George Frederic Watts - Orpheus and Eurydice,
Αρχή του παραμυθιού........
Ο Αρισταίος ήταν γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Κυρήνης. Από τις Νύμφες έμαθε την καλλιέργεια του αμπελιού και της ελιάς, πώς να φροντίζει τα μελίσσια, πώς να παρασκευάζει τυρί από το γάλα και πώς να μπολιάζει τις αγριελιές για να βγάζουν καρπό. Ο Αρισταίος, με τη σειρά του, φρόντισε όσα γνώριζε να γίνουν κτήμα των ανθρώπων.
Ο Αρισταίος σχετίζεται με τον κύκλο του Ορφέα. Σύμφωνα με το Βιργίλιο, η Ευρυδίκη, γυναίκα του Ορφέα, βρήκε τραγικό θάνατο, από δάγκωμα φιδιού, στην προσπάθεια της να ξεφύγει από τον Αρισταίο που την καταδίωκε. Οι θεοί οργίστηκαν από την πράξη του και έστειλαν επιδημία στις μέλισσές του που αφανίστηκαν. Εκείνος, για να μάθει την αιτία της συμφοράς του, ζήτησε τη βοήθεια της μητέρας του. Η Κυρήνη τον έστειλε στον μάντη Πρωτέα κι εκείνος του αποκάλυψε πώς οι θεοί τον τιμώρησαν για το θάνατο της Ευρυδίκης.
Jacopo del Sellaio, ένα νερόφιδο δαγκώνει την Ευρυδίκη
Σὰν ὁ Πρωτέας βγαίνοντας ἀπὸ τὸ κῦμα ἐρχότουν
Στὲς μαθημένες του σπηλιὲς κι’ ὁλόγυρά του ὁ κόσμος
Ὁ νοτερὸς τῆς θάλασσας τῆς ἀνοιχτῆς πηδῶντας
Πέρα σκορπᾶ πικρὴ δροσιά. Στὸ περιγιάλι οἱ φῶκες
Ἐδὼ κ’ ἐκεῖ ξαπλόνονται νὰ κοιμηθοῦν, κ’ ἐκεῖνος.
Καθὼς ὁ σταυλοφύλακας πολλὲς φορὲς στὰ ὄρη.
Σὰν τὰ μοσκάρια σπίτι τους τὰ φέρνει ὁ Ἀποσπερίτης
Κ’ οἱ λύκοι ἀψιόνουν τῶν ἀρνιῶν τὰ βλιάσματα γρικῶντας,
Καθίζει μὲς στὴ μέση τους ἀπάνου σὲ μιὰ ξέρα
Καὶ τὲς μετρᾶ ξεταστικά. Καὶ μεταβιᾶς προσμένει
Ὁ Ἀρισταῖος, σὰ βολικιὰ στιγμὴ τού ἐπαρουσιάστη,
Τὰ κουρασμένα πόδια του ὁ γέροντας ν’ ἁπλώσει,
Καὶ μὲ φωνὴ τοῦ χύνεται μεγάλη καὶ μὲ σπέδες
Κυριεύει τὸν κοιτάμενον. Κι’ αὐτὸς ἀπ’ τἄλλο μέρος
Δὲ λησμονᾶ τὲς τέχνες του, τὴν ὄψη παίρνει ἀπ’ ὅλα
Tὰ θιαμαστὰ τὰ πράματα, καὶ φλόγα καὶ θηρίο
Γένεται τρομερώτατο καὶ ξάστερο ποτάμι.
Μὰ ἀφοῦ δὲ βρίσκει τῆς φυγῆς τὸν τρόπο μὲ τοὺς δολους,
Παίρνει ξανὰ τὴν πρώτη του μορφὴ καὶ νικημένος
Τέλος μὲ στόμα ἀνθρώπινο τοῦ ἀναθιβαίνει τότες:
,,Καὶ ποιὸς σ’ ἐπρόσταξε λοιπὸν ἀπόκοτο κοπέλι
Μέσα στὰ σπίτια μας νὰ μπεῖς; καὶ τί ζητᾶς ἐδῶθε;“
Εἶπε· καὶ τοῦ ἀποκρίθηκε: „Ξέρεις, Πρωτέα, ξέρεις
Ὁ ἴδιος, καὶ σὲ τίποτα δὲ σ’ ἀπατάει κανένας·
Μὰ ἂς μὴν τὸ θέλεις οὔτε σύ• στὲς προσταγὲς ὑπάκουοι
Τῶν ἀθανάτων τῶν θεῶν ἤρθαμε ἐμεῖς· ἐδῶθε
Γιὰ τὰ χαμένα πράματα μαντέματα ζητώντας.“
Τόσα εἶπε μόνο, καὶ σ’ αὐτὰ μὲ δύναμη μεγάλη
Τὰ μάτια ποὖχαν γαλανὲς ἀναλαμπὲς ἀπέκει
Ὁ μάντης στριφογύρισε, βαρειὰ ἔστριξε τὰ δόντια
Κι’ ἄνοιξε τέλος γιὰ νὰ εἰπεῖ τὴν προφητεία τὸ στόμα;
,,Ἀληθινό εἶνε, ὁργὴ θεοῦ σὲ κυνηγᾶ· πλερώνεις
Κρίμα μεγάλο. Δύστυχος, χωρὶς νὰ φταίει καθόλου,
Ὁ Ὀρφέας, ἂ δὲν ἀντισταθοῦν οἱ μοῖρες, ἀνασταίνει
Γιὰ σένα τοῦτες τὲς ποινὲς καὶ φοβερὰ μανίζει
Μαζῆ σου, γιατὶ τοῦ ἅρπαξεν ὁ χάρος τὴ συμβία.
Ἐκείνη, ὅταν σ’ ἐξέφευγε γοργὰ κατὰ τὸ μάκρος
Τοῦ ποταμοῦ, στὰ πόδια της ἡ θανατογραμμένη
Κόρη δὲν εἶδε τὸν τρανὸ τὸν ὕδρο ποῦ τοὺς ὄχτους
Στὰ ψηλὰ χόρτα ἐφύλαγε. Μὰ τῶν βουνῶν τὰ χτένια
Ἐγιόμισαν ἀπ’ τὲς φωνὲς ὁμόλικων Δρυάδων,
Κλαῖν τὰ Παγγαῖα τὰ ψηλὰ κ’ οἱ ράχες τῆς Ροδόπης,
Κ’ ἡ γῆς ἡ πολεμόχαρη τοῦ Ρήσου, οἱ Γέτες, ὁ Εὖρος,
Ἡ Ὠρείθυια κι’ ὅλας ἡ Ἀττική. Κ’ ἐκεῖνος μὲ χελώνα
Κούφια πρααίνει τὴν πικρὴν ἀγάπη του καὶ σένα
Συμβία γλυκειὰ ὁλομόναχος σὲ ψάλλει στ’ ἀκρογιάλι,
Ἐσὲ σὰν ἔρχεται τὸ φῶς. ἐσὲ σὰ φεύγει ἡ μέρα.
Orphée et Eurydice, Louis Ducis
Ἐμπῆκε καὶ στοῦ Ταίναρου τὴν καταβόθρα, στ’ Ἅδη
τὰ τρίσβαθα τὰ στόματα, σὲ λόγγους ποῦ τὰ μαῦρα
τὰ σκιάχτρα τοὺς μελάνιαζαν, κ’ ἦρθε στὸ βασιλέα
τὸν τρομερό καὶ στὲς ψυχὲς τῶν ἀποκοιμημένων,
καὶ στὲς καρδιὲς ποῦ δὲ λυγᾶν μὲ παρακάλια ἀνθρώπων.
Ἀλλὰ ἀπὸ τὸ τραγοῦδι του συγκινημένοι οἱ ἴσκιοι
καὶ τ’ ἄσαρκα φαντάσματα ποῦ πλιὰ ζωὴ δὲν ἔχουν,
απὸ τοῦ Ἐρέβους ἔβγαιναν τὰ τρίσβαθα τὰ μέρη
πλῆθος πολύ, σὰν τὰ πουλιὰ ποῦ κρούβονται χιλιάδες
στὰ φύλλα, σὰν ὀχ τὰ βουνὰ τὸ σούρουπο τὰ διώχνει
ή κ’ οἱ βροχάδες οἱ δαρτές: μάννες ἀντάμα κι’ ἄντρες,
καὶ ἡρώων μεγαλόψυχων κορμιὰ ποὖχαν πεθάνει,
Καὶ κορασιὲς ἀνύπαντρες, παιδιὰ μικρά, καὶ νέοι
ποῦ σὲ πυρὲς πιθώθηκαν μπρὸς στῶν γονηῶν τὰ μάτια.
Κι’ ὅλους ὁ βάλτος μελανὸς καὶ τἄσκημο καλάμι
τοῦ Κωκυτοῦ καὶ μὲ τἀργὸ τὸ κῦμα της ἡ λίμνη
η ἀχάρευτη ἀπ’ ὁλόγυρα τοὺς σταματοῦν, κ’ ἡ Στύγα,
Ποῦ ἐννιὰ φορὲς ἀνάμεσα περνᾶ, τοὺς περιορίζει.
ως κ’ ἡ καρδιὰ τοῦ Τάρταρου, τὸ σπίτι τοῦ θανάτου,
καὶ οἱ Ἐριννύες, ποῦ τὰ μαλλιὰ μὲ μπλάβα φείδια πλέκουν,
εσάστισαν, καὶ χάσκοντας ἀντικρατεῖ τὰ τρία
τὰ στόματά του ὁ Κέρβερος, καὶ στέκεται ὡς καὶ ή ρόδα,
ποῦ στρίφει τὸν Ἰξίονα, γιατὶ κι’ ὁ ἀέρας πέφτει.
Καὶ τώρα πλιὰ ξανάγερνε, κ’ εἶχε ξεφύγει ἀπ’ ὅλα
τὰ κίντυνα καὶ πρὸς τὸ φῶς τοῦ κόσμου ἡ Εὐρυδίκη.
Ποῦ πάλι τοὖχε χαριστεῖ, κατόπι ἀκολουθῶντας,
(Τί τέτοιο νόμο τοὔβαλεν ἡ Περσεφόνη) ἐρχότουν.
Ὅταν κυριεύει ξαφνικὰ τὸν ἄβουλο ἐρωτάρη
μιὰ τρέλλα, ποῦ συχωρετὴ θὲ νἆταν, ἂν ὁ Ἅδης
εγνώριζε νὰ συχωρεῖ: σιμὰ στὸ φῶς τελείως,
απὸ το πάθος τῆς ψυχῆς παρμένος, λησμονάει,
καί, ὤφου! τὴν Εὐριδίκη του γυρίζοντας τηράζει.
Ὅλα τὰ κόπια ἐχάθηκαν· χαλιῶνται κ’ οἱ συνθῆκες
τοῦ τύραννου τοῦ φοβεροῦ καὶ τρεῖς φορὲς στὲς λίμνες
τ’ Ἀόρνου ἀντάρα ἀκούστηκε. Καὶ τότες "Ποιός" τοῦ λέει,
Ὀρφέα καὶ μὲ τὴ δύστυχη καὶ σὲ μᾶς ἔχει χάσει;
Ποιὰ μάνητα; Ἄχ, οἱ ἄσπλαχνες οἱ μοῖρες πάλι ὁπίσω
μὲ κράζουν, κ’ ὕπνος τὰ θολὰ τὰ μάτια μοῦ σκεπάζει.
Καὶ τώρα γειά σου! ἐβύθισα, μὲ τρογυρίζει νύχτα
βαρηὰ κι’ ἁπλόνω κατὰ σὲ τοῦ κάκου ἐγώ τὰ χέρια
τ ἀνήμπορα, ποῦ, ἀλοίμονο! δὲ θἆνε πλιὰ δικά σου."
