Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Πώς μετριέται η ευτυχία, Daniel Gilbert

Αναζητώντας την ευτυχία


Γιατί άραγε συγχωρούμε πιο εύκολα τους συντρόφους μας για μια απιστία παρά για τα άπλυτα πιάτα που αφήνουν στο νεροχύτη; Γιατί στο εστιατόριο επιμένουμε να παραγγέλνουμε διαφορετικά πιάτα απ' ό,τι η παρέα μας, αντί να ζητάμε ό,τι πραγματικά θέλουμε; Γιατί οι ασθενείς θυμούνται ως πιο ανώδυνες τις παρατεταμένες ιατρικές επεμβάσεις και όχι τις σύντομες; Γιατί όσοι πουλούν ένα σπίτι απαιτούν ποσά που με κανέναν τρόπο δεν θα πλήρωναν αν ήταν οι ίδιοι αγοραστές; Γιατί οι καταναλωτές μένουν πιο ευχαριστημένοι όταν δεν μπορούν να κάνουν επιστροφές και να πάρουν τα χρήματά τους πίσω;

Γιατί η ουρά στο σούπερ μάρκετ φαίνεται να επιβραδύνεται μόλις μπούμε και εμείς σε αυτή; Γιατί αξιολογούμε πιο θετικά τους υποψήφιους πολιτικούς όταν βγαίνουμε από το παραβάν παρά όταν μπαίνουμε; Γιατί μετανιώνουμε πολύ περισσότερο για όσα δεν έχουμε κάνει παρά για όσα έχουμε κάνει;

Σε αυτό το πνευματώδες και ταυτόχρονα προσιτό βιβλίο, ο ψυχολόγος Daniel Gilbert, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Harvard, περιγράφει τις ατέλειες της μνήμης μας και τις πλάνες των προβλέψεών μας, πράγματα που τελικά μας οδηγούν σε λάθη όταν οραματιζόμαστε το μέλλον μας και υπολογίζουμε την προσδοκώμενη ικανοποίηση. 


Παρουσιάζοντας τις πιο πρόσφατες επιστημονικές μελέτες στα πεδία της ψυχολογίας, της γνωσιακής νευροεπιστήμης, της φιλοσοφίας και της οικονομικής της συμπεριφοράς, ο Gilbert φέρνει στο φως όσα έχουν ανακαλύψει οι επιστήμονες σχετικά με τη μοναδικά ανθρώπινη ικανότητα να φανταζόμαστε το μέλλον μας και να προβλέπουμε πόσο θα μας αρέσει τότε. Με εξαιρετική οξυδέρκεια και γλαφυρότητα, ο Gilbert μάς εξηγεί για ποιους λόγους φαίνεται να ξέρουμε τόσο λίγα πράγματα για την καρδιά και το νου του μελλοντικού εαυτού μας.





Συνέντευξη της Ασπασίας Δασκαλοπούλου

«Είμαστε άραγε οι μόνοι χαζοί άνθρωποι στον πλανήτη που δεν μπορούν να προβλέψουν πόσο ευτυχισμένοι θα είναι αν τους συμβεί κάτι;» είπε ο ένας φίλος στον άλλο κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού διαλείμματος από τη δουλειά. Είχαν να βρεθούν ένα χρόνο, ένα χρόνο που και για τους δύο ήταν πολύ δύσκολος. Ο ένας χώρισε με τη σύντροφο του και είχε προβλήματα στη δουλειά του. Ο γάμος του άλλου διαλυόταν, ενώ ο έφηβος γιος του είχε συνεχώς μπελάδες. Περιέργως, αισθάνονταν αμφότεροι ευτυχισμένοι. Και ο δεύτερος αποφάσισε να το ψάξει λίγο περισσότερο. 

Μετά 20 χρόνια έρευνας, 100 επιστημονικές δημοσιεύσεις, ένα μπεστ σέλερ, μία σειρά ντοκιμαντέρ, δεκάδες αναμεταδιδόμενες διαλέξεις με εκατομμύρια θεατές, έναν δεύτερο γάμο, έναν γιο που τον έκανε παππού και με αφορμή την ομιλία του στο αθηναϊκό TEDx Academy 2014, ο Ντανιέλ Γκίλμπερτ, καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Harvard, εξηγεί ότι, όπως ο ίδιος σκόνταψε πάνω στην επιστήμη που τον έκανε διάσημο, έτσι και ο καθένας μας σκοντάφτει πάνω στη δική του ευτυχία.



Αν βγούμε στο δρόμο και ρωτήσουμε τους ανθρώπους τι θέλουν από τη ζωή τους, πόσοι θα μας απαντήσουν «ευτυχία»;

Όχι πολλοί, αλλά όλοι τους την εννοούν. Θέλουμε υγεία, μακροβιότητα, οικονομική ευημερία. Γιατί; Επειδή θεωρούμε ότι αυτά θα κάνουν πιο ευτυχισμένους εμάς και τους ανθρώπους που αγαπάμε. Κατονομάζουμε πολλά διαφορετικά πράγματα, όλα όμως είναι σπόροι ευτυχίας. 

Φυτρώνουν τελικά αυτοί οι σπόροι;

Άλλοι ναι και άλλοι όχι. Κάποια πράγματα όντως μας κάνουν ευτυχισμένους, ενώ για άλλα κάνουμε λάθος. Το λέω αυτό με σιγουριά, γιατί εδώ και 20 χρόνια η επιστήμη έχει μπει στο πεδίο της ευτυχίας και με επιστημονικά και στατιστικά εργαλεία αναζητά απαντήσεις στο τι κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται ευτυχείς με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. 

Πώς μετριέται κάτι τόσο υποκειμενικό;

Αρκετές φορές έρχονται βιολόγοι, χημικοί και άλλοι επιστήμονες και με ρωτούν με δυσπιστία: «Πώς γίνεται να κάνεις επιστημονική έρευνα πανω στα ανθρώπινα λεγόμενα;». Εντάξει, αν δεν το πιστεύεις, πέταξε τα γυαλιά σου στα σκουπίδια, απαντώ. Και τους εξηγώ ότι, όταν πήγαν στον οπτομέτρη, τους έβαλε να δοκιμάσουν διαφορετικούς φακούς και με βάση τις απαντήσεις τους συνταγογράφησε τα γυαλιά που φορούν. Να πώς κάνεις επιστήμη πάνω σε ανθρώπινες εξιστορήσεις! Αυτά που λένε οι άνθρωποι σχετικά με τις υποκειμενικές τους εμπειρίες είναι πολύ σημαντικά. Και αν τους ακούσεις προσεκτικά, συγκεντρώσεις πολλά δεδομένα και υπακούσεις στους κανόνες της επιστήμης, μπορείς να μάθεις πολλά σχετικά με το τι τους κάνει ευτυχισμένους.


Τι φέρνει ευτυχία σύμφωνα με την επιστήμη;

Το σημαντικότερο είναι οι καλές ανθρώπινες κοινωνικές σχέσεις, οικογενειακές ή φιλικές. Αυτό μετράει πολύ πάνω και από τα χρήματα, αλλά και από την υγεία. Με μία όμως εξαίρεση, τα παιδιά. Όλοι θα σου πουν ότι «τα παιδιά είναι η μεγαλύτερη πηγή ευτυχίας». Αν ισχύει κάτι τέτοιο, θα πρέπει οι μετρήσεις μας να δείχνουν ότι αυτοί που έχουν παιδιά είναι πιο ευτυχισμένοι από αυτούς που δεν έχουν, ότι όσο περισσότερα παιδιά έχεις τόσο πιο ευτυχισμένος είσαι, ότι, όταν είσαι με τα παιδιά σου, είσαι πιο ευτυχισμένος από ό,τι όταν είσαι μακριά τους. Δεν βρήκαμε να ισχύει κανένα από τα παραπάνω! Και όταν λέω «δεν βρήκαμε», δεν εννοώ μόνο εμένα και τους φοιτητές μου, αλλά εκατοντάδες ψυχολόγους, οικονομολόγους και κοινωνιολόγους, οι οποίοι εδώ και δεκαετίες κάνουν μετρήσεις. Πιθανώς ο καλύτερος τρόπος για να περιγράψει κανείς τη βιβλιογραφία πάνω στη σχέση παιδιών και ευτυχίας είναι ότι: τα παιδιά δεν παίζουν ρόλο. Σε κάποιες έρευνες, μάλιστα, φαίνεται και μια μικρή αρνητική συσχέτιση! δηλαδή άνθρωποι με παιδιά είναι λίγο λιγότερο ευτυχισμένοι από εκείνους χωρίς παιδιά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα παιδιά δίνουν νόημα στη ζωή, αλλά την ίδια στιγμή αποτελούν το μοναδικό είδος σχέσης στην οποία ο άλλος χρειάζεται συνεχώς πράγματα από εσένα και συνήθως, τουλάχιστον για καιρό, δίνει πολύ λίγα πίσω.

"The soul is healed by being with children." This is sooo true... my Z can brighten my day light no other.



Τι φταίει και συχνά οι προβλέψεις σχετικά με το τι θα μας κάνει ευτυχισμένους δεν είναι έγκυρες;

Ο εγκέφαλός μας και οι γύρω μας. Για να προβλέψουμε το μέλλον, χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας και εκεί κάνουμε ένα προβλέψιμο σετ σφαλμάτων. Το δεύτερο σετ αιτιών είναι ότι είμαστε όλοι μέλη μιας κουλτούρας. Περιβαλλόμαστε από ανθρώπους, γονείς, θείους, παρουσιαστές τηλεόρασης, ιερείς, μπάρμαν, ταξιτζήδες, και όλοι αυτοί έχουν μια θεωρία για το τι φέρνει ευτυχία και δεν διστάζουν να τη μοιραστούν.

Ποια λάθη κάνει ο εγκέφαλός μας;

Αν σου πω κλείσε τα μάτια και φαντάσου πώς θα ήταν εάν έτρωγες ένα κομμάτι σοκολάτα ή αν παντρευόσουν ή οτιδήποτε άλλο, ο εγκέφαλός σου αρχίζει να φτιάχνει μια εικόνα του γεγονότος και πολύ γρήγορα μπορείς να κρίνει αν κάτι τέτοιο θα ήταν θαυμάσιο ή απαίσιο. Τη μελέτη του πώς ο εγκέφαλος φτιάχνει αυτές τις εικόνες και ερμηνεύει αυτή την πληροφορία την ονομάζουμε νοητική προσομοίωση του μέλλοντος. Εκεί είναι όπου γίνονται μια σειρά από σφάλματα και έχω ξοδέψει τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής μου στη μελέτη τους.

Ένα είναι ότι προσομοιώνουμε το κεντρικό κομμάτι ενός επεισοδίου και όχι τις λεπτομέρειες. Πες, για παράδειγμα, ότι σου ζητώ να φανταστείς ότι πηγαίνεις στον οδοντίατρο. Εάν, όταν τελειώσεις, σε ρωτήσω πού πάρκαρες το αυτοκίνητο ή τι μουσική έπαιζε στο οδοντιατρείο ή εάν ήταν ευγενική η γραμματέας, δεν θα ξέρεις, γιατί αυτό που προσομοίωσες είναι μόνο το κεντρικό μέρος του γεγονότος: εσύ στην καρέκλα, με το στόμα ανοιχτό, και ο γιατρός να κάνει κάτι. Οι λεπτομέρειες όμως που δεν κατάφερες να φανταστείς είναι πολύ σημαντικές στην εκτίμηση του κατά πόσο θα απολαύσεις ή όχι την επίσκεψη. 

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι φανταζόμαστε την αρχή των επεισοδίων. Για παράδειγμα, σου ζητώ να επιλέξεις μεταξύ ενός πόνου στη μέση για την υπόλοιπη ζωή σου ή την απώλεια της όρασης σου, τι διαλέγεις; Όλοι απαντούν τον πόνο στη μέση. Και η απάντηση τους είναι λανθασμένη! Ο διαρκής πόνος στη μέση θα σε κάνει δυστυχισμένη. Αντίθετα, οι τυφλοί δεν είναι δυστυχισμένοι. Κάνεις αυτό το λάθος γιατί στην πραγματικότητα φαντάζεσαι τη στιγμή που χάνεις την όραση σου. Πράγματι, το να χάσεις την όρασή σου είναι πολύ άσχημο τις πρώτες μέρες, όχι όμως και τη χιλιοστή ή δεκάκις χιλιοστή ημέρα. Το αρχικό στάδιο ενός επεισοδίου είναι μια ασυνήθιστη μεταβατική στιγμή και δεν μοιάζει σε τίποτα με αυτά που θα ακολουθήσουν. Όταν όμως φτιάχνεις τη νοητική εικόνα, τραβάς συνήθως φωτογραφία και όχι βίντεο.

Μια άλλη έμφυτη τάση του εγκεφάλου μας είναι να φτιάχνει νοητικές προσομοιώσεις του μέλλοντος που μοιάζουν πάρα πολύ με το παρόν. Για να το αποδείξουμε αυτό, κάναμε ένα πείραμα στο οποίο ζητήσαμε από 28χρονους να αξιολογήσουν το κατά πόσον άλλαξαν τα τελευταία 10 χρόνια. Όλοι τους δήλωσαν ότι άλλαξαν πάρα πολύ. Μετά, ρωτήσαμε 18χρονους να μας πουν κατά πόσον πιστεύουν ότι θα αλλάξουν μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Όλοι τους δήλωσαν ότι δεν θα αλλάξουν σχεδόν καθόλου. Αφού έχεις 28χρονους να κοιτούν πίσω και 18χρονους να κοιτούν μπροστά, αυτά τα νούμερα θα έπρεπε να είναι τα ίδια. Για να βεβαιωθούμε ότι αυτό δεν είναι μόνο ένα σφάλμα της νεότητας, κάναμε το ίδιο πείραμα σε ανθρώπους 58 και 68 χρόνων και τα αποτελέσματα ήταν ακριβώς τα ίδια! Μοιάζει λοιπόν σαν να κινούμαστε μέσα στη ζωή με την εντύπωση ότι έχουμε αλλάξει πάρα πολύ μέχρι σήμερα, αλλά θα παραμείνουμε οι ίδιοι για την υπόλοιπη ζωή μας. Αυτό το αποκαλούμε «η ψευδαίσθηση του τέλους της ιστορίας» (The end of history illusion). 


Down the Rabbit Hole / Alice's Adventures in Wonderland / Dali
Salvador Dalí Illustrates Alice in Wonderland, 1969


Πώς μπορούμε να εφαρμόσουμε αυτά τα ευρήματα στη ζωή μας, ώστε να κάνουμε λιγότερα τέτοια σφάλματα και να έχουμε πιο ευτυχισμένη ζωή;

Δεν υπάρχει μυστικό ευτυχίας, όπως δεν υπάρχει και το μυστικό του αδυνατίσματος. Τρως λιγότερο και ασκείσαι περισσότερο. Έτσι και με την ευτυχία, δεν υπάρχουν πράγματα που ξαφνικά σε κάνουν πιο ευτυχισμένο. Υπάρχουν όμως πράγματα τα οποία αν κάνεις κάθε μέρα για κάποιο μεγάλο χρονικό διάστημα, ένα χρόνο ή και περισσότερο, θα δεις τη ζωή σου να αλλάζει. Και επειδή δεν είμαστε καλοί στο να τα προβλέψουμε μόνοι μας, η επιστήμη τα έχει εντοπίσει για εμάς. Περισσότερος και πιο ποιοτικός ύπνος, επένδυση χρόνου στις κοινωνικές σχέσεις, διαλογισμός, ακόμη και ασκήσεις ευγνωμοσύνης, να καταγράφεις δηλαδή θετικά πράγματα που έχεις στη ζωή σου, μπορούν να αυξήσουν την ευτυχία μας. 


Το χρήμα τελικά φέρνει ευτυχία;

Όποιος είπε ότι «το χρήμα δεν αγοράζει ευτυχία» ίσως ήταν ποιητής, αλλά σίγουρα όχι επιστήμονας. Και αν κάποιος υποστηρίζει κάτι τέτοιο, μάλλον δεν έχει δει ποτέ του άνθρωπο να ζει σε χαρτόκουτο, χωρίς σπίτι και φαγητό. Παρ' όλα αυτά, το να είσαι πλούσιος δεν σε κάνει ευτυχισμένο. Κάνει πολύ μεγάλη διαφορά στην ευτυχία των ανθρώπων όταν ανεβαίνουν από τη φτώχεια στη μεσαία τάξη, μικρότερη διαφορά όταν ανεβαίνουν από τη μεσαία στην υψηλή τάξη και ελάχιστη διαφορά όταν γίνονται πολύ πλούσιοι. Αποδεικνύεται και επιστημονικά ότι δεν χρειάζεται να έχεις πολλά χρήματα για να αποκτήσεις σχεδόν όλη την ευτυχία που τα λεφτά μπορούν να σου αγοράσουν.

Συνέντευξη του Ντάνιελ Γκίλμπερτ στο τεύχος Άνδρας της Καθημερινής (12.10.2014)


When we choose to help others it gives our footsteps greater purpose.



Η ευτυχία δεν προγραμματίζεται....................


«Το ανθρώπινο μυαλό είναι ένα περιπλανώμενο μυαλό, και ένα περιπλανώμενο μυαλό είναι ένα δυστυχισμένο μυαλό», κατέληξε η δημοσίευση των ψυχολόγων Μάθιου Κίλινγκσγουορθ και Ντάνιελ Γκίλμπερτ.

«Η μελέτη αυτή δείχνει ότι η ψυχική ζωή μας διαποτίζεται, σε αξιοσημείωτο βαθμό, από το μη παρόν», σχολίασε o Δρ. Γκίλμπερτ. «Η νοερή περιπλάνηση είναι εξαιρετικός δείκτης της ανθρώπινης ευτυχίας», είπε.

