Η επίσκεψη του Ονείρου - Η δοκιμασία του στρατού -Ο
κατάλογος των πλοίων
1ο θέμα: Η «βουλή» του Δία μπαίνει σε εφαρμογή αλλά με
επιβραδύνσεις και περιπλοκές
- Ο Δίας στέλνει τον «πλάνο» θεό Όνειρο στον Αγαμέμνονα με τη μορφή του Νέστορα και τον προτρέπει να επιτεθεί στους Τρώες, γιατί τάχα ήρθε η ώρα να τους νικήσει. Έτσι μέρος της ευθύνης μετατοπίζεται στον Αγαμέμνονα που, ανέμυαλος («νήπιος»), δε στάθηκε ικανός να αντιληφθεί την ποιότητα του αγγελιοφόρου. Άλλωστε ο τρόπος εκπλήρωσης της υπόσχεσης του Δία και μαζί προώθησης του μύθου είναι σύμφωνος με την ψυχολογική κατάσταση του Αγαμέμνονα. Μετά το δημόσιο διασυρμό του από τον Αχιλλέα επιζητά δικαίωση: Μπορεί και χωρίς τον Αχιλλέα να πάρει την Τροία, αφού πιστεύει πως ο Δίας τον «συμπονεί πολύ και τον ελεείται»
- Η στιγμή απαιτεί έλεγχο του ηθικού του στρατού και αναθέρμανση αλλά καταλήγει σε δοκιμασία του ίδιου του αρχιστράτηγου. Οι άκαρπες εννιάχρονες προσπάθειες, οι απώλειες, η θύμηση και η νοσταλγία γυναικών, παιδιών και της πατρίδας αλλά και η απουσία του Αχιλλέα σε συνδυασμό με την απαράδεκτη συμπεριφορά του αρχιστράτηγου εναντίον του πρώτου πολεμιστή οδηγούν το στρατό με αλαλαγμούς χαράς στα καράβια. (τη σκηνή ζωντανεύουν δύο διεξοδικές παρομοιώσεις)
Οι λόγοι αυτοί κατάκαρδα ετάραξαν τα πλήθη
που δεν γνωρίζουν στην βουλήν ποια σκέψις
είχε γίνει
κι όλ εκινήθ’ η σύνοδος σαν του Ικαρίου
πόντου
τ’ αγριωμένα κύματα που ο Νότος με τον
Εύρον
από τα νέφη του Διός ορμώντας τα σηκώνουν.
Ή όπως το βαθύ σπαρτό μ’ όλα τα στάχυα κλίνει,
αν έλθη ξάφνου Ζέφυρος σφοδρός να το κινήση,
όμοια κινήθ’ η σύνοδος και με βοήν στα
πλοία
χύνονταν και απ’ τα πόδια των εφούντωνεν η
σκόνη
ανάερα κι εσπρώχνονταν να σύρουν τα
καράβια,
εις την αγίαν θάλασσαν, κι εκάθαιρναν τους
λάκκους.
Κι ολοένα τα σκαριά σηκώναν κι η βοή τους
στον ουρανόν ανέβαινε για την γλυκιάν
πατρίδα.
(Β,
στ. 141-154, μτφρ. Ι. Πολυλά)
- Η κατάσταση σώζεται χάρη στην επέμβαση των θεών και τη μαεστρία του Οδυσσέα, που επιστρατεύεται και δρα αποτελεσματικά όπου απαιτείται ευστροφία νου και ικανότητα λόγου. Συγκεκριμένα:
- Κεντρίζει το φιλότιμο των ευγενών με «μελωμένα λόγια»
- Ταπεινώνει και δέρνει τους απλούς πολεμιστές
- Εξουθενώνει κυριολεκτικά το Θερσίτη, που άρχισε να μιλάει στη συνέλευση χωρίς να πάρει το σκήπτρο
- Απευθύνει, πρώτος αυτός, ενθαρρυντικό λόγο στη συνέλευση στον οποίο: θίγει αλλά και δικαιολογεί το στρατό για τη στάση του, τους φιλοτιμεί τονίζοντας τη ντροπή να γυρίσουν πίσω με άδεια χέρια, συνιστά υπομονή, αναφέρεται πλατιά στο θεϊκό σημάδι και τη μαντεία του Κάλχα και τέλος ανανεώνει την πίστη για τη νίκη.
- Καταφέρνει μ’ όλα τα παραπάνω να μετατρέψει την ορμή για επιστροφή σε πολεμικό μένος δείχνοντας πόσο επιδεκτική σε «πλύση εγκεφάλου» είναι η ανθρώπινη μάζα.
Είπε και όλοι εβόησαν, καθώς βοά το κύμα
από του Νότου την ορμήν επάνω σ’ ακρωτήρι,
που βγαίνει εμπρός στην θάλασσαν και πάντοτε το
δέρνουν
τα κύματ’ όπως έρχονται απ’ όλους τους ανέμους.
(Β, στ. 394-397, μτφρ. Ι. Πολυλά )
- Εμψυχωτικούς λόγους απευθύνουν στη συνέλευση επίσης ο Νέστορας και ο Αγαμέμνονας, ο οποίος, αν και το αποδίδει στο Δία, προχωρεί σε μια πρώτη ομολογία του λάθους του, άρα και δικαίωση του Αχιλλέα:
Αλλά μ’ εταλαιπώρησεν ο υπέρτατος Κρονίδης,
που σ’ έχθρες αδιόρθωτες και σ’ έριδες μ’ εμπλέκει.