Christian Gottlieb Kratzenstein, Orpheus and Eurydice, 1806, |
Εἶπε • κι’ ἀπὸ τὰ μάτια του, σὰν ὁ καπνὸς ποῦ λυώνει
μὲς στὸν ἀέρα τὸν ψιλό, στὰ βάθη φεύγει ἀμέσως•
Καὶ τὸν Ὀρφέα ποὔθελε πολλὰ νὰ κρίνει ἀκόμα
κ’ ἴσκιους τοῦ κάκου προσπαθεῖ νὰ πιάσει πλιὰ δὲν εἶδε.
Καὶ τώρα δὲν τοῦ συχωρεῖ τ’ Ἅδη ὁ περαματάρης
τὸ βάλτο πάλι νὰ διαβεῖ ποῦ τοὔκοφτε τὸ δρόμο.
Τί θἄκανε; σὰ δυὸ φορὲς τοῦ ἁρπάχτηκε ἡ συμβία,
ποῦ θένα πήγαινε; μὲ τί παράπονο τὸν Ἅδη
καὶ τοὺς θεοὺς μὲ τί φωνὲς αὐτὸς θὰ ἐσυγκινοῦσε;
Μακριά πλιὰ τώρα στῆς Στυγὸς τὴ βάρκα ἐκείνη πλέει.
Orpheus and Euridice - Frederic Leighton (1864) |
Κ’ ἔκλαιγε ἐκεῖνος, καθὼς λέν, κατὰ σειρὰ ἑφτὰ μῆνες
μὲς στοῦ Στρυμόνα τὸ ἔρημο τὸ φρύδι κι’ ἀποκάτου
απὸ ἕνα βράχο τρίψηλο καὶ στὸ ψυχρὸ τὸ σπήλιο
ξετύλιγε τὴ μοίρα του κ’ ἡμέρευε τὸν τίγρη
μὲ τὸ τραγούδι κ’ ἔκανε τὰ δέντρα νὰ σαλεύουν,
όπως στῆς λεύκας τὴν ἱσκιὰ δέρνεται ή Φιλομήλα
θρηνῶντας τὰ χαμένα της τὰ τέκνα, ποῦ τὰ πῆρε
ο ζευγουλάτης ὁ ἄκαρδος, ἰδόντας τὴ φωληά της,
αφτέρωτα, καὶ τότε αὐτὴ τὴ νύχτα κλαίει σὲ κλάδο
καθούμενη, καὶ τ’ ἄχλιο της τραγούδι ξαναρχίζει,
καὶ θλιβερὸ τὸ κλάμα της γιομίζει ὅλο τὸν τόπο.
Καὶ τὴν καρδιὰ δὲν τοῦ λυγᾶν οἱ Ὑμέναιοι κ’ ἡ Ἀφροδίτη,
μὰ ταξειδεύει μοναχὸς τοὺς ὑπερβόρειους πάγους.
Τὸ χιονισμένον Τάναϊ καὶ τὰ Ριπαῖα λιβάδια,
ποῦ οἱ πάχνες πάντα σκέπουν τα, καὶ κλαίει τὴν Εὐρυδίκη,
ποῦ ὁ Χάρος τοῦ τὴν ἅρπαξε, καὶ τ’ ἄχρηστα τὰ δῶρα
τοῦ Πλούτωνα.
Charles François Jalabert - Nymphs Listening to the Songs of Orpheus |
Κ’ ἡ πίστη του τὲς μάννες τῶν Κικόνων
εκαταφρόνεσε• κι’ αὐτὲς στὰ νυχτικὰ μυστήρια
τοῦ Βάκχου, ὅταν ἐγιόρταζαν τοὺς ἀθανάτους, σκίζουν
τὸν ἄγουρο καὶ τὸν σκορποῦν στοὺς ἀνοιχτοὺς τοὺς κάμπους.
Καὶ τότε, ἐνῶ τὴν κεφαλή, ποῦ τοὖχαν ξεριζώσει
απὸ τὸ μαρμαρόλευκο λαιμό, τὴν ἐκυλοῦσε
στὴ μέση τῆς κατεβασιᾶς ὁ Οἰαγριακὸς ὁ Ἔβρος,
η κρύα του ἡ γλώσσα, κ’ ἡ ἴδια του ἡ φωνὴ τὴν Εὐρυδίκη
Κράζει. Καὶ τοὔφευγε ἡ ψυχή); "Αχ δύστυχη Εὐρυδίκη!"
Κι’ ἀντιλαλοῦν ὅλες οἱ ὀχτιὲς τοῦ ποταμοῦ: "Εὐρυδίκη."
Emile Levy, Mort d'Orphée |
Συγγραφέας: Βιργίλιος , Γεωργικά Βιβλίο Δ
Μεταφραστής: Κωνσταντίνος Θεοτόκης
Ποιος είναι ποιος....
Ο Πρωτέας είναι μια πρώτη μορφή ύλης που διαδοχικά μεταμορφώνεται και δημιουργεί όλες τις άλλες μορφές που αποτελούν τον κόσμο. Είναι η αρχική ουσία, που οι διαφορετικές εκδοχές της έφτιαξαν τα μέρη του σύμπαντος, ο «πρώτος» δαίμονας.
Ο Πρωτέας, ξυλογραφία του Jörg Breu |
2. Ύδρος: το νερόφιδο.
3. Χελώνα κούφια: λύρα από καύκαλο χελώνας.
4. Κωκυτός: Ο Κωκυτός, από το αρχαιοελληνικό ρήμα κωκύω (οδύρομαι, θρηνώ), σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ήταν υποχθόνιος ποταμός, τέκνο της Στυγός.