Οι απαντήσεις έδειξαν ότι οι εθελοντές έτειναν να είναι πιο ευτυχείς την ώρα που έκαναν σεξ, ασκούνταν ή είχαν μια συζήτηση. Η ευτυχία τους έπεφτε στα ελάχιστα επίπεδα όταν εργάζονταν και, περιέργως, όταν κάθονταν στον υπολογιστή του σπιτιού και όταν ξεκουράζονταν.

«Μόνο το 4,6% της ευτυχίας ενός ατόμου μπορεί να αποδοθεί στη συγκεκριμένη δραστηριότητα στην οποία επιδίδεται εκείνη τη στιγμή, ενώ η κατάσταση της νοερής περιπλάνησης αντιστοιχεί περίπου στο 10,8% της ευτυχίας του».

Η ανάλυση έδειξε ότι «η νοερή περιπλάνηση των υποκειμένων ήταν γενικά η αιτία, και όχι το αποτέλεσμα, της δυστυχίας τους».
http://www.ethnos.gr

 Le Café de nuit, Vincent van Gogh

Οργανισμός: Εκγύμνανση, διατροφή, lifestyle. Εδώ βρίσκονται αρκετά σίγουρα μέσα για να αποκτήσουμε το συναίσθημα της ευφορίας, που αποδεδειγμένα πλέον εξαρτάται από ουσίες και χημικές αντιδράσεις του εγκεφάλου, τις οποίες η σύγχρονη ζωή συχνά μπλοκάρει. Αν η επιστήμη έχει αποτύχει να δημιουργήσει το χάπι της ευτυχίας (αποδεδειγμένα πλέον όλα τα φαρμακευτικά παρασκευάσματα μειώνουν μεν τις συνέπειες της κατάθλιψης αλλά δημιουργούν σταδιακά ένα είδος συναισθηματικής αναισθησίας όπου όλα ισοπεδώνονται σε μια ομοιομορφία, χωρίς εξάρσεις), οι φυσικές λειτουργίες του οργανισμού μας παραμένουν μια βεβαιότητα αν μάθουμε να τις αξιοποιούμε σωστά. Με πρώτο και σημαντικότερο το κομμάτι της σωματικής δραστηριότητας που συντελεί στην παραγωγή ουσιών όπως οι ενδορφίνες, που είναι ο καταλύτης για το πολυπόθητο ψυχικό «ανέβασμα», όπως π.χ. αυτό που αισθανόμαστε μετά από ένα περπάτημα στην εξοχή. Αντίστοιχα, η σεξουαλική δραστηριότητα δημιουργεί έκκριση ντοπαμίνης.

Στη φύση, επίσης, υπάρχουν συστατικά που αποδεδειγμένα έχουν την ικανότητα να επαναφέρουν την καλή μας διάθεση. Ουσίες που εμπεριέχονται σε τροφές, τις οποίες οι επιστήμονες θεωρούν αντικαταθλιπτικές αφού εμπεριέχουν τριπτόφανο, μια ουσία που βοηθά την παραγωγή της περιβόητης σεροτονίνης στον οργανισμό, που συντονίζει τον εσωτερικό μας μηχανισμό της διάθεσης. Με πρώτο το ψάρι (και κυρίως τα λιπαρά omega 3), αλλά και τα αμύγδαλα, το σπανάκι, τυριά όπως η παρμεζάνα, το μέλι και τα φρούτα μπορείτε να βελτιώσετε τη διάθεσή σας ποντάροντας στο εσωτερικό σας εργοστάσιο: τον οργανισμό!

Σημαντικότατη είναι και η σχέση μας με το φυσικό φως, που επίσης παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παραγωγή ουσιών που ρυθμίζουν τη διάθεση. Δεν είναι τυχαίο, λένε οι ειδικοί, που η αλλαγή των καιρικών συνθηκών έχει φέρει τα πάνω κάτω στην ψυχική υγεία των ανθρώπων. Η εκτυφλωτική δύναμη του πρωινού κυρίως φωτός κρύβει πολλά σημαντικά μυστικά για την εσωτερική μας «φωταγώγηση».


And the sun is shining nice and bright today here at Zeck Ford! Come enjoy this lovely weather with us! Zeckford.com #ZeckFord

Σύμφωνα με πολλές στατιστικές έρευνες, το συναίσθημα της ευτυχίας είναι πολύ πιο διαδεδομένο στο γυναικείο φύλο, ίσως γιατί βάζει σε πρωταρχικό ρόλο τις συναισθηματικές και βαθύτερες αξίες της ζωής, αν και ο νέος κοινωνικός ρόλος των γυναικών έχει αρχίσει να μικραίνει τη διαφορά. Η κατάκτηση υλικών αγαθών βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της ιεραρχίας των σύγχρονων αξιών που μπορούν να ανεβάσουν τη διάθεση, ενώ αντίθετα η πίστη (με όποια έννοια μπορεί κανείς να τη συλλάβει) κάνει τεράστια τη διαφορά στην ποιότητα ζωής όσων τη διαθέτουν, ενώ συχνά αποτελεί και «θαυματουργή» σχεδόν δύναμη για την αντιμετώπιση όχι μόνο προβλημάτων αλλά και σημαντικών ασθενειών. «Η πίστη είναι από τα δυνατότερα μέσα συντήρησης του ανοσοποιητικού συστήματος», υποστηρίζουν οι ερευνητές, ενώ τοποθετούν στις αμέσως επόμενες παραμέτρους δημιουργίας της χαράς τον αλτρουϊσμό, την ανεμελιά, τη δημιουργικότητα και κυρίως την αντίληψη της ζωής υπό το πρίσμα του «τώρα».


Σύμφωνα με τις έρευνες του αμερικανικού Pew Research Center, όσοι καταφέρνουν να αντιλαμβάνονται την ύπαρξή τους μέσα από το παρόν και όχι μέσα από διαρκείς συγκρίσεις και αναπολήσεις του παρελθόντος έχουν πολλές παραπάνω πιθανότητες να ζήσουν ευτυχισμένοι. Οι στόχοι που μπορούν να συμβάλλουν σε μια θετική άποψη της ζωής είναι εκείνοι που αφορούν στο παρόν, των οποίων τα αποτελέσματα είναι απτά και όχι συνδεδεμένα με μεγαλεπήβολες φιλοδοξίες που φέρνουν κατά κανόνα αντίθετα αποτελέσματα.


Night Cafe in Arles (Madame Ginoux) - Paul Gauguin.


Το "ψυχολογικό ανοσοποιητικό μας σύστημα" μας επιτρέπει να νιώθουμε πραγματικά ευτυχισμένοι ακόμα και αν τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδιάσαμε....


Στο βιβλίο του "Σκοντάφτοντας στην ευτυχία" (Stumbling on happiness) 
που έγινε best seller το 2006, ο Ντάνιελ Γκίλμπερτ, μεταξύ άλλων, αποκαλύπτει τα συστηματικά λάθη που όλοι κάνουμε όταν κρίνουμε πόσο ευτυχείς ή δυστυχείς είμαστε. 

Αν και οι ψυχολόγοι πάντα έδιναν βάση στο συναίσθημα, εντούτοις κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες η μελέτη του συναισθηματικού κόσμου έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ, και ένα από τα συναισθήματα που οι ψυχολόγοι μελετούν πιο έντονα είναι αυτό της ευτυχίας. Πρόσφατα, οικονομολόγοι και νευροεπιστήμονες προστέθηκαν στους επιστήμονες πουν ερευνούν την ευτυχία. Όλοι αυτοί οι κλάδοι είναι διαφορετικοί μεταξύ τους, όμως έχουν κοινά ενδιαφέροντα: Οι ψυχολόγοι θέλουν να καταλάβουν τι αισθάνονται οι άνθρωποι, οι οικονομολόγοι θέλουν να γνωρίζουν τι έχει αξία για τους ανθρώπους, και οι νευροεπιστήμονες θέλουν να γνωρίζουν πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος ανταποκρίνεται στις ανταμοιβές.

Οπότε, αφού υπάρχουν τρεις ξεχωριστές ειδικότητες που ενδιαφέρονται για αυτό το θέμα, επόμενο είναι να αποκτήσει μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον. Οι έρευνες σχετικά με την ευτυχία δημοσιεύονται ακόμα και στο περιοδικό Science, ερευνητές που μελετούν την ευτυχία έχουν κερδίσει βραβεία Νόμπελ, και οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο πιέζουν για να μάθουν πώς να μετρούν και να αυξάνουν την ευτυχία των πολιτών.



 

Τι ανακάλυψαν όλοι αυτοί οι ερευνητές σχετικά με την ευτυχία;

Μεγάλο μέρος της έρευνας επιβεβαιώνει πράγματα που υποψιαζόμασταν ότι ισχύουν. Για παράδειγμα, σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι που έχουν καλές και ρομαντικές σχέσεις είναι πιο ευτυχισμένοι από εκείνους που δεν έχουν. Οι υγιείς είναι πιο ευτυχισμένοι από ό, τι άρρωστοι. Οι άνθρωποι που συμμετέχουν στην ενορία τους, είναι πιο ευτυχισμένοι από εκείνους που δεν συμμετέχουν. Οι πλούσιοι είναι πιο ευτυχισμένοι από τους φτωχούς. Και ούτω καθεξής.