Ότι ελογομαχήσαμεν εγώ και ο Πηλείδης
χάριν της κόρης και βαρύς εδείχθηκα εγώ πρώτος. (Β,
στ.375-378, μτφρ. Ι. Πολυλά)
- Ο Θερσίτης, αξιόλογος ήρωας της προομηρικής επικής παράδοσης, παρουσιάζεται στραβοκάνης, κουτσός, με ώμους γυρισμένους προς τα μέσα και μακρουλό κεφάλι που πάνω του φύτρωναν αραιές τρίχες. Με την κακομορφία του διαταράσσει την αρμονία της γενικής ομορφιάς των επικών προσώπων. Ο ποιητής αποσιωπά ενσυνείδητα την αρχοντική του γενιά για να κρατήσει αλώβητη τη σχέση αρετής και καταγωγής. Όμως μόνο από ένα τέτοιο πρόσωπο μπορούσε ν’ ακουστεί η αλήθεια στα μοναρχικά καθεστώτα, της εποχής εκείνης τουλάχιστο:
«Ατρείδη, πάλιν το ζητείς; Ειπέ μας τι σου
λείπει;
Πλήθος χαλκόν εις τες σκηνές, πολλές
γυναίκες έχεις
που διαλεκτές σου δίδομεν εσέν’ απ’ όλους
πρώτα
κάθε φορά που του εχθρού πορθούμεν
πολιτείαν.
Ή και χρυσάφι λαχταρείς, εδώ να σου το
φέρη
κάποιος των Τρώων ποθητό παιδί να εξαγοράση
που εγώ ή κι άλλος Αχαιός θα εσύραμε
δεμένον;
Ή για να γλυκοκοιμηθής γυναίκα θέλεις
νέαν,
μόνος σου να την χαίρεσαι; Και συ που’σαι
αρχηγός τους
δεν έπρεπε τους Αχαιούς να καταβασανίζης.
Στα σπίτια μας ας γύρωμε, κι
ας μείνη εδώ στην Τροία
τα δώρα να χωνεύη αυτός, να
μάθη τότε αν κάτι
τον βοηθούσαμε κι εμείς. Κι
έχει ατιμάσει τώρα
άνδρ’ απ’ αυτόν καλύτερον
πολύ τον Αχιλλέα,
ότι του αφαίρεσ’ άδικα των
Αχαιών το δώρον.
Κι αν αυτός είχε μέσα του
χολήν, αν είχεν αίμα,
θα ήταν ύστερη φορά που
αδίκησες, Ατρείδη !»
(Β, στ. 225-242, μτφρ.
Ι. Πολυλά)
- Ο αυθάδης, αμετροεπής και θρασύδειλος Θερσίτης, σύμβολο για πολλούς του απλού λαϊκού πολεμιστή που τολμά να αμφισβητήσει το κύρος και τη δύναμη των αριστοκρατών, εξευτελίζεται, γελοιοποιείται και ξυλοφορτώνεται από τον Οδυσσέα, στο ρόλο του υπερασπιστή της αριστοκρατικής τάξης. Οι άλλοι Αχαιοί μπροστά στο θέαμα της τιμωρίας και της ταπείνωσης του συμπολεμιστή τους αντιδρούν με γέλια, μολονότι τον λυπούνται. Σ’ ένα κόσμο ευγενών και ηρώων, με ξεκαθαρισμένη την ιεραρχία η απροκάλυπτη αλήθεια, όταν θίγει την εξουσία, δε γίνεται αποδεκτή.
Κι όλος εγέλασ’ ο λαός αν κι ήταν πικραμένος.
Κι εστράφη κάποιος κι έλεγεν εκεί στον
πλαγινόν του:
«Ω έργα πόσα εξαίσια κατόρθωσ’ ο Οδυσσέας,
σύμβουλος πρώτος, συνετός και άξιος
πολεμάρχος !
Αλλά τώρα ευεργέτησε μεγάλως τους Αργείους
που την αυθάδειαν έπασε του κακογλώσσου
αχρείου.
Πού θ’ αργήσ’ η απότολμη ψυχή του να τον
σπρώξη
πάλι με λόγι’ αναίσχυντα τους βασιλείς να
ψέγη». (Β, στ. 270-277, μτφρ. Ι. Πολυλά )
2ο
θέμα: Ο Ποιητής με τη βοήθεια της Μούσας απαριθμεί τις δυνάμεις Αχαιών και Τρώων
- Η τρωική εκστρατεία υπήρξε κοινή επιχείρηση σχεδόν όλων των Ελλήνων του 12ου π.Χ αιώνα. Κάπου 100.000 Αχαιοί με 1186 πλοία πολέμησαν εναντίον 10.000 περίπου Τρώων και συμμάχων τους.
- Αν και βρισκόμαστε στον 9ο χρόνο της πολιορκίας, δίνεται στον ακροατή η εντύπωση ότι ο πόλεμος μόλις άρχισε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου