami» by Matthew Meyer
 Η Ιζανάμι, θυμωμένη, έχει μεταμορφωθεί σε δαίμονα
_____________

Κι έστειλε την Ασχημογυναίκα του Κάτω Κόσμου να τον καταδιώξει. Ο Ιζανάγκι πέταξε πίσω του το μαύρο κάλυμμα του κεφαλιού του κι αυτό μεταμορφώθηκε σε τσαμπιά από μαύρο σταφύλι. Καθώς η Ασχημογυναίκα σταμάτησε για να τα φάει, εκείνος της ξέφυγε.

Τότε η Ιζανάμι έστειλε πίσω του τις οκτώ θεότητες του κεραυνού με χίλιους πεντακόσιους στρατιώτες του Κάτω Κόσμου. Ο Ιζανάγκι έσυρε το μυθικό σπαθί του και κραδαίνοντάς το υποχώρησε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Κι επειδή οι διώκτες του εξακολουθούσαν να πλησιάζουν, έκοψε τρία ροδάκινα από τη ροδακινιά που είχε φυτρώσει στην είσοδο του Κάτω Κόσμου και τους τα πέταξε κάνοντας τους να υποχωρήσουν. Έπειτα είπε στα ροδάκινα:

— Επειδή με βοηθήσατε, από δω και πέρα θα είστε τα θεϊκά φρούτα!

Η Ιζανάμι, βλέποντας ότι όλοι οι διώκτες του Ιζανάγκι είχαν αποτύχει, βγήκε η ίδια να τον κυνηγήσει. Καθώς τον πλησίαζε, εκείνος σήκωσε έναν ογκόλιθο κι έφραξε το πέρασμα ανάμεσα στον Πάνω και τον Κάτω Κόσμο. Η Ιζανάμι στάθηκε από την άλλη μεριά του ογκόλιθου και του φώναξε:

 Γι' αυτό που έκανες, χίλιους ανθρώπους θα θανατώνω κάθε μέρα!

— Αν το κάνεις αυτό, χίλια πεντακόσια μωρά θα κάνω να γεννιούνται κάθε μέρα! Απάντησε ο Ιζανάγκι.

Ο Ιζανάγκι φράζει το πέρασμα για τον Κάτω Κόσμο. 
Η Ιζανάμι προσπαθεί να τον προφτάσει.
____________

Έτσι η Ιζανάμι έγινε η θεά του Κάτω Κόσμου.

Σαν έφυγε ο Ιζανάγκι από τον Κάτω Κόσμο έφτασε σ' ένα δασάκι με πορτοκαλιές. Εκεί στάθηκε να πλυθεί στο ρυάκι. Καθώς σκούπισε το αριστερό του μάτι γεννήθηκε η θεά του ήλιου Αματερασού. Όταν σκούπισε το δεξί του μάτι γεννήθηκε ο θεός του φεγγαριού Τσούκι-γιόμι. Κι όταν σκούπισε τη μύτη του δημιούργησε τον Σουσάνο, το θεό της Θύελλας.


Η θεά του ήλιου Αματερασού
________________

Ο μύθος προβάλλει τους αντίθετους κύκλους του φωτός και τους σκότους, της γέννησης και του θανάτου και παρουσιάζει προφανείς αναλογίες με τον ελληνικό μύθο του ΟΡΦΕΑ και της ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ αλλά και με τον μύθο της ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ, που και αυτή έφαγε την τροφή του κόσμου του σκότους και γι' αυτό δεν μπορεί να γυρίσει στον κόσμο του φωτός.

Η παράκληση της Ιζανάμι να μη γυρίσει να την κοιτάξει ο Ιζανάγκι - κοινή στους μύθους του Ορφέα και Ευρυδίκης, όπως και στην εβραϊκή παράδοση με τη Γυναίκα του Λωτ - δεν υπαγορεύεται εδώ από τους θεούς. Η Ιζανάμι ντροπιάζεται που αποκαλύφθηκε σε μια τόσο ταπεινωτική κατάσταση αποσύνθεσης: φαγωμένη από τα σκουλήκια και οι σάρκες της σε σήψη να αναδίνουν μια αηδιαστική μυρωδιά. Εξοργισμένη μαζί του, στέλνει πίσω του τους δαίμονες του κόσμου του Σκότους.

Αντίθετα από εμάς, οι Ιάπωνες δεν επωφελήθηκαν από τις δραματικές δυνατότητες, που η κατάσταση έκλεινε μέσα της. Στον ιαπωνικό μύθο η λύση της τελευταίας αυτής καταστάσεως δίνεται με ένα είδος συμβιβασμού. Παρατηρούμε και σε άλλα επεισόδια της ιαπωνικής μυθολογίας τέτοιες λύσεις που γίνονται με πνεύμα συμφιλιώσεως.

Θα πρέπει χωρίς αμφιβολία να αποδοθεί το γεγονός σε μια βασική διαφορά ανάμεσα στην ιαπωνική και την ελληνική φιλοσοφία.




«Τα παντρεμένα βράχια»

Τα βράχια Meoto Iwa βρίσκονται λίγα μέτρα από την ακτή Futami στην Ιαπωνία και είναι γνωστά με την κοινή ονομασία «Τα παντρεμένα βράχια»“Ηusband and wife rocks”  ή "Τhe "Wedded Rocks", τα οποίοι αντιπροσωπεύουν τον Ιζανάγκι και την Ιζανάμι. Οι βράχοι είναι ενωμένοι  μ' ένα ιερό σκοινί, κατασκευασμένο από στελέχη ρυζιού  που ονομάζεται Shimenawa. 



Ο μεγαλύτερος βράχος, 9 μέτρα ύψος και περιφέρεια περίπου 40 μέτρα είναι ο Ιζανάγκι και στην κορυφή του υπάρχει μια μικρή Ιερή Πύλη Shinto. Ο μικρότερος  βράχος, 3,6 μέτρα ύψος και 4 μέτρα  η περιφέρειά του, είναι η Ιζανάμι.  

Τρεις φορές το χρόνο, Μάη, Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο, κατά τη διάρκεια τελετής, που ονομάζεται  Oshimenawahari, γιαπωνέζοι ιερείς Shinto, αντικαθιστούν το ιερό σκοινί, Shimenawaπου ζυγίζει περίπου ένα τόνο, με καινούριο.

meoto-iwa-1

Το ζευγάρι των βράχων αποτελεί στην ουσία ένα ιερό για τους γάμους, ενώ δεν είναι λίγα τα ζευγάρια που φέρνουν εδώ τα τάματά τους προκειμένου να ζητήσουν έναν δεμένο και ευτυχισμένο γάμο. Πλήθος τελετών λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ πολύς κόσμος έρχεται για να τις παρακολουθήσει αλλά και για να φωτογραφίσει το… πέτρινο ζευγάρι!

meoto-iwa-2

Οι γιαπωνέζικες πύλες του Άδη...