Όμως υπήρξαν και κάποιες εκπλήξεις. Για παράδειγμα, ενώ όλα τα παραπάνω κάνουν τους ανθρώπους πιο ευτυχισμένους, είναι εκπληκτικό το πόσο λίγο σημασία έχει ξεχωριστά κάθε ένα από αυτά. Πράγματι, ένα καινούργιο σπίτι ή μια νέα σύντροφος μας κάνει πιο ευτυχισμένους. Αλλά όχι πολύ, και όχι για πολύ !

Όπως αποδεικνύεται, οι άνθρωποι δεν είμαστε πολύ καλοί στο να προβλέπουμε τι θα μας κάνει ευτυχισμένους και πόσο καιρό αυτή η ευτυχία θα διαρκέσει. Αναμένουμε ότι θετικά συμβάντα θα μας κάνουν πολύ πιο ευτυχισμένους από ό, τι στην πραγματικότητα μας κάνουν, και αναμένουμε ότι αρνητικά γεγονότα θα μας κάνουν πολύ πιο δυστυχισμένους από ό,τι στην πραγματικότητα μας κάνουν. Όλες οι μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι το να κερδίσεις ή να χάσεις τις εκλογές, να κερδίσεις ή να χάσεις ένα σύντροφο, να πάρεις ή να μην πάρεις προαγωγή, να περάσεις ή να αποτύχεις στα μαθήματά, όλα έχουν λιγότερη επίδραση στην ευτυχία από ό, τι πιστεύουμε.

Μια πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι ελάχιστα συμβάντα μας επηρεάζουν για περισσότερο από τρεις μήνες. Όταν συμβαίνουν καλά πράγματα, γιορτάζουμε για λίγο και στη συνέχεια ξεθυμαίνει η χαρά. Όταν συμβαίνουν άσχημα πράγματα , κλαίμε και κλαψουρίζουμε για λίγο, όμως γρήγορα βρίσκουμε την δύναμη να ανασηκωθούμε και να τραβήξουμε το δρόμο μας.






Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Με τον τρόπο του Κ.Π. Καβάφη: Ηλίας Λάγιος, Εν επαρχιακή χωροδεσποτεία μεσαιωνικού Βασιλείου



"Σε κάποιον που επιθυμεί να συνεχίσει να είναι ποιητής και μετά το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του, παρατηρούσε ο Έλιοτ, είναι απαραίτητο να υπάρχει η “ιστορική αίσθηση”. Θα πρέπει, δηλαδή, σύμφωνα με τον δημιουργό της Έρημης Χώρας, ο ποιητής να αντιλαμβάνεται το παρελθόν όχι μόνον στην “παρελθοντική”, αλλά και στην “παροντική” του διάσταση. Και πιο αναλυτικά: ο ποιητής που επιθυμεί να συνεχίσει να είναι ποιητής και μετά το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του οφείλει να γράφει έχοντας στα κόκκαλά του όχι μόνον την αίσθηση της γενιάς του, αλλά και την αίσθηση ότι ολόκληρη η λογοτεχνία της Ευρώπης, από τον Όμηρο και μετά, και μαζί μ’ αυτήν και ολόκληρη η λογοτεχνία της χώρας του, έχει μια ταυτόχρονη ύπαρξη και συνθέτει μια ταυτόχρονη τάξη. [......]

"Ένας ποιητής με “ιστορική αίσθηση”, όπως ακριβώς την περιγράφει ο Έλιοτ, που συνέχισε να είναι ποιητής και μετά τα εικοσιπέντε του, υπήρξε ο Ηλίας Λάγιος. Αυτός δε που είχε στη νεότητά του καταγγείλει τους «εαυτότροπους», κατέληξε να γίνει ένας από τους πλέον “εαυτότροπους” ποιητές της γενιάς μας. Και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού κάθε ισχυρού ποιητή κατεξοχήν “εαυτότροπη” είναι η μοίρα." 


Βαγγέλης Κάσσος




[Το 2003 συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από τον θάνατο του Καβάφη και οι “Αναγνώσεις” της Αυγής τίμησαν τον αλεξανδρινό με ένα αφιέρωμα που αποτελείτο από ποιήματα δεκατεσσάρων νεωτέρων ποιητών, καλύπτοντας το ηλικιακό φάσμα από τα 47 έτη του Βαγγέλη Κάσσου μέχρι τα 21 του Χάρη Ψαρρά.

Ο Ηλίας Λάγιος συμμετείχε με αυτό το ποίημα, όπου οι καβαφικές απηχήσεις συναρθρώνονται με τον σχολιασμό της πολιτικής επικαιρότητας.


Είναι λοιπόν απαραίτητο να σημειώσουμε πως, μια εβδομάδα πριν τη δημοσίευση του ποιήματος, οι δυνάμεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας έχουν καταλάβει τη Βαγδάτη, παρά την αντίθεση του γαλλογερμανικού άξονα και άλλων χωρών, όπως η Ρωσία και η Κίνα. Επίσης, την εβδομάδα που έπεται, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρόκειται να συναντηθούν στην Αθήνα, εν μέσω των προγραμματιζόμενων αντιπολεμικών διαδηλώσεων. Όπως προβλέπει το ποίημα, η αίγλη της υψηλής διεθνούς παρουσίας θα καταλήξει σε μπούμερανγκ για την ελληνική κυβέρνηση, που προσδοκούσε πολιτικά οφέλη.

Τα πρόσωπα του ποιήματος: Κώστας Σημίτης, Τζώρτζ Μπους, Τόνι Μπλερ, Σαντάμ Χουσεΐν, Γιωργάκης Παπανδρέου, Ευάγγελος Βενιζέλος, Βάσω Παπανδρέου, Κώστας Λαλιώτης, ο πατήρ Μπους...] 



Πολιτισμός και βαρβαρότητα


Ο πίνακας «Νούμερο ισορροπίας» του γερμανού ζωγράφου Μπερντ Στόλτσεν, εμπνευσμένος από τον πίνακα «Ο διευθυντής του σχολείου αγχωμένος» του Καρλ Σπίτσβεγκ (Κολονία, 1841), παρουσιάζει τον πρόεδρο Μπους σε μια ασταθή γέφυρα ενώ πίσω του ακολουθεί τυφλός και τραυματισμένος ο βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ. Ο ιρακινός πρόεδρος Σαντάμ Χουσεΐν αντικατοπτρίζεται στο νερό σαν φάντασμα και στο βάθος φαίνεται η φλεγόμενη Βαγδάτη


Του Κωνσταντίνου Άρχοντος είναι μεγάλη η στενοχώρια. 

Αλλοιώς τά ‘χε γνωρίσει στο μυαλό του, αλλοιώς τα βούλονταν. 
Πως θα συνάζονταν στην χωροδεσποτεία οι υψηλοί Αυθέντες, 
κι οι σκεπασμένες στο μετάξι Κύρισσες κι' όλο το Αρχοντολόι, 
πως θα γενόνταν εορτές λαμπρές και τελετές και τα παρόμοια 
που κολακεύουν και φαιδρύνουνε τον γραίκικο λαό της βαρωνείας, 
να ξεχαστή με πανηγύρεις και βεγγαλικά η πίκρα κι' η ανέχειά του.


Και πάνω που ‘σταιναν περίλαμπρο διάκοσμο, και πάνω 
που ξεσκονίζανε τ' αρχαία αγάλματα, των εθνικών τ' ανάγλυφα, 
που γυάλιζαν τ' ασημικά και τα εικονοστάσια της Ορθοδοξίας, 
πήγε και του καρφώθηκεν του Βασιλέως άψα τρανή για πόλεμο 
-θα την συνδαύλισε, ασφαλώς, κι' ο κονστουλάτωρ του, ο Αντώνιος της

Ιγγλιτέρας.

και σύναξαν φουσάτα σιδηρόφρακτα και κίνησαν για πού; 
στις ξεραϊλες και στις ερημιές της απωτάτης Μεσοποταμίας, 
κηρύχνοντας σταυροφορία, να ξεμπερδεύουνε με τον τρελλό Χαλίφη

Χουσεϊνη,

για να λυτρώσουν, λέει, απ' τα δεινά και τα μαρτύρια, ποιους; τους

άπιστους!


Τι τα ‘θελεν κι αυτός και δέχθηκε του φέουδου την επιτροπεία; 
Ήταν σαν πέθαινεν απ' τις ακολασίες και τις ασωτείες του ο Βαρώνος,

πού ‘χε ρημάξει κι ερημώσει, τρώνοντας τον πλούτον της, την

επικράτεια

αυτός φουσκώνοντας πολιτικές κι οι σύμβουλοί του το πουγκί τους,

και μέχρι που να ενηλικιωθή ο Γεωργίτζης, ο πρωτότοκος 
(αναθρεμμένος, σπουδαγμένος στην Αυλή, θεληματάρης του Ηγεμόνος), 
φορτώθηκε στους ώμους του διακυβέρνηση κι ευθύνες, 
τους τσακωμούς των ευγενών, τις διαβολές, τα σπιουνέματα, 
τον Κυρ Ευάγγελον με του ερπετού τα μάτια, της Κυράς Βασιλικής 
πέρλες κακόγουστες και μάνητες, και την λυκίσια όψη του Κωνστάντιου. 

Βέβαια, σωστά τα λογαριάσαν ο Γεώργιος ο Δεύτερος κι ο Αντώνιος 
οπού με τ' αρπαγμένο του Σαρακηνού χρυσίον θα γονατίσουν τους

Αυθέντες,

κι οι κομητείες και τα δουκάτα τους κατ' όνομα θα τους ανήκουν μόνον

και θά ‘ναι ξένοι, παρεπίδημοι και δούλοι στην δικιά τους γη. 
Μα τι τον νοιάζει αυτόν; Ήταν, ποτέ του, παραπάνω από ήσκιος ήσκιου;


Και τώρα, παν περίπατο οι ετοιμασίες κι οι λόγοι οι καρναβαλικοί, 
οπού ξιππάζουν, εύμορφα, ομιλητές κι ακροωμένους∙ 
και τώρα, παν περίπατο κι οι λιγοστές ελπίδες του 
να επιλύση, ειρηνικά, το θέμα του καστέλλου της Τζυπρίας. 

Όχι πως δεν το ξέρει που, κρυφίως, συνωμοτούν ο Δούκας της Φραγκιάς

κι ο Δούκας της Αλαμανίας. Που πιάσαν κι έστειλαν γραφή προδοτική 
στην παγωμένη Μοσκοβία, στον Τσάρο Βόριδα. Κι άλλη γραφή,

προδοτικότερη, 
στον αινιγματικό Μεγάλο Χάνο του Πεκίνου και στους μανδαρίνους του

(φόρου υποτελείς, Τσάρος και Χάνος του Ηγεμόνος, μα, ωστόσο...). 
Και πού το ξέρεις, τι; Όταν καλπάζουν τ' άλογα, μεριάζει το χορτάρι.


Και έτσι, αντί να τήνε προσδοκά, τώρα την Σύναξη την τρέμει, 
που θά ‘ρθουν, υπό τον Αντώνιον, οι πιστοί του Βασιλέως να βγάλουνε

Βουλή,

πως χρέος όλοι, Αυθέντες κι Άρχοντες, τον Ηγεμόνα να συνδράμουνε. 
Και σαν ν' ακούη (κουτός δεν είναι) και τους Δούκες να ψελλίζουνε 
για του πολέμου τα δεινά, για πόνο ανθρώπινο, κι άλλα χριστιανικώς

ψυχωφελή.


Τάχα που τους εμπόδισαν αυτά σαν συστρατεύθηκαν με τον παλιό

Ηγεμόνα,

(πατέρα του σημερινού) και ξεθεμέλιωναν την Μεσοποταμία, 
και σκότωναν, και δήωναν, και βιάζανε, και διαγουμίζανε την χώρα,

μόνο που τότε, ο γέροντας, μοίρασε σ' όλους μερδικό απ' τα λάφυρα.

Κι όμως, μ' αυτά κι εκείνα θέριεψαν τον Θρόνο κι ο Γεώργιος το

ξεκαθάρισε

μαζί θα πολεμήσουνε, το βιός δικό του -εξόν την λεία του Αντωνίου. 

Μα πού, στο διάβολο, θυμήθηκαν την Μεσοποταμία; 

Και θα βρεθή στην μέση αυτός, ο ταπεινός κι αδύναμος, 
κι από την μια θα τον τραβούν και θα τον σέρνουν απ' την άλλη. 
Και πες, συντάσσεται με τον Αντώνιο. Θα του κόψουνε 
οι Δούκες, παρευθύς, τα λίαν γενναία δοσίματα, 
και τότες θα του λείψουν ως και τα χρειώδη για την Βαρωνεία 
και θα επακολουθήσουν στάσεις χωρικών και γκρίνιες των εμπόρων. 

Και πάλι, πες, βρίσκει κουράγιο, στέκεται στο πλάι Φραγκιάς κι

Αλαμανίας.

Τότες οργίζεται ο Βασιλιάς κι ο Αντώνιος, πρόθυμος, αμέσως ξαμολάει

επάνω του

τον άγριο Κόμη της Τουρκιάς, παλιό του εχθρό, που μανιωμένος τον

λιανίζει

Κι έπειτα; Βάζουνε στο πόδι του, ως λύση σωτηρίας και πειθούς τον

Γεωργίτζην,

ανήλικος ξανήλικος, τεμπελχανάς και άνους, μα πιστός του Γεωργίου. 
Και χάνονται για πάντα πλέον, οι γλύκες οι αξεστόμιστες, της

εξουσίας και της δυνάμεως.


Τώρα τις νύχτες, ολομόναχος και κατηφής, περιπατεί στα ολάδεια

δώματα,

αυτά που φανταζόταν στολιγμένα θριαμβικώς με θυρεούς κι οικόσημα της

Σύναξης,

βαδίζει στα ψηφιδωτά πατώματα, μηχανικά τους πίνακες κυττά 
αφηρημένος ένα αντίγραφο του Σκόπα, σύμπλεγμα Νύμφης και Σατύρων, 
κι εδώ το πάει, κι εκεί το πάει, δεν βγάνει απόφαση.


Τι τό ‘θελεν ο Παντοδύναμος κι επήγε κι έπλασε την Μεσοποταμία; 


“Αναγνώσεις”, τχ. 26, 13/4/2003 



Ένα τμήμα του κώδικα του Χαμουραμπί

"Ο μεγάλος Αραγκόν είχε πει ότι το ελληνικό αλφάβητο είναι χάρμα οφθαλμών: ο Ηλίας έδειχνε τον σεβασμό του στη γλώσσα, με την προτίμησή του σε παλαιικές γλωσσικές μορφές.

Αλλά και με το μάτι του φιλολόγου να αντιμετωπίσω το έργο του, βρίσκω ότι και η συμβολή του Λάγιου είναι κυρίως γλωσσική. Η ποίησή του εδράζεται πάνω σε έναν συνεχή και πρωτότυπο διάλογο με τα λεκτικά και πολιτιστικά στρώματα της ελληνικής λογοτεχνίας, απ’ τον Όμηρο ως τον Καρυωτάκη. Είναι η γεφύρωση μιας πολιτισμικής και φιλοσοφικής διαλεκτικής, ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν. Μέσω της διακειμενικότητας, της ανάκτησης της προσωδιακής παράδοσης, του γλωσσικού ψηφιδωτού που αναμιγνύει λέξεις, φράσεις, ιδέες, παρμένες απ’ όλο το φάσμα του ελληνικού πολιτισμού, ο Λάγιος ανανέωσε την ποιητική γλώσσα, σε μια περίοδο που διακρίνεται από έντονους πειραματισμούς, ένδειξη της αγωνιώδους προσπάθειας να ξεπεραστεί η επίδραση της γενιάς του ’30, ώστε να συνδεθεί με τους μείζονες (Καβάφη, Καρυωτάκη), αλλά και με τους ελάσσονες ποιητές των αρχών του 20ού και του τέλους του 19ου αιώνα. 

Ο Λάγιος ήταν ένας διαφορετικός γλωσσο-δημιουργός, που έδωσε νέες διαστάσεις και αναπάντεχες προοπτικές σε μια γλώσσα που από τρεις χιλιάδες χρόνια είναι έκφραση υψηλότατης ποίησης.

Μας έδειξε ότι είναι δυνατόν να εκφράσουμε τα σημερινά μας συναισθήματα (από τη χαρά μέχρι την τραγωδία) και τα μικροπράγματα της καθημερινής μας ζωής χρησιμοποιώντας το γλωσσικό υλικό πασών των γενεών, και μας είπε ότι μιλώντας αυτήν την πολυδιάστατη γλώσσα μπορούμε να μιλήσουμε καλύτερα, ή μάλλον να μιλάμε, για τον εμφύλιο, για το ευαγγελικό μήνυμα, για τη λογοτεχνία, για τον έρωτα, συνελόντι για τη ζωή, χωρίς ρητορείες και με πρωτόγνωρο τρόπο.

Αυτό νομίζω, πέραν από τις αισθητικές αρετές του, οφείλουμε στον Ηλία Λάγιο και αυτό θα του εγγυηθεί μια πολύ σημαντική θέση στη νεώτερη ελληνική ποίηση.

Χαίρε Ηλία, sit tibi terra levis. 

Μάσσιμο Κατσούλο 

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Νίκος Καρούζος «Είμαστε εντός της σιγής και της κωφαλαλίας»


Ο Νίκος Καρούζος στον Εθνικό Κήπο (1982)

Περιπλανώμενος στην Αθήνα...