Ο Κωκυτός του Γκυστάβ Ντορέ (1832-1833) για τη Θεία Κωμωδία (La Divina Commedia) του Δάντη. |
5. Στύγα: ήταν αρχέγονη χθόνια θεότητα, απεχθής και φρικαλέα, προσωποποίηση του ομώνυμου ποταμού του Αδη.Κατοικούσε μακριά από τους άλλους θεούς, στη βαθειά σκοτεινιά του Άδη, μέσα στο φωλιασμένο πάνω σε πανύψηλες ασημένιες κολώνες ξακουστό παλάτι της. Η Στύγα ήταν επίσης και ένα από τα μεγάλα ποτάμια του κάτω κόσμου, παρακλάδι η ίδια του αρχέγονου Ωκεανού. Από την κορυφή ενός απόκρημνου βράχου του Τάρταρου ανάβλυζε το νερό που σχημάτιζε αρχικά τον Στύγιο ποταμό και μετά την λίμνη Στύγα. Τα νερά τους είχαν την τρομερή δύναμη να διαλύουν και να αφανίζουν ότι έπεφτε μέσα τους.
Crossing the Styx, illustration by Gustave Doré, 1861. |
6. Φιλομήλα: Η χελιδόνα
7. Κίκονες : Οι Κίκονες ήταν Θρακικός λαός που κατοικούσε στην περιοχή ανάμεσα στη Βιστωνίδα λίμνη και τις εκβολές του ποταμού Έβρου.
8. Οίαγρος: Ήταν βασιλιάς της Θράκης και πατέρας του Ορφέα.
Jean-Baptiste-Camille Corot, Orphée |
Ορφέας, εκείνος που γιατρεύει με το φως.....
Ο Ορφέας γεννήθηκε στην περιοχή της Θράκης. Ήταν γιος της Μούσας Καλλιόπης και του Οίαγρου, βασιλιά της Θράκης. Διδάχτηκε τη λύρα από τον ίδιο τον Απόλλωνα και με τη μουσική της μπορούσε να μαγεύει ακόμα και τα άγρια ζώα.
Είναι πολύ πιθανό να ήταν υπαρκτό πρόσωπο, που η πραγματική ζωή του μπλέχτηκε με το μύθο. Λέγεται ότι μυήθηκε στην Αίγυπτο και ότι το όνομα του «Ορφέας», που σημαίνει «εκείνος που γιατρεύει με το φως», του δόθηκε εκεί ως όνομα μύησης.
Θεωρείται δημιουργός των ορφικών μυστηρίων με τα οποία ένωσε τη λατρεία του Δία με τη λατρεία του Διονύσου. Η ουσία των Μυστηρίων είναι η μετάβαση από το σκοτάδι στο φως με διάφορους αλληγορικούς και συμβολικούς τρόπους. Αυτή η προσπάθεια του μύστη αντανακλάται στο μύθο της κατάβασης του Ορφέα στον Άδη προκειμένου να πάρει πίσω την Ευρυδίκη, που το όνομα της ήταν προσφώνηση της Αυγής. Η απαγόρευση που του τέθηκε ήταν συνηθισμένη σε χθόνιες τελετές, όπου ο μύστης δεν έπρεπε να στραφεί πίσω (αμεταστραπί).
Η ορφική φιλοσοφία εκφράζεται μέσα από τους Ορφικούς Ύμνους, που ο κάθε ύμνος εξυμνεί μία θεότητα του ελληνικού πανθέου. Οι παλαιότεροι ύμνοι ανάγονται στην 11η χιλιετία π.Χ. πράγμα που μας κάνει να σκεφτούμε ότι, αν είναι έργο του Ορφέα, ο Ορφέας έζησε τότε. Μέσα στους ύμνους δίνονται πολλά στοιχεία για την ορφική κοσμολογία, όπως: η γένεση του Σύμπαντος από μια έκρηξη, η άποψη ότι ο κόσμος γεννήθηκε από ένα αυγό -το Κοσμικό Αυγό -, την πίστη στην συμπαντική αρμονία καθώς και πλήθος αστρονομικών γνώσεων.
Jean Raoux, Orpheus and Eurydice |
Φαίνεται ότι στους κλασικούς χρόνους υπήρχε κι άλλη εκδοχή του μύθου, όπου ο Ορφέας πετυχαίνει να πάρει τη γυναίκα του από τον Άδη. Ο Ευριπίδης, στην τραγωδία του Άλκηστη, αναφέρει ότι ο Ορφέας νίκησε το θάνατο:
Αν είχα τη φωνή και το τραγούδι του Ορφέα
για να μπορώ να γοητεύσω την Περσεφόνη και τον Άδη
και να σε κλέψω απ' την κόλαση,
θα κατέβαινα, και ούτε σκύλος του Άδη
ούτε ο Χάρος πάνω στο κουπί του
θα μπορούσαν να με σταματήσουν. Θα σ' έφερνα ζωντανή στο φως.
(Άλκηστη, στ. 357-362)
Orpheus and Eurydice 1807, Johann August Nahl the Younger |
Bouquet, La Mort d'Orphée |
Από το μύθο στη σύγχρονη τέχνη........
Ορφέας (1607). Μοντεβέρντι
Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη, νιόπαντροι, εμφανίζονται σε ένα ειδυλλιακό τοπίο με νύμφες και βοσκούς. Μετά το θάνατο της Ευρυδίκης, που τον αφηγείται σπαρακτικά ο αγγελιοφόρος, ο Ορφέας περιπλανιέται στον Κάτω Κόσμο με στόχο να οδηγήσει την αγαπημένη του στον Πάνω Κόσμο. Εξαιτίας του έρωτα του παραβιάζει την εντολή να μη γυρίσει να δει την Ευρυδίκη κατά την επιστροφή τους. Η αγαπημένη του καταδικάζεται έτσι να παραμείνει στον Αδη. Οι πρώιμες όπερες όμως έτειναν να αντικαθιστούν το τραγικό τέλος με αίσιο τέλος και ο Ορφέας δεν αποτελεί εξαίρεση: ο Απόλλων εμφανίζεται ως από μηχανής θεός και οδηγεί τον Ορφέα στον Παράδεισο, όπου θα ενωθεί για πάντα με την Ευρυδίκη. Οι βοσκοί θα πανηγυρίσουν την αποθέωση του Ορφέα με ένα χορό.
"Ο Ορφέας" του Κλάουντιο Μοντεβέρντι, σε σκηνοθεσία του Μπομπ Ουίλσον και μουσική διεύθυνση του Ρινάλντο Αλεσαντρίνι, που δόθηκε στη Σκάλα του Μιλάνου το φθινόπωρο του 2009.
....κι ένας Ορφέας αλλιώτικος, μινιμαλιστικός, υπό τη διεύθυνση του René Jacobs και με χορογραφίες της Trisha Brown
Το ποιητικό κείμενο της όπερας στην αρχική (ιταλική) τρίπρακτη μορφή είναι του Ρανιέρι ντε Καλτσαμπίτζι [Ranieri de' Calzabigi]. Σε αυτό στηρίχτηκε ο Πιέρ Λουί Μολίν [Pierre Louis Moline] για την γαλλική εκδοχή. Η υπόθεση αφορά την γνωστή ιστορία του Ορφέα, που με όπλο την μουσική του κατεβαίνει στον Αδη προκειμένου να φέρει πίσω την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Κατά την επιστροφή παραβαίνει τον όρο του Δία να μην αντικρίσει την αγαπημένη ώσπου να φτάσει στον κόσμο των θνητών: υποκύπτοντας στις αγωνίες του στρέφεται και την κοιτά. Η Ευρυδίκη πεθαίνει δεύτερη φορά και ο Ορφέας ετοιμάζεται να αφαιρέσει την ζωή του όταν παρεμβαίνει ο Έρωτας που δίνει αίσιο τέλος στην υπόθεση.
Το 1975, η δημιουργός του «Χοροθεάτρου του Βούπερταλ», Pina Bausch, μετέπλασε σε χοροθέατρο την όπερα του Γκλουκ.
Στο έργο της Πίνα Μπάους, ο Ορφέας «δεν είναι ένας ήρωας, αλλά ένας άντρας απελπισμένος και ευάλωτος». Όπως λέει η ίδια και με τη χορογραφία της τον βγάζει από το μύθο, τον κάνει καθημερινό, αλλά και αιώνιο, άθυρμα της μοίρας, αλλά και της επιθυμίας του. Γι αυτό και κλείνει το έργο δυο σκηνές πριν το ευτυχές τέλος της όπερας, όταν ο Ορφέας στον Άδη βρίσκει, αλλά χάνει για πάντα την Ευρυδίκη του.
«Ευρυδίκη». 1941. θεατρικό έργο του Jean Anouilh
Η Ευρυδίκη είναι ηθοποιός σ" ένα θίασο κωμικών που περιοδεύουν. Στο κυλικείο ενός σταθμού συναντά τον Ορφέα, ένα βιολονίστα. Ερωτεύονται και η Ευρυδίκη εγκαταλείπει τον θίασο για να ζήσει με τον Ορφέα. Το ζευγάρι συναντά έναν παράξενο ταξιδιώτη, τον κύριο Ενρί. Ο διευθυντής του θιάσου αποκαλύπτει στον Ορφέα ότι η Ευρυδίκη είναι ερωμένη του. Ο Ορφέας ζηλεύει και το ζευγάρι τσακώνεται. Η Ευρυδίκη σκοτώνεται από ένα λεωφορείο. Ο κύριος Ενρί συμπονά το ζευγάρι και κάνει συμφωνία με τον Θάνατο: η Ευρυδίκη θα επιστρέψει στη ζωή αλλά ο Ορφέας δεν πρέπει να την κοιτάξει μέχρι το πρωί. Ο Ορφέας δεν αντιστέκεται στην επιθυμία του να την κοιτάξει. Εκείνη ξαναπεθαίνει. Ο κύριος Ενρί προτείνει στον Ορφέα το μόνο φάρμακο που θα του επιτρέψει να ξαναενωθεί με την Ευρυδίκη: το θάνατο. Ο Ορφέας ακολουθεί τη συμβουλή του και ξανασμίγει με την Ευρυδίκη στη χώρα των νεκρών.
Σημ. Το 1972 από το θέατρο της Τετάρτης μεταδίδεται το έργο του Ζαν Ανουίγ ΕΥΡΥΔΙΚΗ, Όπως αναφέρεται στον άκρως κατατοπιστικό πρόλογο, ο Ζ.Α. κάποια στιγμή της ζωής του, για δικούς του εσωτερικούς λόγους, κάνει μια στροφή στη θεματολογία των έργων του και καταπιάνεται με τους αρχαιοελληνικούς μύθους. Αυτό απέφερε καρπούς τα έργα ΑΝΤΙΓΟΝΗ - ΜΗΔΕΙΑ - ΕΥΡΥΔΙΚΗ.
Η ηρωίδα του έργου Πριγκηπέσα ζει στον αμερικανικό Νότο παντρεμένη με τον γηραιό Τζέημπ, που είναι ιδιοκτήτης καταστήματος γενικού εμπορίου, το οποίο διευθύνει η νεαρή γυναίκα του. Στη μικρή τους πόλη έρχεται ο νεαρός Βαλ, που η Πριγκηπέσα προσλαμβάνει, ως υπάλληλο στο κατάστημα. Ο παθιασμένος έρωτας των δύο νέων έχει άσχημη κατάληξη όταν ο Βαλ-Ορφέας προσπαθεί να πάρει μαζί του την Πριγκηπέσα-Ευρυδίκη, που τη σκοτώνει ο Τζέημπ-Πλούτων κρατώντας την για πάντα στον Άδη της μικρής τους πόλης.
Σημ. Η κινηματογραφική εκδοχή του θεατρικού έργου "Ο Ορφέας στον Άδη", γυρίστηκε από τον Sidney Lumet το 1959 με τον τίτλο: «The fugitive kind», «Ο φυγάς» με πρωταγωνιστές τους Μάρλον Μπράντο και Άννα Μανιάνι.