Yomotsu Hirasaka, οι πύλες του Άδη στην περιοχή Izumo. 
Το όριο μεταξύ της γης των ζωντανών και της γης των νεκρών.



Το άγαλμα των δύο θεοτήτων στις Πύλες του Άδη
_________________



Τα βράχια με τα οποία ο Ιζανάμι έκλεισε το πέρασμα ανάμεσα στη Γη και τον Κάτω Κόσμο
_______________


Και οι θεοί χορεύουν ...




Συγκριτική μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία μύθων και λαϊκών παραμυθιών
Κάθοδος στον Άδη: Ο κύκλος του Ορφέα και της Ευρυδίκης


Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Κάθοδος στον Άδη, Ορφέας και Ευρυδίκη: μύθοι ζώντες διά της τέχνης.....


George Frederic Watts - Orpheus and Eurydice,

Αρχή του παραμυθιού........

Ο Αρισταίος ήταν γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Κυρήνης. Από τις Νύμφες έμαθε την καλλιέργεια του αμπελιού και της ελιάς, πώς να φροντίζει τα μελίσσια, πώς να παρασκευάζει τυρί από το γάλα και πώς να μπολιάζει τις αγριελιές για να βγάζουν καρπό. Ο Αρισταίος, με τη σειρά του, φρόντισε όσα γνώριζε να γίνουν κτήμα των ανθρώπων.

Ο Αρισταίος σχετίζεται με τον κύκλο του Ορφέα. Σύμφωνα με το Βιργίλιο, η Ευρυδίκη, γυναίκα του Ορφέα, βρήκε τραγικό θάνατο, από δάγκωμα φιδιού, στην προσπάθεια της να ξεφύγει από τον Αρισταίο που την καταδίωκε. Οι θεοί οργίστηκαν από την πράξη του και έστειλαν επιδημία στις μέλισσές του που αφανίστηκαν. Εκείνος, για να μάθει την αιτία της συμφοράς του, ζήτησε τη βοήθεια της μητέρας του. Η Κυρήνη τον έστειλε στον μάντη Πρωτέα κι εκείνος του αποκάλυψε πώς οι θεοί τον τιμώρησαν για το θάνατο της Ευρυδίκης.


Jacopo del Sellaio, ένα νερόφιδο δαγκώνει την Ευρυδίκη







Τάδε έφη Βιργίλιος.....

Σὰν ὁ Πρωτέας βγαίνοντας ἀπὸ τὸ κῦμα ἐρχότουν

Στὲς μαθημένες του σπηλιὲς κι’ ὁλόγυρά του ὁ κόσμος
Ὁ νοτερὸς τῆς θάλασσας τῆς ἀνοιχτῆς πηδῶντας
Πέρα σκορπᾶ πικρὴ δροσιά. Στὸ περιγιάλι οἱ φῶκες
Ἐδὼ κ’ ἐκεῖ ξαπλόνονται νὰ κοιμηθοῦν, κ’ ἐκεῖνος.
Καθὼς ὁ σταυλοφύλακας πολλὲς φορὲς στὰ ὄρη.
Σὰν τὰ μοσκάρια σπίτι τους τὰ φέρνει ὁ Ἀποσπερίτης
Κ’ οἱ λύκοι ἀψιόνουν τῶν ἀρνιῶν τὰ βλιάσματα γρικῶντας,
Καθίζει μὲς στὴ μέση τους ἀπάνου σὲ μιὰ ξέρα
Καὶ τὲς μετρᾶ ξεταστικά. Καὶ μεταβιᾶς προσμένει
Ὁ Ἀρισταῖος, σὰ βολικιὰ στιγμὴ τού ἐπαρουσιάστη,
Τὰ κουρασμένα πόδια του ὁ γέροντας ν’ ἁπλώσει,
Καὶ μὲ φωνὴ τοῦ χύνεται μεγάλη καὶ μὲ σπέδες
Κυριεύει τὸν κοιτάμενον. Κι’ αὐτὸς ἀπ’ τἄλλο μέρος
Δὲ λησμονᾶ τὲς τέχνες του, τὴν ὄψη παίρνει ἀπ’ ὅλα
Tὰ θιαμαστὰ τὰ πράματα, καὶ φλόγα καὶ θηρίο
Γένεται τρομερώτατο καὶ ξάστερο ποτάμι.
Μὰ ἀφοῦ δὲ βρίσκει τῆς φυγῆς τὸν τρόπο μὲ τοὺς δολους,
Παίρνει ξανὰ τὴν πρώτη του μορφὴ καὶ νικημένος
Τέλος μὲ στόμα ἀνθρώπινο τοῦ ἀναθιβαίνει τότες:
,,Καὶ ποιὸς σ’ ἐπρόσταξε λοιπὸν ἀπόκοτο κοπέλι
Μέσα στὰ σπίτια μας νὰ μπεῖς; καὶ τί ζητᾶς ἐδῶθε;“
Εἶπε· καὶ τοῦ ἀποκρίθηκε: „Ξέρεις, Πρωτέα, ξέρεις
Ὁ ἴδιος, καὶ σὲ τίποτα δὲ σ’ ἀπατάει κανένας·
Μὰ ἂς μὴν τὸ θέλεις οὔτε σύ• στὲς προσταγὲς ὑπάκουοι
Τῶν ἀθανάτων τῶν θεῶν ἤρθαμε ἐμεῖς· ἐδῶθε
Γιὰ τὰ χαμένα πράματα μαντέματα ζητώντας.“
Τόσα εἶπε μόνο, καὶ σ’ αὐτὰ μὲ δύναμη μεγάλη
Τὰ μάτια ποὖχαν γαλανὲς ἀναλαμπὲς ἀπέκει
Ὁ μάντης στριφογύρισε, βαρειὰ ἔστριξε τὰ δόντια
Κι’ ἄνοιξε τέλος γιὰ νὰ εἰπεῖ τὴν προφητεία τὸ στόμα;
,,Ἀληθινό εἶνε, ὁργὴ θεοῦ σὲ κυνηγᾶ· πλερώνεις
Κρίμα μεγάλο. Δύστυχος, χωρὶς νὰ φταίει καθόλου,
Ὁ Ὀρφέας, ἂ δὲν ἀντισταθοῦν οἱ μοῖρες, ἀνασταίνει
Γιὰ σένα τοῦτες τὲς ποινὲς καὶ φοβερὰ μανίζει
Μαζῆ σου, γιατὶ τοῦ ἅρπαξεν ὁ χάρος τὴ συμβία.
Ἐκείνη, ὅταν σ’ ἐξέφευγε γοργὰ κατὰ τὸ μάκρος
Τοῦ ποταμοῦ, στὰ πόδια της ἡ θανατογραμμένη
Κόρη δὲν εἶδε τὸν τρανὸ τὸν ὕδρο ποῦ τοὺς ὄχτους
Στὰ ψηλὰ χόρτα ἐφύλαγε. Μὰ τῶν βουνῶν τὰ χτένια
Ἐγιόμισαν ἀπ’ τὲς φωνὲς ὁμόλικων Δρυάδων,
Κλαῖν τὰ Παγγαῖα τὰ ψηλὰ κ’ οἱ ράχες τῆς Ροδόπης,
Κ’ ἡ γῆς ἡ πολεμόχαρη τοῦ Ρήσου, οἱ Γέτες, ὁ Εὖρος,
Ἡ Ὠρείθυια κι’ ὅλας ἡ Ἀττική. Κ’ ἐκεῖνος μὲ χελώνα
Κούφια πρααίνει τὴν πικρὴν ἀγάπη του καὶ σένα
Συμβία γλυκειὰ ὁλομόναχος σὲ ψάλλει στ’ ἀκρογιάλι,
Ἐσὲ σὰν ἔρχεται τὸ φῶς. ἐσὲ σὰ φεύγει ἡ μέρα.


Orphée et Eurydice, Louis Ducis 




Ἐμπῆκε καὶ στοῦ Ταίναρου τὴν καταβόθρα, στ’ Ἅδη

τὰ τρίσβαθα τὰ στόματα, σὲ λόγγους ποῦ τὰ μαῦρα
τὰ σκιάχτρα τοὺς μελάνιαζαν, κ’ ἦρθε στὸ βασιλέα
τὸν τρομερό καὶ στὲς ψυχὲς τῶν ἀποκοιμημένων,
καὶ στὲς καρδιὲς ποῦ δὲ λυγᾶν μὲ παρακάλια ἀνθρώπων.
Ἀλλὰ ἀπὸ τὸ τραγοῦδι του συγκινημένοι οἱ ἴσκιοι
καὶ τ’ ἄσαρκα φαντάσματα ποῦ πλιὰ ζωὴ δὲν ἔχουν,
απὸ τοῦ Ἐρέβους ἔβγαιναν τὰ τρίσβαθα τὰ μέρη
πλῆθος πολύ, σὰν τὰ πουλιὰ ποῦ κρούβονται χιλιάδες
στὰ φύλλα, σὰν ὀχ τὰ βουνὰ τὸ σούρουπο τὰ διώχνει
ή κ’ οἱ βροχάδες οἱ δαρτές: μάννες ἀντάμα κι’ ἄντρες,
καὶ ἡρώων μεγαλόψυχων κορμιὰ ποὖχαν πεθάνει,
Καὶ κορασιὲς ἀνύπαντρες, παιδιὰ μικρά, καὶ νέοι
ποῦ σὲ πυρὲς πιθώθηκαν μπρὸς στῶν γονηῶν τὰ μάτια.
Κι’ ὅλους ὁ βάλτος μελανὸς καὶ τἄσκημο καλάμι
τοῦ Κωκυτοῦ καὶ μὲ τἀργὸ τὸ κῦμα της ἡ λίμνη
η ἀχάρευτη ἀπ’ ὁλόγυρα τοὺς σταματοῦν, κ’ ἡ Στύγα,
Ποῦ ἐννιὰ φορὲς ἀνάμεσα περνᾶ, τοὺς περιορίζει.
ως κ’ ἡ καρδιὰ τοῦ Τάρταρου, τὸ σπίτι τοῦ θανάτου,
καὶ οἱ Ἐριννύες, ποῦ τὰ μαλλιὰ μὲ μπλάβα φείδια πλέκουν,
εσάστισαν, καὶ χάσκοντας ἀντικρατεῖ τὰ τρία
τὰ στόματά του ὁ Κέρβερος, καὶ στέκεται ὡς καὶ ή ρόδα,
ποῦ στρίφει τὸν Ἰξίονα, γιατὶ κι’ ὁ ἀέρας πέφτει.

Καὶ τώρα πλιὰ ξανάγερνε, κ’ εἶχε ξεφύγει ἀπ’ ὅλα
τὰ κίντυνα καὶ πρὸς τὸ φῶς τοῦ κόσμου ἡ Εὐρυδίκη.
Ποῦ πάλι τοὖχε χαριστεῖ, κατόπι ἀκολουθῶντας,
(Τί τέτοιο νόμο τοὔβαλεν ἡ Περσεφόνη) ἐρχότουν.



Ὅταν κυριεύει ξαφνικὰ τὸν ἄβουλο ἐρωτάρη
μιὰ τρέλλα, ποῦ συχωρετὴ θὲ νἆταν, ἂν ὁ Ἅδης
εγνώριζε νὰ συχωρεῖ: σιμὰ στὸ φῶς τελείως,

απὸ το πάθος τῆς ψυχῆς παρμένος, λησμονάει,
καί, ὤφου! τὴν Εὐριδίκη του γυρίζοντας τηράζει.
Ὅλα τὰ κόπια ἐχάθηκαν· χαλιῶνται κ’ οἱ συνθῆκες
τοῦ τύραννου τοῦ φοβεροῦ καὶ τρεῖς φορὲς στὲς λίμνες
τ’ Ἀόρνου ἀντάρα ἀκούστηκε. Καὶ τότες "Ποιός" τοῦ λέει,
Ὀρφέα καὶ μὲ τὴ δύστυχη καὶ σὲ μᾶς ἔχει χάσει;
Ποιὰ μάνητα; Ἄχ, οἱ ἄσπλαχνες οἱ μοῖρες πάλι ὁπίσω
μὲ κράζουν, κ’ ὕπνος τὰ θολὰ τὰ μάτια μοῦ σκεπάζει.
Καὶ τώρα γειά σου! ἐβύθισα, μὲ τρογυρίζει νύχτα
βαρηὰ κι’ ἁπλόνω κατὰ σὲ τοῦ κάκου ἐγώ τὰ χέρια
τ ἀνήμπορα, ποῦ, ἀλοίμονο! δὲ θἆνε πλιὰ δικά σου."

Christian Gottlieb Kratzenstein, Orpheus and Eurydice, 1806,

Εἶπε • κι’ ἀπὸ τὰ μάτια του, σὰν ὁ καπνὸς ποῦ λυώνει
μὲς στὸν ἀέρα τὸν ψιλό, στὰ βάθη φεύγει ἀμέσως•
Καὶ τὸν Ὀρφέα ποὔθελε πολλὰ νὰ κρίνει ἀκόμα
κ’ ἴσκιους τοῦ κάκου προσπαθεῖ νὰ πιάσει πλιὰ δὲν εἶδε.
Καὶ τώρα δὲν τοῦ συχωρεῖ τ’ Ἅδη ὁ περαματάρης
τὸ βάλτο πάλι νὰ διαβεῖ ποῦ τοὔκοφτε τὸ δρόμο.
Τί θἄκανε; σὰ δυὸ φορὲς τοῦ ἁρπάχτηκε ἡ συμβία,
ποῦ θένα πήγαινε; μὲ τί παράπονο τὸν Ἅδη
καὶ τοὺς θεοὺς μὲ τί φωνὲς αὐτὸς θὰ ἐσυγκινοῦσε;
Μακριά πλιὰ τώρα στῆς Στυγὸς τὴ βάρκα ἐκείνη πλέει.