Ο Νίκος Καρούζος,
 γεννημένος στο Ναύπλιο  στις 17 Ιουλίου 1926, θα περιπλανηθεί στην Αθήνα περίπου 40 χρόνια. 
Το 1989 θα αρρωστήσει και θα πεθάνει στις 28 Σεπτεμβρίου του 1990 στο Νοσοκομείο Υγεία, στα 65 του. Στην ίδια ηλικία που θα πεθάνουν οι αγαπημένοι του Ηράκλειτος, Ιωάννης Σεβαστιανός Μπάχ και Κάρλ Μάρξ, μια προφητική επισήμανση που  κάνει ο ίδιος ο Καρούζος λίγους μήνες πρίν από τον θάνατό του.

Μετά
 τα τελευταία γενέθλια της ζωής του, στις 17 Ιουλίου 1990, κλείνοντας τα 64 και μπαίνοντας στα 65, ο Νίκος Καρούζος έλεγε χωρίς φιλαυτία, με χαρμόσυνο πένθος: «65 χρονών πέθαναν και οι τρεις μέγιστοι άνθρωποι: ο Ηράκλειτος, ο Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ, κι ο Καρλ Μαρξ». 

Αν δεν αγαπάς και τους τρεις, πώς να διαβάσεις τα ποιήματα του Καρούζου;



Ο Νίκος Καρούζος στην υπόγεια γκαρσονιέρα του, στην οδό Σούτσου


Ποιητής της Αθήνας, θα τραφεί από ότι τρέφει και την ποίηση του. Μοναξιά, ασκητικότητα και διαρκής παρατηρητικότητα της καθημερινότητας, η οποία αν και αλλάζει στα χρόνια που περνάνε, παραμένει παράλογη όσο και κοινότοπη.

Η ποίηση
του Νίκου Καρούζου μας συστήνει ευθύς εξαρχής,  μια ανέφικτη προσπάθεια ερμηνείας του κόσμου και της ζωής,  μια μάταιη προσπάθεια εύρεσης νοήματος στην ύπαρξη των  όντων μέσα από τη ζωή ή τον θάνατό τους. Με αφετηρία αυτή την αδυναμία, η ποιητική του θα αποκτήσει μια πένθιμη παρατηρητικότητα του παρόντος, με συχνά πικρά ειρωνική και άλλες φορές μεταφυσική ένταση.

 Ο Καρούζος θα πασχίσει να διαπεράσει αυτή την καθημερινή σύμβαση με την ποίηση του, να ανελκύσει το κρυφό νόημα των καθημερινών εικόνων, σε ένα χρόνο ο οποίος έχει σταματήσει ή ίσως υπάρχει με έναν τρόπο που δεν μας αφορά. «Ο Καρούζος περιγράφει τα δευτερόλεπτα με την ίδια παραξενιά που άλλοι ποιητές περιγράφουν τα λουλούδια», σημείωσε ο Ευγένιος Αρανίτσης (Ιστορία των Ηδονών).  Ενώ ο ποιητής γράφει : 
«…Ο χρόνος είναι κοροϊδευτικός. Είναι αμέτοχος σαν τα περίπτερα στην κίνηση.»

Περιπλανώμενος στην πόλη, γοητευμένος  μέχρι κούρασης από τις νύχτες της («…τα βράδια της Αθήνας χρωματισμένα ως τον αέρα...») και τα ξημερώματα της, («Πρωί δεν αντικρίζεται ο ήλιος όταν έχεις ξενυχτήσει…») πολύ συχνά με μόνη παρέα  ποτό και τσιγάρα, παρόλα αυτά θα παραμείνει πάντα συνεπής και γαλήνια προσηλωμένος στην τέχνη του.

Κομμένος όπως το λουλούδι μέσ’το βάζο
θα ζούσε το απόλυτο και ο άνθρωπος χωρίς να ζεί.
Θα ‘τανε χιόνι απάτητο
βροχή που πήρε άλλη απόφαση
και δεν θα πέσει.
Θα ‘τανε μια πασίλευκη
και ώριμη σιγή που ξεσκεπάζει
πως η γαλήνη είν’ ο θεός λέξη προς λέξη
δίχως να περισεύει τίποτα.


                    Απόσπασμα από την Ανθολογία Λευκοπλάστης για μικρές και μεγάλες αντινομίες, 1971




Ο Νίκος Καρούζος στην υπόγεια γκαρσονιέρα του, στην οδό Σούτσου, 
σκοπίμως επιπλωμένη σαν κελί φυλακής, 



Το σκάκι που παίζει το όνειρο με την πραγματικότητα...

[ Τον Νοέμβριο του 1984 συναντηθήκαμε με τον Νίκο Καρούζο στο πατάρι του πάλαι ποτέ Drugstore, στη Στοά Κοραή, για μια συζήτηση με θέμα την πόλη ή μάλλον τη μεγαλούπολη, όπως προτιμούσε ο Νίκος Καρούζος: τη λάμψη και την ομορφιά, τον πανικό και την ποιητική της δύναμη. Η συζήτηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ζάλη», τχ. 2, Μάρτιος 1985. Προφανώς εκ παραδρομής, η συζήτηση παρέμεινε αθησαύριστη στον συγκεντρωτικό τόμο με τις συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου (Οι συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου, φιλολογική επιμέλεια: Ελισάβετ Λαλουδάκη, Ίκαρος, 2002). Γ-Ι.Μ.-Θ.Σ.]



Ν.Κ.: Εγώ είμαι άνθρωπος της μεγαλούπολης. Παρά το γεγονός ότι έχω πολύ μεγάλη αγάπη στη Φύση, στα δέντρα, στη θάλασσα, στις ερημιές, αν θέλεις, εντούτοις αυτό είναι περισσότερο θεωρητικό παρά πραγματικό. Η πραγματική μου ένταση βγαίνει μέσα από τις συγκινήσεις της μεγαλούπολης. Το να δω, σ' ένα δάσος, να τρέχει ένα κουνάβι, είναι βεβαίως μια πάρα πολύ ωραία εικόνα, είναι μια αιωνιότητα, αλλά προτιμώ να είμαι στη μεγαλούπολη και να βλέπω να τρέχει μια μοτοσικλέτα μανιωδώς. Στη μεγαλούπολη είναι που παρακολουθώ με αγωνία μεγάλη το σκάκι που παίζει το όνειρο με την πραγματικότητα, όπου θα 'λεγα πως κερδίζει κατά ενενήντα πέντε τοις εκατό η πραγματικότητα τις παρτίδες. Ωστόσο το όνειρο παραμένει πάντα ένας αντίπαλος της πραγματικότητας, έστω και με ελάχιστες νίκες ή ισοπαλίες. Σαχ και ματ, όμως, κάνει συνήθως η πραγματικότητα. Αυτό, λοιπόν, το ζω με ένταση μεγάλη μέσα στη μεγαλούπολη. Το ζω επίσης και με ενδιαφέρον και με πανικό. Παίζεται και στη Φύση αυτό το σκάκι, αλλά οι παρτίδες είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσες στην πόλη μέσα.

Γ.-Ι.Μ.: Δεν είναι άγριο, δηλαδή, το παιχνίδι στη Φύση;

Ν.Κ.: Δεν είναι ζήτημα τόσο της αγριότητας, όσο του ενδιαφέροντος. Αγριότητα υπάρχει παντού, και η Φύση είναι γεμάτη αγριότητα.

Γ.-Ι.Μ.: Θα ήθελα να μιλήσεις λίγο για τους κρυψώνες που παρέχει η μεγαλούπολη σε μια ιδιοσυγκρασία αλλόκοτη και μοναχική.



Ο κρυψώνας της λεωφόρου

Ν.Κ.: Ο τρομερότερος κρυψώνας της μεγαλούπολης είναι ο μεγάλος δρόμος, η λεωφόρος. Βρίσκεσαι εκεί ολωσδιόλου μόνος. Η μοναξιά στη λεωφόρο περιέχει και όλους τους κινδύνους. Δηλαδή, μπορεί κάποιος να σε πατήσει, μπορεί ν' ανέβει μια μοτοσικλέτα στο πεζοδρόμιο και να σε κομματιάσει, μπορεί να συναντήσεις ένα φίλο που θα σου πει γεια σου και θα προχωρήσει σαν για πάντα αποχαιρετώντας.

Γ.-Ι.Μ.: Στη λεωφόρο επισημαίνω και μια συναρπαστική αντίφαση: ενώ είσαι όρθιος και ολόκληρος, ενώ είσαι έκθετος και όλοι σε βλέπουν, είσαι ταυτοχρόνως και αόρατος.