Άννα Αλιφραγκή, εκπαιδευτικός, εμψυχώτρια
1η ενότητα (Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος, Ιανουάριος) του σεμιναρίου «Συγκριτική μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία των λαϊκών παραμυθιών», Η κάθοδος στον Κάτω Κόσμο
Τρίτη, 14 Οκτωβρίου 2014
Orpheus and Eurydice, Auguste Rodin |
Των επιδράσεων ουκ έστιν αριθμός..........
Orfeu Negro (1959), Marcel Camus.
Το έργο τιτλοφορούνταν Orfeu da Conceição και το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Γάλλος σκηνοθέτης Marcel Camus. Μια ταινία στην οποία, ανάμεσα στα άλλα, βλέπουμε πώς κυλάει η ζωή στο Ποτάμι του Ιανουαρίου (Ρίο ντε Τζανέιρο δηλαδή) της Βραζιλίας και κυρίως πώς ζούσανε το καρναβάλι πριν από πενήντα τόσα χρόνια. Δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράματα από τότε και δυστυχώς αυτό ισχύει και για τη ζωή των άπορων και φτωχών της πόλης. Απ`ό,τι φαίνεται πάντως, η διασκέδαση και ο χορός δεν πρόκειται να σταματήσουν ποτέ και για κανένα λόγο.
Ο Μαύρος Ορφέας όμως δεν είναι μια ταινία για το καρναβάλι. Τα κουστούμια και οι μασκαρέτες είναι μερικά από τα εργαλεία του συγγραφέα/στιχουργού Vinicius De Moraes να διηγηθεί τη μυθική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης και να την τοποθετήσει στο σήμερα.
Όπως και κατά τον Ελληνικό μύθο, ο Ορφέας είναι ένας θρυλικός λαϊκός τραγουδιστής, στις παραγκουπόλεις του Ρίο… Εργάζεται ως οδηγός τραμ, όπου συναντά την Ευρυδίκη. Ο Ορφέας την προστατεύει, και ερωτεύονται. Όμως ο θάνατος παραμονεύει…. Απαρηγόρητος ο Ορφέας την αναζητά στη γη των νεκρών…
Η ταινία απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ Καννών του '59, αλλά και το Όσκαρ και τη Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας, ένα χρόνο μετά. Σήμερα θεωρείται ένα από τα κλασικά αριστουργήματα, με ένα επίσης διάσημο σάουντρακ και μία από τις πιο υπέροχες αφίσες όλων των εποχών.
Το φιλμ που έκανε γνωστή την Μπόσα Νόβα σ’ όλο τον κόσμο….
Η μπόσα νόβα, ο νέος ρυθμός έκανε την εμφάνισή του στην Βραζιλία, τον Αύγουστο του 1958 και αποτελεί ρυθμική πρόσμειξη της μουσικής σάμπα με την τζαζ.
Πλούσια σε εσωτερικά νοήματα και συναισθηματισμό, η μουσική αυτή φιλοδοξούσε να ξεφύγει από την τυπική λαϊκή μουσική, συνήθως την ξέφρενη σάμπα του καρναβαλιού, που αγκάλιαζε η εργατική τάξη, ή τις μπαλάντες και τα λατινοαμερικάνικα μπολερό, που άκουγε η μεσαία τάξη.
Κανείς δεν γνωρίζει από πού πηγάζει το όνομά της. Στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, η Βραζιλία εγκαινίαζε τη νέα της εποχή και κατασκεύαζε ως σύμβολο της ανάπτυξής της τη νέα της πρωτεύουσα, την Μπραζίλια. Κάθε τι πρωτοποριακό ονομαζόταν νέο, έτσι και η «μπόσα νόβα», δηλαδή η νέα τάση, που ξεσήκωσε τους νέους της Βραζιλίας.
Kαι γι' όσους έχουν απορίες για τη σύνδεση του «Ορφέο Νέγκρο» με το δικό τους τραγούδι για την μεταθάνατο ζωή, οι στίχοι του «Afterlife» εμφανίζονται ως εναλλακτικοί διάλογοι πάνω στα πλάνα της ταινίας.
Το ίδιο συγκρότημα στο άλμπουμ του "Reflektor" (2013) κάνει υπαινιγμούς στο μύθο του Ορφέα και της Ευριδίκης στα τραγούδια "Awful Sound (Oh Eurydice)" και "It's Never Over (Hey Orpheus)".
Awful Sound (Oh Eurydice)
You and I were born
In a little town
Before the awful sound
Started coming down
You came home from school
And knew you had to run
Please stop running now
Just let me be the one
For you
I know you can see
Things that we can't see
But when I say I love you
Your silence covers me
Oh, Eurydice, It's an awful sound
I was so disappointed
You didn't want me
Oh, how could it be, Eurydice
I was standing beside you
By a frozen sea
Will you ever get free?
Just take all your pain
Just put it on me
So that you can breathe
When you fly away
Will you hit the ground?
It's an awful sound
I know there's a way
We can make 'em pay
Think it over and say
"I'm never going back again."
I know there's a way
We can leave today
Think it over and say
"I'm never going back again."
You and I were born
In a little town
Before the awful sound
Started coming down
You came home from school
And knew you had to run
Please stop running now
Just let me be the one
For you
I know you can see
Things that we can't see
But when I say I love you
Your silence covers me
Oh, Eurydice, It's an awful sound
I was so disappointed
You didn't want me
Oh, how could it be, Eurydice
I was standing beside you
By a frozen sea
Will you ever get free?
Just take all your pain
Just put it on me
So that you can breathe
When you fly away
Will you hit the ground?
It's an awful sound
I know there's a way
We can make 'em pay
Think it over and say
"I'm never going back again."
I know there's a way
We can leave today
Think it over and say
"I'm never going back again."
It's Never Over (Hey Orpheus)
Hey, Orpheus!
I'm behind you
Don't turn around
I can find you
Just wait until it's over
Wait until it's through
And if I call for you
Oh, Orpheus!