Orpheus and Euridice - Frederic Leighton (1864)

Κ’ ἔκλαιγε ἐκεῖνος, καθὼς λέν, κατὰ σειρὰ ἑφτὰ μῆνες
μὲς στοῦ Στρυμόνα τὸ ἔρημο τὸ φρύδι κι’ ἀποκάτου
απὸ ἕνα βράχο τρίψηλο καὶ στὸ ψυχρὸ τὸ σπήλιο
ξετύλιγε τὴ μοίρα του κ’ ἡμέρευε τὸν τίγρη
μὲ τὸ τραγούδι κ’ ἔκανε τὰ δέντρα νὰ σαλεύουν,
όπως στῆς λεύκας τὴν ἱσκιὰ δέρνεται ή Φιλομήλα
θρηνῶντας τὰ χαμένα της τὰ τέκνα, ποῦ τὰ πῆρε
ο ζευγουλάτης ὁ ἄκαρδος, ἰδόντας τὴ φωληά της,
αφτέρωτα, καὶ τότε αὐτὴ τὴ νύχτα κλαίει σὲ κλάδο
καθούμενη, καὶ τ’ ἄχλιο της τραγούδι ξαναρχίζει,
καὶ θλιβερὸ τὸ κλάμα της γιομίζει ὅλο τὸν τόπο.
Καὶ τὴν καρδιὰ δὲν τοῦ λυγᾶν οἱ Ὑμέναιοι κ’ ἡ Ἀφροδίτη,
μὰ ταξειδεύει μοναχὸς τοὺς ὑπερβόρειους πάγους.
Τὸ χιονισμένον Τάναϊ καὶ τὰ Ριπαῖα λιβάδια,
ποῦ οἱ πάχνες πάντα σκέπουν τα, καὶ κλαίει τὴν Εὐρυδίκη,
ποῦ ὁ Χάρος τοῦ τὴν ἅρπαξε, καὶ τ’ ἄχρηστα τὰ δῶρα
τοῦ Πλούτωνα.

Charles François Jalabert - Nymphs Listening to the Songs of Orpheus

Κ’ ἡ πίστη του τὲς μάννες τῶν Κικόνων
εκαταφρόνεσε• κι’ αὐτὲς στὰ νυχτικὰ μυστήρια
τοῦ Βάκχου, ὅταν ἐγιόρταζαν τοὺς ἀθανάτους, σκίζουν
τὸν ἄγουρο καὶ τὸν σκορποῦν στοὺς ἀνοιχτοὺς τοὺς κάμπους.
Καὶ τότε, ἐνῶ τὴν κεφαλή, ποῦ τοὖχαν ξεριζώσει
απὸ τὸ μαρμαρόλευκο λαιμό, τὴν ἐκυλοῦσε
στὴ μέση τῆς κατεβασιᾶς ὁ Οἰαγριακὸς ὁ Ἔβρος,
η κρύα του ἡ γλώσσα, κ’ ἡ ἴδια του ἡ φωνὴ τὴν Εὐρυδίκη
Κράζει. Καὶ τοὔφευγε ἡ ψυχή); "Αχ δύστυχη Εὐρυδίκη!"
Κι’ ἀντιλαλοῦν ὅλες οἱ ὀχτιὲς τοῦ ποταμοῦ: "Εὐρυδίκη."


Emile Levy, Mort d'Orphée

Συγγραφέας: Βιργίλιος , Γεωργικά Βιβλίο Δ

Ποιος είναι ποιος....

1. Πρωτέας: Θαλάσσιος δαίμονας που έχει την ικανότητα να παίρνει όποια μορφή θέλει. Οι ναυτικοί τον αποκαλούσαν συχνά «Γέροντα της θάλασσας». Το όνομα «Πρωτέας» είναι μια αρχαία λέξη, που σημαίνει «πρώτος», «πρωτόγονος» και «πρωτογέννητος». Αν αυτό συνδυαστεί με την ικανότητα του Πρωτέα να παίρνει όποια μορφή θέλει, φτάνουμε ίσως στη βαθύτερη κατανόηση του μύθου.

Ο Πρωτέας είναι μια πρώτη μορφή ύλης που διαδοχικά μεταμορφώνεται και δημιουργεί όλες τις άλλες μορφές που αποτελούν τον κόσμο. Είναι η αρχική ουσία, που οι διαφορετικές εκδοχές της έφτιαξαν τα μέρη του σύμπαντος, ο «πρώτος» δαίμονας.


Ο Πρωτέας, ξυλογραφία του Jörg Breu

2. Ύδρος: το νερόφιδο.

3. Χελώνα κούφια: λύρα από καύκαλο χελώνας.

4. Κωκυτός: Ο Κωκυτός, από το αρχαιοελληνικό ρήμα κωκύω (οδύρομαι, θρηνώ), σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν υποχθόνιος ποταμός, τέκνο της Στυγός.

Ο Κωκυτός του Γκυστάβ Ντορέ (1832-1833) για τη Θεία Κωμωδία (La Divina Commedia) του Δάντη.

5. Στύγα: ήταν αρχέγονη χθόνια θεότητα, απεχθής και φρικαλέα, προσωποποίηση του ομώνυμου ποταμού του Αδη.Κατοικούσε μακριά από τους άλλους θεούς, στη βαθειά σκοτεινιά του Άδη, μέσα στο φωλιασμένο πάνω σε πανύψηλες ασημένιες κολώνες ξακουστό παλάτι της. Η Στύγα ήταν επίσης και ένα από τα μεγάλα ποτάμια του κάτω κόσμου, παρακλάδι η ίδια του αρχέγονου Ωκεανού. Από την κορυφή ενός απόκρημνου βράχου του Τάρταρου ανάβλυζε το νερό που σχημάτιζε αρχικά τον Στύγιο ποταμό και μετά την λίμνη Στύγα. Τα νερά τους είχαν την τρομερή δύναμη να διαλύουν και να αφανίζουν ότι έπεφτε μέσα τους.

Crossing the Styx, illustration by Gustave Doré, 1861.

6. Φιλομήλα: Η χελιδόνα

7. Κίκονες : Οι Κίκονες ήταν Θρακικός λαός που κατοικούσε στην περιοχή ανάμεσα στη Βιστωνίδα λίμνη και τις εκβολές του ποταμού Έβρου.

8. Οίαγρος: Ήταν βασιλιάς της Θράκης και πατέρας του Ορφέα.


Jean-Baptiste-Camille Corot, Orphée

Ορφέας, εκείνος που γιατρεύει με το φως.....


Ο Ορφέας γεννήθηκε στην περιοχή της Θράκης. Ήταν γιος της Μούσας Καλλιόπης και του Οίαγρου, βασιλιά της Θράκης. Διδάχτηκε τη λύρα από τον ίδιο τον Απόλλωνα και με τη μουσική της μπορούσε να μαγεύει ακόμα και τα άγρια ζώα.

Είναι πολύ πιθανό να ήταν υπαρκτό πρόσωπο, που η πραγματική ζωή του μπλέχτηκε με το μύθο. Λέγεται ότι μυήθηκε στην Αίγυπτο και ότι το όνομα του «Ορφέας», που σημαίνει «εκείνος που γιατρεύει με το φως», του δόθηκε εκεί ως όνομα μύησης.

Θεωρείται δημιουργός των ορφικών μυστηρίων με τα οποία ένωσε τη λατρεία του Δία με τη λατρεία του Διονύσου. Η ουσία των Μυστηρίων είναι η μετάβαση από το σκοτάδι στο φως με διάφορους αλληγορικούς και συμβολικούς τρόπους. Αυτή η προσπάθεια του μύστη αντανακλάται στο μύθο της κατάβασης του Ορφέα στον Άδη προκειμένου να πάρει πίσω την Ευρυδίκη, που το όνομα της ήταν προσφώνηση της Αυγής. Η απαγόρευση που του τέθηκε ήταν συνηθισμένη σε χθόνιες τελετές, όπου ο μύστης δεν έπρεπε να στραφεί πίσω (αμεταστραπί).

Η ορφική φιλοσοφία εκφράζεται μέσα από τους Ορφικούς Ύμνους, που ο κάθε ύμνος εξυμνεί μία θεότητα του ελληνικού πανθέου. Οι παλαιότεροι ύμνοι ανάγονται στην 11η χιλιετία π.Χ. πράγμα που μας κάνει να σκεφτούμε ότι, αν είναι έργο του Ορφέα, ο Ορφέας έζησε τότε. Μέσα στους ύμνους δίνονται πολλά στοιχεία για την ορφική κοσμολογία, όπως: η γένεση του Σύμπαντος από μια έκρηξη, η άποψη ότι ο κόσμος γεννήθηκε από ένα αυγό -το Κοσμικό Αυγό -, την πίστη στην συμπαντική αρμονία καθώς και πλήθος αστρονομικών γνώσεων.


Jean Raoux, Orpheus and Eurydice

Φαίνεται ότι στους κλασικούς χρόνους υπήρχε κι άλλη εκδοχή του μύθου, όπου ο Ορφέας πετυχαίνει να πάρει τη γυναίκα του από τον Άδη. Ο Ευριπίδης, στην τραγωδία του Άλκηστη, αναφέρει ότι ο Ορφέας νίκησε το θάνατο:

Αν είχα τη φωνή και το τραγούδι του Ορφέα
για να μπορώ να γοητεύσω την Περσεφόνη και τον Άδη
και να σε κλέψω απ' την κόλαση,
θα κατέβαινα, και ούτε σκύλος του Άδη
ούτε ο Χάρος πάνω στο κουπί του
θα μπορούσαν να με σταματήσουν. Θα σ' έφερνα ζωντανή στο φως.

 (Άλκηστη, στ. 357-362)

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα οι καταχθόνιοι θεοί δεν έδωσαν στον Ορφέα την ίδια την Ευρυδίκη αλλά τον ίσκιο της.

Orpheus and Eurydice 1807,  Johann August Nahl the Younger

Για το θάνατο του Ορφέα υπάρχουν διάφορες παραδόσεις. Λένε ότι τον διαμέλισαν οι Μαινάδες επειδή δεν έδειχνε σεβασμό στον Διόνυσο. Άλλοι λένε ότι τον κατακεραύνωσε ο Δίας επειδή αποκάλυπτε τα ιερά μυστικά στους ανθρώπους.

Bouquet, La Mort d'Orphée

Από το  μύθο στη σύγχρονη τέχνη........

Ορφέας (1607). Μοντεβέρντι

Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη, νιόπαντροι, εμφανίζονται σε ένα ειδυλλιακό τοπίο με νύμφες και βοσκούς. Μετά το θάνατο της Ευρυδίκης, που τον αφηγείται σπαρακτικά ο αγγελιοφόρος, ο Ορφέας περιπλανιέται στον Κάτω Κόσμο με στόχο να οδηγήσει την αγαπημένη του στον Πάνω Κόσμο. Εξαιτίας του έρωτα του παραβιάζει την εντολή να μη γυρίσει να δει την Ευρυδίκη κατά την επιστροφή τους. Η αγαπημένη του καταδικάζεται έτσι να παραμείνει στον Αδη. Οι πρώιμες όπερες όμως έτειναν να αντικαθιστούν το τραγικό τέλος με αίσιο τέλος και ο Ορφέας δεν αποτελεί εξαίρεση: ο Απόλλων εμφανίζεται ως από μηχανής θεός και οδηγεί τον Ορφέα στον Παράδεισο, όπου θα ενωθεί για πάντα με την Ευρυδίκη. Οι βοσκοί θα πανηγυρίσουν την αποθέωση του Ορφέα με ένα χορό.



"Ο Ορφέας" του Κλάουντιο Μοντεβέρντι, σε σκηνοθεσία του Μπομπ Ουίλσον και μουσική διεύθυνση του Ρινάλντο Αλεσαντρίνι, που δόθηκε στη Σκάλα του Μιλάνου το φθινόπωρο του 2009.



....κι ένας Ορφέας αλλιώτικος, μινιμαλιστικός, υπό τη διεύθυνση του René Jacobs και με χορογραφίες της Trisha Brown


Ορφέας και Ευρυδίκη (1762), όπερα του Γκλούκ

Το ποιητικό κείμενο της όπερας στην αρχική (ιταλική) τρίπρακτη μορφή είναι του Ρανιέρι ντε Καλτσαμπίτζι [Ranieri de' Calzabigi]. Σε αυτό στηρίχτηκε ο Πιέρ Λουί Μολίν [Pierre Louis Moline] για την γαλλική εκδοχή. Η υπόθεση αφορά την γνωστή ιστορία του Ορφέα, που με όπλο την μουσική του κατεβαίνει στον Αδη προκειμένου να φέρει πίσω την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Κατά την επιστροφή παραβαίνει τον όρο του Δία να μην αντικρίσει την αγαπημένη ώσπου να φτάσει στον κόσμο των θνητών: υποκύπτοντας στις αγωνίες του στρέφεται και την κοιτά. Η Ευρυδίκη πεθαίνει δεύτερη φορά και ο Ορφέας ετοιμάζεται να αφαιρέσει την ζωή του όταν παρεμβαίνει ο Έρωτας που δίνει αίσιο τέλος στην υπόθεση.

Το 1975, η δημιουργός του «Χοροθεάτρου του Βούπερταλ», Pina Bausch, μετέπλασε σε χοροθέατρο την όπερα του Γκλουκ.

Στο έργο της Πίνα Μπάους, ο Ορφέας «δεν είναι ένας ήρωας, αλλά ένας άντρας απελπισμένος και ευάλωτος». Όπως λέει η ίδια και με τη χορογραφία της τον βγάζει από το μύθο, τον κάνει καθημερινό, αλλά και αιώνιο, άθυρμα της μοίρας, αλλά και της επιθυμίας του. Γι αυτό και κλείνει το έργο δυο σκηνές πριν το ευτυχές τέλος της όπερας, όταν ο Ορφέας στον Άδη βρίσκει, αλλά χάνει για πάντα την Ευρυδίκη του.




«Ευρυδίκη». 1941. θεατρικό έργο του Jean Anouilh

Η Ευρυδίκη είναι ηθοποιός σ" ένα θίασο κωμικών που περιοδεύουν. Στο κυλικείο ενός σταθμού συναντά τον Ορφέα, ένα βιολονίστα. Ερωτεύονται και η Ευρυδίκη εγκαταλείπει τον θίασο για να ζήσει με τον Ορφέα. Το ζευγάρι συναντά έναν παράξενο ταξιδιώτη, τον κύριο Ενρί. Ο διευθυντής του θιάσου αποκαλύπτει στον Ορφέα ότι η Ευρυδίκη είναι ερωμένη του. Ο Ορφέας ζηλεύει και το ζευγάρι τσακώνεται. Η Ευρυδίκη σκοτώνεται από ένα λεωφορείο. Ο κύριος Ενρί συμπονά το ζευγάρι και κάνει συμφωνία με τον Θάνατο: η Ευρυδίκη θα επιστρέψει στη ζωή αλλά ο Ορφέας δεν πρέπει να την κοιτάξει μέχρι το πρωί. Ο Ορφέας δεν αντιστέκεται στην επιθυμία του να την κοιτάξει. Εκείνη ξαναπεθαίνει. Ο κύριος Ενρί προτείνει στον Ορφέα το μόνο φάρμακο που θα του επιτρέψει να ξαναενωθεί με την Ευρυδίκη: το θάνατο. Ο Ορφέας ακολουθεί τη συμβουλή του και ξανασμίγει με την Ευρυδίκη στη χώρα των νεκρών.

Σημ. Το 1972 από το θέατρο της Τετάρτης μεταδίδεται το έργο του Ζαν Ανουίγ ΕΥΡΥΔΙΚΗ, Όπως αναφέρεται στον άκρως κατατοπιστικό πρόλογο, ο Ζ.Α. κάποια στιγμή της ζωής του, για δικούς του εσωτερικούς λόγους, κάνει μια στροφή στη θεματολογία των έργων του και καταπιάνεται με τους αρχαιοελληνικούς μύθους. Αυτό απέφερε καρπούς τα έργα ΑΝΤΙΓΟΝΗ - ΜΗΔΕΙΑ - ΕΥΡΥΔΙΚΗ.



«Ο Ορφέας στον Άδη». 1957. Τέννεσυ Ουίλλιαμς


Η ηρωίδα του έργου Πριγκηπέσα ζει στον αμερικανικό Νότο παντρεμένη με τον γηραιό Τζέημπ, που είναι ιδιοκτήτης καταστήματος γενικού εμπορίου, το οποίο διευθύνει η νεαρή γυναίκα του. Στη μικρή τους πόλη έρχεται ο νεαρός Βαλ, που η Πριγκηπέσα προσλαμβάνει, ως υπάλληλο στο κατάστημα. Ο παθιασμένος έρωτας των δύο νέων έχει άσχημη κατάληξη όταν ο Βαλ-Ορφέας προσπαθεί να πάρει μαζί του την Πριγκηπέσα-Ευρυδίκη, που τη σκοτώνει ο Τζέημπ-Πλούτων κρατώντας την για πάντα στον Άδη της μικρής τους πόλης.

Σημ. Η κινηματογραφική εκδοχή του θεατρικού έργου "Ο Ορφέας στον Άδη", γυρίστηκε από τον Sidney Lumet το 1959 με τον τίτλο: «The fugitive kind», «Ο φυγάς» με πρωταγωνιστές τους Μάρλον Μπράντο και Άννα Μανιάνι.

Άννα Αλιφραγκή, εκπαιδευτικός, εμψυχώτρια
1η ενότητα (Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος, Ιανουάριος) του σεμιναρίου «Συγκριτική μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία των λαϊκών παραμυθιών», Η κάθοδος στον Κάτω Κόσμο

Τρίτη, 14 Οκτωβρίου 2014


Orpheus and Eurydice, Auguste Rodin

Των επιδράσεων ουκ έστιν αριθμός..........


Orfeu Negro (1959), Marcel Camus.

Το έργο τιτλοφορούνταν Orfeu da Conceição και το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Γάλλος σκηνοθέτης Marcel Camus. Μια ταινία στην οποία, ανάμεσα στα άλλα, βλέπουμε πώς κυλάει η ζωή στο Ποτάμι του Ιανουαρίου (Ρίο ντε Τζανέιρο δηλαδή) της Βραζιλίας και κυρίως πώς ζούσανε το καρναβάλι πριν από πενήντα τόσα χρόνια. Δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράματα από τότε και δυστυχώς αυτό ισχύει και για τη ζωή των άπορων και φτωχών της πόλης. Απ`ό,τι φαίνεται πάντως, η διασκέδαση και ο χορός δεν πρόκειται να σταματήσουν ποτέ και για κανένα λόγο.

Ο Μαύρος Ορφέας όμως δεν είναι μια ταινία για το καρναβάλι. Τα κουστούμια και οι μασκαρέτες είναι μερικά από τα εργαλεία του συγγραφέα/στιχουργού Vinicius De Moraes να διηγηθεί τη μυθική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης και να την τοποθετήσει στο σήμερα.

Όπως και κατά τον Ελληνικό μύθο, ο Ορφέας είναι ένας θρυλικός λαϊκός τραγουδιστής, στις παραγκουπόλεις του ΡίοΕργάζεται ως οδηγός τραμ, όπου συναντά την Ευρυδίκη. Ο Ορφέας την προστατεύει, και ερωτεύονται. Όμως ο θάνατος παραμονεύει…. Απαρηγόρητος ο Ορφέας την αναζητά στη γη των νεκρών… 

Η ταινία απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών του '59, αλλά και το Όσκαρ και τη Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας, ένα χρόνο μετά. Σήμερα θεωρείται ένα από τα κλασικά αριστουργήματα, με ένα επίσης διάσημο σάουντρακ και μία από τις πιο υπέροχες αφίσες όλων των εποχών.



Το φιλμ που έκανε γνωστή την Μπόσα Νόβα σ’ όλο τον κόσμο….

Η μπόσα νόβα, ο νέος ρυθμός έκανε την εμφάνισή του στην Βραζιλία, τον Αύγουστο του 1958 και αποτελεί ρυθμική πρόσμειξη της μουσικής σάμπα με την τζαζ.
Πλούσια σε εσωτερικά νοήματα και συναισθηματισμό, η μουσική αυτή φιλοδοξούσε να ξεφύγει από την τυπική λαϊκή μουσική, συνήθως την ξέφρενη σάμπα του καρναβαλιού, που αγκάλιαζε η εργατική τάξη, ή τις μπαλάντες και τα λατινοαμερικάνικα μπολερό, που άκουγε η μεσαία τάξη.
Κανείς δεν γνωρίζει από πού πηγάζει το όνομά της. Στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, η Βραζιλία εγκαινίαζε τη νέα της εποχή και κατασκεύαζε ως σύμβολο της ανάπτυξής της τη νέα της πρωτεύουσα, την Μπραζίλια. Κάθε τι πρωτοποριακό ονομαζόταν νέο, έτσι και η «μπόσα νόβα», δηλαδή η νέα τάση, που ξεσήκωσε τους νέους της Βραζιλίας.



Το καναδέζικο γκρουπ Arcade Fire χαρακτηρίζεται από συνεχείς σινεφίλ συνεργασίες κι αναφορές. Αυτή τη φορά, όχι απλά δανείζονται, αλλά στην ουσία πατάνε εξ' ολοκλήρου πάνω στις εικόνες του Καμί για να ντύσουν το μουσικό βίντεο του νέου single τους «Afterlife». 

Kαι γι' όσους έχουν απορίες για τη σύνδεση του «Ορφέο Νέγκρο» με το δικό τους τραγούδι για την μεταθάνατο ζωή, οι στίχοι του «Afterlife» εμφανίζονται ως εναλλακτικοί διάλογοι πάνω στα πλάνα της ταινίας. 





Το ίδιο συγκρότημα  στο άλμπουμ  του "Reflektor" (2013) κάνει υπαινιγμούς στο μύθο του Ορφέα και της Ευριδίκης στα τραγούδια "Awful Sound (Oh Eurydice)" και "It's Never Over (Hey Orpheus)".

Awful Sound (Oh Eurydice)

You and I were born
In a little town
Before the awful sound
Started coming down

You came home from school
And knew you had to run
Please stop running now
Just let me be the one

For you

I know you can see
Things that we can't see
But when I say I love you
Your silence covers me
Oh, Eurydice, It's an awful sound

I was so disappointed
You didn't want me
Oh, how could it be, Eurydice
I was standing beside you
By a frozen sea
Will you ever get free?
Just take all your pain
Just put it on me
So that you can breathe

When you fly away
Will you hit the ground?
It's an awful sound

I know there's a way
We can make 'em pay
Think it over and say
"I'm never going back again."
I know there's a way
We can leave today
Think it over and say

"I'm never going back again."



It's Never Over (Hey Orpheus) 

Hey, Orpheus!
I'm behind you
Don't turn around
I can find you

Just wait until it's over
Wait until it's through
And if I call for you
Oh, Orpheus!
Just sing for me all night
We'll wait until it's over
Wait until it's through

You say it's not me, it's you

Hey, Orpheus!
De l'autre côté de l'eau
Comme un écho
Just wait until it's over
Wait until it's through

And if I shout for you
Never doubt
Don't turn around too soon
Just wait until it's over
Wait until it's through

It seems so important now
But you will get over
It seems so important now
But you will get over
And when you get over
When you get older
Then you will remember
Why it was so important then

Seems like a big deal now
But you will get over
Seems like a big deal now
But you will get over
When you get over
And when you get older
Then you will discover
That it's never over

Hey, Eurydice!
Can you see me?
I will sing your name
'Til you're sick of me
Just wait until it's over
Just wait until it's through

But if you call for me
This frozen sea
It melts beneath me
Just wait until it's over
Wait until it's through

Seems like a big deal now
But you will get over
Seems like a big deal now
But you will get over
And when you get over
And when you get older
Then you will remember

He told you he'd wake you up
When it was over
He told you he'd wake you up
When it was over
Now that it's over
Now that you're older
Then you will discover
That it's never over

It's never over

Sometime
Sometime
Boy, they're gonna eat you alive
But it's never gonna happen now
We'll figure it out somehow

Sometime
Sometime
Boy, they're gonna eat you alive (eat you alive)
But it's never gonna happen now
We'll figure it out somehow

Cause it's never over
It's never over

We stood beside
A frozen sea
I saw you out
In front of me
Reflected light
A hollow moon
Oh Orpheus, Eurydice
It's over too soon





Και για έρθουμε και στα καθ' ημάς, "Το τραγούδι της Ευρυδίκης" του Μάνου Χατζιδάκι ακούστηκε για πρώτη φορά ως ορχηστρικό θέμα στο θεατρικό έργο του Jean Anouilh ΕΥΡΥΔΙΚΗ, που ανέβηκε από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν (1959-1960).
Εδώ από το Αlbum: "To '62 του Μάνου Χατζιδάκι". Διασκευή, ενορχήστρωση και εκτέλεση Λένα Πλάτωνος. Ερμηνεία: Σαββίνα Γιαννάτου.

Το τραγούδι της Ευρυδίκης

Έτσι καθώς στεκόμουν
στο σταθμό μονάχη
είχες γυρίσει παίζοντας τη ράχη.

Με είδες, σε είδα
θέλησα ένα χάδι
μα ο σκοπός σου κύλησε στο δρόμο.

Τον πήραν τρένα,τον πήραν σύννεφα καπνού
τον πήρανε τα μάτια σου
και χάθηκα στον Άδη.

Είσαι καλός, είσαι κακός δεν ξέρω....

-Πώς σε λεν;

-Ορφέα.

-Κι εμένα Ευρυδίκη....





«ΕΥΡΥΔΙΚΗ»

της Sarah Ruhl ή «Ένα μιούζικαλ στον Άδη»


Θέατρο Πορεία,  21 Νοεμβρίου 2012 έως 9 Φεβρουαρίου 2014


Η υποψήφια για βραβείο Pulitzer Sarah Ruhl, δανείζεται τον πασίγνωστο μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, για να γράψει ένα σύγχρονο έργο που μιλάει με χιούμορ και ευαισθησία για την παντοτινή αγάπη και τα λεπτά όρια που χωρίζουν την ζωή από τον θάνατο.

«Οικειοθελώς νεκρή...

Γιατί ένας μύθος κατοικεί στην έμπνευση τόσων δημιουργών, σε τόσες διαφορετικές εποχές; Από την όπερα του Monteverdi, στη ζωγραφική του Corot, κι απ' τις θεατρικές εκδοχές του παγκόσμιου ρεπερτορίου έως το παγωμένο στον μαρμάρινο χρόνο σύμπλεγμα του Rodin, μαθαίνουμε για τον Ορφέα πως ήταν βασιλιάς, μουσικός, ποιητής, οιωνοσκόπος, μαθητής του Απόλλωνα, μύστης θνητών, γητευτής των θηρίων. Για την Ευρυδίκη όμως, μαθαίνουμε μόνο πως ήταν η γυναίκα του.