Ν.Κ.: Ναι, συμφωνώ. Θέλω να σου πω τώρα μια εμπειρία που μου έτυχε στη λεωφόρο πριν από καιρό. Προχωρούσα, λοιπόν, στη Βασιλίσσης Σοφίας, που είναι βεβαίως απ' τις μεγαλύτερες λεωφόρους της Αθήνας, και με σταματάει αίφνης, κάποιος μάλλον μεθυσμένος, και μου λέει: Κύριε, δεν έχω κάνει τίποτα. Λέω: Και ποιος σου είπε ότι έχεις κάνει κάτι; Όχι, λέει, δεν έχω κάνει τίποτα. Πρέπει να σας το δηλώσω. Μα τι να μου δηλώσεις, του λέω, ούτε σε ξέρω, ούτε με ξέρεις, ούτε ξέρω αν έχεις κάνει κάτι, ούτε φαντάζομαι πως έχεις κάνει κάτι. Όχι, ξαναλέει, δεν έχω κάνει τίποτα, κι ας λένε. Και προχώρησε. Είναι καταπληκτικό. Δηλαδή εκείνη τη στιγμή εγώ, σαν ο αόρατος, όπως το διατύπωσες, εκπροσωπούσα στην πλαστή του ενοχή το δικαστή ή τον εξομολόγο. Αυτό ήταν ένα περιστατικό που μ' έβαλε σε μεγάλη σκέψη. Για δες, σκέφτηκα, τελικώς η λεγόμενη έσχατη κρίση στους ουρανούς, επισυμβαίνει στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Στη λεωφόρο είσαι πράγματι αόρατος και, κατά κάποιον τρόπο, παντοδύναμος όσο και εντελώς αδύναμος. Άλλωστε, παντοδυναμία και πλήρης αδυναμία, για να θυμηθούμε τον Ηράκλειτο, είναι ένα.


Εξοικείωση με την κόλαση.....

Γ.-Ι.Μ.: Ποιοι είναι οι χώροι της μεγαλούπολης που σε προσδιορίζουν;

Ν.Κ.: Εμένα οι αγαπημένοι μου χώροι είναι οι εξής: το κελλί μου, κατ' αρχήν. Το υπόγειο δηλαδή που μένω. Είναι οι μεγάλοι δρόμοι, για τους οποίους μιλήσαμε πριν, και όπως ξέρεις κι εσύ μια κι έχουμε πάει πολλές φορές μαζί, τα νυχτερινά μπαρ. Το ξενύχτικο μπαρ εκφράζει τον πανικό της νύχτας. Είναι, όμως, κι ας ακούγεται σαν παραδοξολογία, ένας πανικός τρομερά ευχάριστος. Αισθάνομαι ολωσδιόλου όμορφα να πηγαίνω το πρωί, μετά το μπαρ, να κοιμηθώ οχτώ ώρες-

Θ.Σ.: Όταν ξυπνάει η πόλη.

Ν.Κ.: -όταν έχει λήξει η εκμετάλλευση. Να κοιμηθώ δηλαδή τις ώρες που επισυμβαίνει η εκμετάλλευση, και να βγω μετά, όταν πια έχει λήξει.

Θ.Σ.: Όταν αρχίζει η γιορτή, ας πούμε.

Γ.-Ι.Μ.: Όχι μόνο δεν μπορείς να τη ζεις την εκμετάλλευση, αλλά ούτε και να τη βλέπεις.

Ν.Κ.: Ναι, δεν αντέχω ούτε την εικόνα της αγριότητάς της.

Γ.-Ι.Μ.: Πώς βλέπεις τους ανθρώπους μέσα στα μπαρ; Είναι σαν να ζουν τη γιορτή; σα να θέλουν να παραδοθούν στη λήθη; σα να απολαμβάνουν μια πρόγευση του παράδεισου ή σαν να προσπαθούν να εξοικειωθούν με την κόλαση;

Ν.Κ.: Το δεύτερο είναι. Εξοικείωση με την κόλαση. Ή, όπως το είπα εγώ προηγουμένως, ο ευχάριστος πανικός. Είναι ανάγκη εξοικείωσης με την κόλαση, που δεν είναι μόνον εξωτερική, αλλά κυρίως εσωτερική. Βεβαίως, η εσωτερική κόλαση έχει πολλά δούναι και λαβείν με την εξωτερική πλευρά της.




Προσδοκία ενός νοήμονος μηδενισμού

Θ.Σ.: Πώς νομίζεις ότι γαλουχεί και διαμορφώνει τους ανθρώπους η μεγαλούπολη;

Ν.Κ.: Έχω την ιδέα πως πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει με τις μοτοσικλέτες. Είναι ένα ιλιγγιώδικο φαινόμενο, που δεν έχει κάνει ακόμα την γκάμα του. Θέλω να δω πόσο η νεολαία, που τη σέβομαι απεριόριστα κι έχει τους λόγους της να είναι μηδενιστική, όπως μηδενιστής είμαι κι εγώ άλλωστε, και πρέπει να είναι κάθε σωστός άνθρωπος, θα κάνει κάποιαν αντικατάσταση με κάποιον πιο νοήμονα μηδενισμό, πιο εσωτερικό και πιο πνευματικό. Απ' αυτό το φαινόμενο θα κριθεί η μεγαλούπολη. Όχι σαν κυκλοφορία, αυτό θα ήταν αστείο να το συζητήσουμε. Αλλά σαν ψυχική κυκλοφορία.

Θ.Σ.: Να γίνει δηλαδή ο ίλιγγος της μοτοσικλέτας, εσωτερική ιλιγγιώδης ταχύτητα.

Ν.Κ.: Ναι. Κι αυτό θα το αποφασίσει η ίδια η νεολαία. Τελικά δεν είναι οι μοτοσικλέτες που επιτίθενται. Είναι η εξουσία που έχει επιτεθεί από καιρό, και οι μοτοσικλέτες αμύνονται. Είναι σαν αντίδοτο. Μέσα σ' αυτή τη φρίκη της εξουσίας, της ψευτιάς και της βλακώδικης υπερκατανάλωσης, οι νέοι αντιδρούν ωραία. Μηδενιστικά ίσως και αυτοκτονικά, αλλά το παίζουν. Κι αυτό είναι αξιοθαύμαστο. Η πολιτική είναι χαμηλό φαινόμενο και η εκλεκτή νεολαία το έχει καταλάβει. Ένας Κνίτης, φερ' ειπείν, μπροστά σ' ένα μηδενιστή νέο, είναι ακόμα υποπραγματικός πνευματικά. Δεν το λέω επιτιμητικά, το λέω διαγνωστικά. Είναι σεβαστός, είναι ιδεολόγος ο Κνίτης, αλλά δε νομίζω ότι μπορούν πια να παίξουν ρόλο σοβαρό οι ιδεολογίες.





Η άγρια τρυφερότητα της πόλης

Γ.-Ι.Μ.: Η ποίηση τι ρόλο παίζει μέσα στη μεγάλη πόλη;

Ν.Κ.: Η ποίηση μορφή μοτοσικλέτας είναι. Έτσι πρέπει να είναι. Το να βγεις σήμερα και να κάνεις ένα έπος ηθικολογίας δεν σημαίνει τίποτα. Είναι μια άμυνα αντεπιθετική σήμερα η ποίηση, είναι ένα φαινόμενο αντιεξουσιαστικό.

Θ.Σ.: Αυτό εκδηλώνεται με μια σκληρότητα στη φόρμα;

Ν.Κ.: Ε, βέβαια. Δεν μπορείς, ας πούμε, να κάνεις σήμερα απαλές και ντελικάτες φόρμες, ούτε και λεκτικές φιοριτούρες. Πρέπει να είσαι αδρός, αλλά όχι συνθηματολόγος. Η φόρμα να είναι κλειστή και βίαιη. Αυτό.

Θ.Σ.: Και η τρυφερότητα;

Ν.Κ.: Η τρυφερότητα πρέπει να προκύψει μέσα από μια τέτοια φόρμα. Άλλωστε ο ποιητής δεν υπάρχει χωρίς τρυφερότητα.


Γ.-Ι.Μ.: Και η μεγαλούπολη προσφέρει μιαν άγρια, μια καινούργια τρυφερότητα.

Ν.Κ.: Συμφωνώ. Για μένα το κίτρινο ενός τρόλεϊ είναι πάρα πολύ τρυφερό κίτρινο. Πολύ πιο τρυφερό από ένα κίτρινο αγριολούλουδο. Το ίδιο και το κίτρινο ενός ταξί.


Με το τρόλεϊ, του Θανάση Ραχούτη 


Η πόλη μου προκαλεί μια μέθη...

Θ.Σ.: Άρα, η πόλη σε μεθάει.

Ν.Κ.: Η πόλη ναι, μου προκαλεί μία μέθη. Δεν μπορώ, παρά μόνο για λίγο, να ζήσω μακριά της. Πρέπει να επιστρέψω στην αγαπημένη μου κόλαση.

Θ.Σ.: Από το 1945 που ήρθες στην Αθήνα μέχρι σήμερα υπάρχει κάποιος κοινός μύθος που να συνδέει όλα αυτά τα ενδιάμεσα χρόνια; Έχει μείνει μια κοινή νοοτροπία, παρά τις εξωτερικές αλλαγές της Αθήνας;

Ν.Κ.: Ναι, αλλά όχι απολύτως. Εξακολουθεί, κατ' αρχήν, να λειτουργεί η μνήμη του Εμφύλιου Πόλεμου. Φοβερό πράγμα. Εξακολουθεί να κυριαρχεί η νοοτροπία της Δεξιάς, ακόμη και στα τάχατες προοδευτικά κόμματα. Εξακολουθεί να λειτουργεί η ανάγκη του Έλληνα να φάει, διότι πείνασε πολύ και επί πάρα πολλά χρόνια. Πάντως ένας άνθρωπος ευαίσθητος, ένας που αρνιέται την εκμετάλλευση, ένας ποιητής, είναι εξίσου δύσκολο να επιβιώσει και σήμερα, όπως και τότε. Συμβαίνει να επιβιώνουν οι άγριοι. Βεβαίως είναι δίδαγμα της Φύσης αυτό, αλλά ο άνθρωπος πρέπει να πάει πέρα απ' τη Φύση. Πρέπει να επιβιώνουν οι πάντες και όχι μόνον οι άγριοι.