Just sing for me all night
We'll wait until it's over
Wait until it's through
You say it's not me, it's you
Hey, Orpheus!
De l'autre côté de l'eau
Comme un écho
Just wait until it's over
Wait until it's through
And if I shout for you
Never doubt
Don't turn around too soon
Just wait until it's over
Wait until it's through
It seems so important now
But you will get over
It seems so important now
But you will get over
And when you get over
When you get older
Then you will remember
Why it was so important then
Seems like a big deal now
But you will get over
Seems like a big deal now
But you will get over
When you get over
And when you get older
Then you will discover
That it's never over
Hey, Eurydice!
Can you see me?
I will sing your name
'Til you're sick of me
Just wait until it's over
Just wait until it's through
But if you call for me
This frozen sea
It melts beneath me
Just wait until it's over
Wait until it's through
Seems like a big deal now
But you will get over
Seems like a big deal now
But you will get over
And when you get over
And when you get older
Then you will remember
He told you he'd wake you up
When it was over
He told you he'd wake you up
When it was over
Now that it's over
Now that you're older
Then you will discover
That it's never over
It's never over
Sometime
Sometime
Boy, they're gonna eat you alive
But it's never gonna happen now
We'll figure it out somehow
Sometime
Sometime
Boy, they're gonna eat you alive (eat you alive)
But it's never gonna happen now
We'll figure it out somehow
Cause it's never over
It's never over
We stood beside
A frozen sea
I saw you out
In front of me
Reflected light
A hollow moon
Oh Orpheus, Eurydice
It's over too soon
Και για έρθουμε και στα καθ' ημάς, "Το τραγούδι της Ευρυδίκης" του Μάνου Χατζιδάκι ακούστηκε για πρώτη φορά ως ορχηστρικό θέμα στο θεατρικό έργο του Jean Anouilh ΕΥΡΥΔΙΚΗ, που ανέβηκε από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν (1959-1960).
Εδώ από το Αlbum: "To '62 του Μάνου Χατζιδάκι". Διασκευή, ενορχήστρωση και εκτέλεση Λένα Πλάτωνος. Ερμηνεία: Σαββίνα Γιαννάτου.
Το τραγούδι της Ευρυδίκης
Έτσι καθώς στεκόμουν
στο σταθμό μονάχη
είχες γυρίσει παίζοντας τη ράχη.
Με είδες, σε είδα
θέλησα ένα χάδι
μα ο σκοπός σου κύλησε στο δρόμο.
Τον πήραν τρένα,τον πήραν σύννεφα καπνού
τον πήρανε τα μάτια σου
και χάθηκα στον Άδη.
Είσαι καλός, είσαι κακός δεν ξέρω....
-Πώς σε λεν;
-Ορφέα.
-Κι εμένα Ευρυδίκη....
«ΕΥΡΥΔΙΚΗ»
της Sarah Ruhl ή «Ένα μιούζικαλ στον Άδη»
Θέατρο Πορεία, 21 Νοεμβρίου 2012 έως 9 Φεβρουαρίου 2014
Η υποψήφια για βραβείο Pulitzer Sarah Ruhl, δανείζεται τον πασίγνωστο μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, για να γράψει ένα σύγχρονο έργο που μιλάει με χιούμορ και ευαισθησία για την παντοτινή αγάπη και τα λεπτά όρια που χωρίζουν την ζωή από τον θάνατο.
Γιατί ένας μύθος κατοικεί στην έμπνευση τόσων δημιουργών, σε τόσες διαφορετικές εποχές; Από την όπερα του Monteverdi, στη ζωγραφική του Corot, κι απ' τις θεατρικές εκδοχές του παγκόσμιου ρεπερτορίου έως το παγωμένο στον μαρμάρινο χρόνο σύμπλεγμα του Rodin, μαθαίνουμε για τον Ορφέα πως ήταν βασιλιάς, μουσικός, ποιητής, οιωνοσκόπος, μαθητής του Απόλλωνα, μύστης θνητών, γητευτής των θηρίων. Για την Ευρυδίκη όμως, μαθαίνουμε μόνο πως ήταν η γυναίκα του.
Η Sarah Ruhl στο έργο της Ευρυδίκη, εισάγει στην πλοκή το πρόσωπο του πατέρα της ηρωίδας. Δεν έχει όνομα. Είναι απλά ο πατέρας της. Κι ενώ είναι νεκρός, επιμένει να τη θυμάται και να της γράφει με πείσμα και αφοσίωση που θα ζήλευε κι ένας ζωντανός. Η δημιουργία αυτού του τριγώνου δεν αποτελεί την μοναδική καινοτομία του έργου. Ακολουθούν πολλαπλά στοιχεία διακειμενικότητας κι η σκηνοθεσία του Δ. Τάρλοου, τα αυξάνει.
Στα πρόσωπα του έργου η Ruhl προσθέτει Έναν Χορό από Πέτρες (Μεγάλη Πέτρα, Μικρή Πέτρα, Βροντώδης Πέτρα). Θυμίζουν τις τρεις μάγισσες του Μακμπέθ, τις Μοίρες. Συναγωνίζονται τον Ορφέα στο τραγούδι, παίζουν μουσική σαν τους διαβόλους στην Κόλαση του H. Bosch.
Η Ruhl δεν κάνει καμία αναφορά στο χρόνο της δράσης, περνάμε από τη μία σκηνή στην άλλη χωρίς να προσδιορίζεται η ώρα, η μέρα, η εποχή. Ο παραληρηματικός λόγος, ο μη-Χρόνος, αυθαίρετα πρωταγωνιστεί, όπως στην Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Κι όπως το Σοφό παιδί της λογοτεχνίας κατρακυλά στο λαγούμι, έτσι κι η Ευρυδίκη τη μέρα του γάμου της γκρεμίζεται από μια σκάλα στον Άδη. [.....]