Η Sarah Ruhl στο έργο της Ευρυδίκη, εισάγει στην πλοκή το πρόσωπο του πατέρα της ηρωίδας. Δεν έχει όνομα. Είναι απλά ο πατέρας της. Κι ενώ είναι νεκρός, επιμένει να τη θυμάται και να της γράφει με πείσμα και αφοσίωση που θα ζήλευε κι ένας ζωντανός. Η δημιουργία αυτού του τριγώνου δεν αποτελεί την μοναδική καινοτομία του έργου. Ακολουθούν πολλαπλά στοιχεία διακειμενικότητας κι η σκηνοθεσία του Δ. Τάρλοου, τα αυξάνει.

Στα πρόσωπα του έργου η Ruhl προσθέτει Έναν Χορό από Πέτρες (Μεγάλη Πέτρα, Μικρή Πέτρα, Βροντώδης Πέτρα). Θυμίζουν τις τρεις μάγισσες του Μακμπέθ, τις Μοίρες. Συναγωνίζονται τον Ορφέα στο τραγούδι, παίζουν μουσική σαν τους διαβόλους στην Κόλαση του H. Bosch.

Η Ruhl δεν κάνει καμία αναφορά στο χρόνο της δράσης, περνάμε από τη μία σκηνή στην άλλη χωρίς να προσδιορίζεται η ώρα, η μέρα, η εποχή. Ο παραληρηματικός λόγος, ο μη-Χρόνος, αυθαίρετα πρωταγωνιστεί, όπως στην Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Κι όπως το Σοφό παιδί της λογοτεχνίας κατρακυλά στο λαγούμι, έτσι κι η Ευρυδίκη τη μέρα του γάμου της γκρεμίζεται από μια σκάλα στον Άδη. [.....]

 Ο Ορφέας την ψάχνει, θυμάται την αδυναμία της στα βιβλία, κατεβάζει στον Άδη για χάρη της δεμένα μ' ένα σχοινί, τα άπαντα του Σαίξπηρ.[...]

 Ο στοργικός γονιός είναι ο πραγματικός αντίπαλος του Ορφέα. Ο νέος μπαίνει στον Άδη με το κοστούμι που φορούσε στο γάμο του, το κοστούμι του μαέστρου. Τραγουδά το πιο λυπημένο τραγούδι. Λυγίζουν μέχρι και οι Πέτρες. Τον υποδέχεται ένας Θάνατος φαιδρός σαν λαϊκός τραγουδιστής, του δίνει οδηγίες, αν θέλει να ξανακερδίσει τη γυναίκα του, μέχρι να επιστρέψουν στη γη, να μη την κοιτάξει. Πιο πέρα, εκείνη τον ακούει. Πρέπει να διαλέξει: τη ζωή με τις χαρές και τις λύπες του έρωτα, ή το θαμπό είδωλο της παιδικής της ηλικίας. Τρέμει τη ζωή περισσότερο από το θάνατο. Αποχαιρετά τον πατέρα της. Αρχίζει να ακολουθεί τον Ορφέα. Ξαφνικά, αλλάζει γνώμη: Λέει τ' όνομά του.

Αυτός γυρίζει προς το μέρος της ξαφνιασμένος.

Ο Ορφέας κοιτάζει την Ευρυδίκη.

Η Ευρυδίκη κοιτάζει τον Ορφέα.

Κι ο κόσμος, συντρίβεται. 

Sarah Ruhl, ΕΥΡΥΔΙΚΗ, κείμενο στο πρόγραμμα παράστασης, Θέατρο Πορεία, Αθήνα 2012, σ.84.»




"Ο μύθος του Ορφέα και της Ευρυδίκης γίνεται αφορμή για τη συγγραφέα Sarah Ruhl, ώστε να προσεγγίσει μια σειρά δύσκολων ζητημάτων, όπως η απώλεια, το πένθος, η ενόρμηση της ζωής και ο έρως του θανάτου, η ζωή ως θάνατος κι ο θάνατος ως αξία της ζωής, η μνήμη και η λήθη, η αδυναμία των λέξεων (του προφορικού και του γραπτού λόγου) να εκφράσουν τη συνθετότητα των συναισθημάτων, η σχέση του δημιουργού με το έργο του από τη μία, με τους γύρω του από την άλλη κ.ο.κ. 

Αυτή η Ευρυδίκη, άλλωστε, αν και ακολουθεί τον Ορφέα προς τον Επάνω Κόσμο, θα προκαλέσει το βλέμμα που θα την οδηγήσει και πάλι δίπλα στον νεκρό πατέρα της. Σύνδρομο της Ηλέκτρας; Αναγνώριση της αλήθειας ότι η σχέση (καλή ή κακή) με τη μάνα και τον πατέρα δεν τελειώνει ποτέ – όταν ακόμα και ο πιο δυνατός έρωτας είναι προσωρινός και ο αγαπημένος ένας «ξένος»; Μήπως ο πατέρας θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον Θεό, με μια στοργική φιγούρα που δικαιώνει μεταφυσικά όλα τα δεινά και τα πάθη, υποσχόμενος «πλήρη ασφάλεια μες στο ανεπίλυτο, έξω από τον εφιάλτη της υπόσχεσης» (Σιοράν); Η ερμηνεία είναι ανοιχτή υπόθεση. 

Στον εισαγωγικό διάλογο του ερωτευμένου ζευγαριού η Ευρυδίκη λέει στον Ορφέα ότι διάβασε ένα βιβλίο που «ήταν πολύ ενδιαφέρον», γιατί είχε «πολύ ενδιαφέροντα επιχειρήματα». Ο άνδρας σχολιάζει ότι αγνοούσε πως ένα επιχείρημα μπορεί να είναι ενδιαφέρον. «Νόμιζα, λέει, ότι πρέπει να είναι είτε σωστό είτε λάθος». Σε επόμενες σκηνές το επίθετο ενδιαφέρων ουσα-ον θα χρησιμοποιηθεί μετ’ επιτάσεως ως προσδιορισμός προσώπων, πραγμάτων, καταστάσεων από τον Απαίσιο Ενδιαφέροντα Άνδρα (πρόσωπο που αργότερα θα ταυτιστεί με τον Άρχοντα του Κάτω Κόσμου) – κάθε πρότασή του είναι ένας θρίαμβος του σχήματος (του πλαισίου ή της επιφάνειας, αν προτιμάτε) επί της ουσίας, επί του βάθους, επί της σχέσης. Εκεί ο θάνατος. 

Το σχόλιο της Ρουλ μας αφορά άμεσα: σε αυτή την εποχή της γενικευμένης σύγχυσης, οι ξεκάθαρες κρίσεις δεν είναι εύκολες. Δεν είναι μόνο που έχουμε βάλει πολλά περιθώρια (κατανόησης και άλλα) στην ηθική μας, είναι που οι γρήγορες ταχύτητες και ο ανελέητος πυροβολισμός από νέες πληροφορίες εμποδίζουν τη σπουδή, την ανάλυση, τη σύνθεση. Με ένα «ενδιαφέρον» ξεμπερδεύεις – και προχωράς παρακάτω. "