Τα προάστια άλλοθι του πανικού

Θ.Σ.: Τα προάστια τι ρόλο παίζουν στη μεγαλούπολη;

Ν.Κ.: Στα φοιτητικά μου χρόνια ήταν οι τόποι των ραντεβού με κοπέλες. Τότε έπρεπε ν' αντιμετωπίσεις τη γυναίκα μ' έναν τρόπο ειδυλλιακό και δαντελωτό. Έπρεπε να την πας πρώτα σε κάποιο χώρο, σε μια ταβέρνα, σ' ένα ζαχαροπλαστείο. Να τη δεις πρώτα δυο-τρεις φορές, να τη διοχετεύσεις πρώτα προς τη Φύση, προς το δάσος. Σε Κηφισιές, σε Μαρούσια, σε περιοχές με βλάστηση. Κατά κανόνα τουλάχιστον.

Θ.Σ.: Σήμερα;

Ν.Κ.: Σήμερα είναι απλό, κάνεις έρωτα και σε μια γωνιά του Drugstore. Όχι πως ήταν τότε καλύτεροι οι άνθρωποι ή περισσότερο ηθικοί. Λειτουργούσαν ως θύματα απλώς μιας ορισμένης νοοτροπίας.

Θ.Σ.: Τι άλλο ρόλο παίζει το προάστιο;

Ν.Κ.: Σε σχέση με τη μεγαλούπολη, το προάστιο είναι το άλλοθι του πανικού. Λες καλά είμαι εδώ, ενώ κατ' ουσίαν δεν είσαι ούτε εκεί καλά.



Περίπατος, του Βασίλη Σούλη 



Τότε που η ψυχή ανακατεύεται.....

Γ.-Ι.Μ.:
Μίλησέ μας για τον κινηματογράφο.


Ν.Κ.: Ως φοιτητής ήμουν μανιώδης φίλος του σινεμά. Έβλεπα ιδίως αστυνομικά και γουέστερν. Σήμερα πάω σπανιότατα. Τα κουλτουριάρικα δεν τα μπορώ. Μ' ενδιαφέρουν μόνο λίγοι λαμπροί ποιητές της σκηνοθεσίας. Ο Μπέργκμαν, ας πούμε, κι ο Φασμπίντερ. Μ' ενοχλούν φοβερά και τα διαλείμματα, όπου διάφορες γκόμενες φουμάρουν με μιαν ενοχλητική αυταρέσκεια και οι γκόμενοι πάνε τυρόπιτες. Όλο το πράγμα είναι αυτάρεσκο. Δεν το χαίρονται το σινεμά. Πάνε μόνο για το διάλειμμα. Πάνε για να συναντηθούν μεταξύ τους, για να δει ο ένας την γκόμενα του άλλου. Δεν πάνε για να χαρούν το φιλμ. Εγώ πήγαινα για να χαρώ τις πιστολιές του Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ.

Θ.Σ.: Το ίδιο δεν συμβαίνει και στα μπαρ;

Ν.Κ.: Όχι, καθόλου. Δεν ξέρω σε μερικά τι γίνεται. Εγώ πάντως όταν αναφέρθηκα προηγουμένως στα μπαρ, εννοούσα τα ξενυχτάδικα. Μετά τις δώδεκα τι γίνεται. Τότε που αρχίζει το κονταροχτύπημα με τη νύχτα. Τότε που η ψυχή ανακατεύεται. Μ' αρέσουν αυτά που κρατάνε, ακόμα και μισοπαράνομα. Που μένουν ανοιχτά και μετά τις δύο, μέχρι τις τέσσερις πολλές φορές.

Γ.-Ι.Μ.: Πες μας δυο λόγια και για την κρεαταγορά.

Ν.Κ.: Ω, είναι μεγάλη υπόθεση, μύθος ολόκληρος! Το φαγητό στην κρεαταγορά είναι, έπειτα από το αλκοόλ των μπαρ, ένα είδος λύτρωσης.



Στο βίντεο η Στέλλα Χασκήλ τραγουδάει ''Μεσ' στη χασάπικη αγορά'' του Μάρκου Βαμβακάρη 
από ηχογράφηση του 1947. 


Η ποίηση ευδοκιμεί στη νύχτα της μεγαλούπολης..

Μιλάμε για την τεχνολογία και την επιστήμη. Ο Νίκος Καρούζος θα πει σε κάποια στιγμή ότι λατρεύει τα φώτα «νέον», τις φωτεινές επιγραφές και τα τεχνολογικά επιτεύγματα, γιατί του υπενθυμίζουν «το διαρκές κι ανυποχώρητο πείσμα του ανθρώπου ενάντια στη Φύση. Κι αυτό γιατί κανένας δεν μας ερώτησε να έρθουμε εδώ, να έρθουμε στην ύπαρξη. Κι έτσι μπορούμε να βγούμε και να τ' αντικαταστήσουμε όλα. Σ' αυτή την παγίδα που είναι η ύπαρξη, εμείς πρέπει να εναντιωθούμε. Εναντιωνόμαστε με την επιστήμη και την ποίηση. Η ποίηση», θα συνεχίσει ο ποιητής, «ευδοκιμεί μέσα στη νύχτα και στη μεγαλούπολη».

Γ.-Ι.Μ.: Επειδή ξέρω ότι ακούς πολύ κλασική μουσική, έχω τώρα την περιέργεια να μάθω πώς σου φαίνεται η μουσική που ακούγεται στα μπαρ.

Ν.Κ.: Εμένα μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα η σύγχρονη μουσική. Μ' αρέσει τρομαχτικά και το ροκ και το πανκ. Όχι βέβαια σε όλες τις εκδηλώσεις τους, αλλά έχω ακούσει καταπληκτικά πράγματα απ' αυτά τα μουσικά κινήματα. Ένα ντιβερτιμέντο του Μότσαρτ είναι μεγάλη υπόθεση, αλλά δεν πρόκειται να εγκλειστώ εκεί. Τώρα έχουν ανοίξει καινούργιες δουλειές. Η τέχνη άλλωστε δεν είναι φυλακή. Είναι μια τεράστια αλάνα, όπου παίζονται κάθε λογής παιχνίδια. Μου είναι συμπαθείς αυτοί που μιλάνε για ελληνική ιθαγένεια, δημοτικά τραγούδια και άλλα τέτοια, αλλά δεν πρέπει να μένουμε μόνον εκεί. Σε έσχατη ανάλυση δεν υπάρχει εθνικότητα. Η τελική εθνικότητα είναι ο θάνατος, όπως έχω γράψει σ' ένα ποίημα μου.

Γ.-Ι.Μ.: Μπορούμε να πούμε ότι εντός της πόλης επικρατεί μια πολύβουη σιγή;

Ν.Κ.: Αναντίρρητα. Όλο το πράγμα είναι κωφαλαλία. Είμαστε εντός της σιγής και της κωφαλαλίας. Λένε οι μεταφυσικοί της άλλης ζωής πως η κωφαλαλία τούτη διακόπτεται με το θάνατο, αλλά εγώ δεν το πιστεύω και δεν το αισθάνομαι αυτό.

Θ.Σ.: Τι θ' απαντούσες σε όσους ισχυρίζονται ότι η πόλη μας κάνει νευρωτικούς;

Ν.Κ.: Τι πάει να πει νεύρωση; Λίγο πολύ είμαστε όλοι νευρωτικοί. Εγώ, λόγου χάρη, όταν φεύγω απ' το σπίτι μου, επιστρέφω και πάλι συνήθως για να διαπιστώσω εάν έχω πράγματι κλειδώσει. Αυτό είναι μια νεύρωση. Και λοιπόν, τι πάει να πει αυτό; Είναι ωραίο πράγμα να χάνεις χρόνο έτσι, είναι και ποιητικό, γιατί επιτρέπει την αναποφασιστικότητα. Ό,τι δεν επιτρέπει την αποφασιστικότητα είναι και ποιητικό. Ο βλακωδώς υγιής λέει: Έχω κλειδώσει και φεύγω. Και φεύγει όντως. Είναι αποφασιστικός αυτός, αλλά και εκτός ποιήσεως. Δεν ανήκει σ' αυτό το πανόραμα των νευρώσεων, της αναποφασιστικότητας, της τρέλας και της ποίησης.



ΚΟΡΕΚΤ 1
Τεύχος 1, Απρίλιος 2014

Διεύθυνση: Γιώργος - Ίκαρος Μπαμπασάκης, Θάνος Σταθόπουλος