Ο Ορφέας την ψάχνει, θυμάται την αδυναμία της στα βιβλία, κατεβάζει στον Άδη για χάρη της δεμένα μ' ένα σχοινί, τα άπαντα του Σαίξπηρ.[...]
Ο στοργικός γονιός είναι ο πραγματικός αντίπαλος του Ορφέα. Ο νέος μπαίνει στον Άδη με το κοστούμι που φορούσε στο γάμο του, το κοστούμι του μαέστρου. Τραγουδά το πιο λυπημένο τραγούδι. Λυγίζουν μέχρι και οι Πέτρες. Τον υποδέχεται ένας Θάνατος φαιδρός σαν λαϊκός τραγουδιστής, του δίνει οδηγίες, αν θέλει να ξανακερδίσει τη γυναίκα του, μέχρι να επιστρέψουν στη γη, να μη την κοιτάξει. Πιο πέρα, εκείνη τον ακούει. Πρέπει να διαλέξει: τη ζωή με τις χαρές και τις λύπες του έρωτα, ή το θαμπό είδωλο της παιδικής της ηλικίας. Τρέμει τη ζωή περισσότερο από το θάνατο. Αποχαιρετά τον πατέρα της. Αρχίζει να ακολουθεί τον Ορφέα. Ξαφνικά, αλλάζει γνώμη: Λέει τ' όνομά του.
Αυτός γυρίζει προς το μέρος της ξαφνιασμένος.
Ο Ορφέας κοιτάζει την Ευρυδίκη.
Η Ευρυδίκη κοιτάζει τον Ορφέα.
Κι ο κόσμος, συντρίβεται.
Sarah Ruhl, ΕΥΡΥΔΙΚΗ, κείμενο στο πρόγραμμα παράστασης, Θέατρο Πορεία, Αθήνα 2012, σ.84.»
"Ο μύθος του Ορφέα και της Ευρυδίκης γίνεται αφορμή για τη συγγραφέα Sarah Ruhl, ώστε να προσεγγίσει μια σειρά δύσκολων ζητημάτων, όπως η απώλεια, το πένθος, η ενόρμηση της ζωής και ο έρως του θανάτου, η ζωή ως θάνατος κι ο θάνατος ως αξία της ζωής, η μνήμη και η λήθη, η αδυναμία των λέξεων (του προφορικού και του γραπτού λόγου) να εκφράσουν τη συνθετότητα των συναισθημάτων, η σχέση του δημιουργού με το έργο του από τη μία, με τους γύρω του από την άλλη κ.ο.κ.
Αυτή η Ευρυδίκη, άλλωστε, αν και ακολουθεί τον Ορφέα προς τον Επάνω Κόσμο, θα προκαλέσει το βλέμμα που θα την οδηγήσει και πάλι δίπλα στον νεκρό πατέρα της. Σύνδρομο της Ηλέκτρας; Αναγνώριση της αλήθειας ότι η σχέση (καλή ή κακή) με τη μάνα και τον πατέρα δεν τελειώνει ποτέ – όταν ακόμα και ο πιο δυνατός έρωτας είναι προσωρινός και ο αγαπημένος ένας «ξένος»; Μήπως ο πατέρας θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον Θεό, με μια στοργική φιγούρα που δικαιώνει μεταφυσικά όλα τα δεινά και τα πάθη, υποσχόμενος «πλήρη ασφάλεια μες στο ανεπίλυτο, έξω από τον εφιάλτη της υπόσχεσης» (Σιοράν); Η ερμηνεία είναι ανοιχτή υπόθεση.
Στον εισαγωγικό διάλογο του ερωτευμένου ζευγαριού η Ευρυδίκη λέει στον Ορφέα ότι διάβασε ένα βιβλίο που «ήταν πολύ ενδιαφέρον», γιατί είχε «πολύ ενδιαφέροντα επιχειρήματα». Ο άνδρας σχολιάζει ότι αγνοούσε πως ένα επιχείρημα μπορεί να είναι ενδιαφέρον. «Νόμιζα, λέει, ότι πρέπει να είναι είτε σωστό είτε λάθος». Σε επόμενες σκηνές το επίθετο ενδιαφέρων ουσα-ον θα χρησιμοποιηθεί μετ’ επιτάσεως ως προσδιορισμός προσώπων, πραγμάτων, καταστάσεων από τον Απαίσιο Ενδιαφέροντα Άνδρα (πρόσωπο που αργότερα θα ταυτιστεί με τον Άρχοντα του Κάτω Κόσμου) – κάθε πρότασή του είναι ένας θρίαμβος του σχήματος (του πλαισίου ή της επιφάνειας, αν προτιμάτε) επί της ουσίας, επί του βάθους, επί της σχέσης. Εκεί ο θάνατος.
Το σχόλιο της Ρουλ μας αφορά άμεσα: σε αυτή την εποχή της γενικευμένης σύγχυσης, οι ξεκάθαρες κρίσεις δεν είναι εύκολες. Δεν είναι μόνο που έχουμε βάλει πολλά περιθώρια (κατανόησης και άλλα) στην ηθική μας, είναι που οι γρήγορες ταχύτητες και ο ανελέητος πυροβολισμός από νέες πληροφορίες εμποδίζουν τη σπουδή, την ανάλυση, τη σύνθεση. Με ένα «ενδιαφέρον» ξεμπερδεύεις – και προχωράς παρακάτω. "
Εξαιρετική δουλειά, Γιωργία. Αναδεικνύεις τη δύναμη που έχει ο μύθος να εμπνέει παλαιότερους και νεότερους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών. Και να μας γεμίζει δέος. Αχ! αυτή η τελευταία στιγμούλα, η στιγμή του κοιτάγματος. Θα μπορούσε να μην είχε συμβεί...!
ΑπάντησηΔιαγραφήπολυ καλή εργασία!περιεκτική! σε μια στιγμή εσωτερικής αναζήτησης συνοψίσατε σχεδόν όλα όσα χρειαζόμουν! ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
ΑπάντησηΔιαγραφή