Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022

Πειραιώτικες μνήμες του Παναγιώτη Τέτση


Τέτσης Παναγιώτης-Αυτοπροσωπογραφία, 1954
________

Από την Ύδρα στον Πειραιά

Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925 από ντόπιους γονείς και ήταν γιος εστιάτορα.Στην Ύδρα έζησε τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά του χρόνια.Τελείωσε το Α΄ δημοτικό σχολείο και παρακολούθησε μια μόνο τάξη στο Γυμνάσιο Ύδρας. Λέει ο ίδιος σε συνέντευξή του: 

«Και οι δυο γονείς μου είναι Υδραίοι. Και έχω κι έναν αδερφό μεγαλύτερο από εμένα. Στην Ύδρα έμεινα μέχρι τα δώδεκα. Υπήρχε σχολείο μέχρι την πρώτη γυμνασίου, όχι παραπάνω. Και αυτή η τάξη, η πρώτη γυμνασίου, είχε δημιουργηθεί γιατί υπήρχε η ναυτική σχολή για τους καπεταναίους. Για να πηγαίνουν τα Υδραιόπουλα στη σχολή έπρεπε να κάνουν μία τάξη του γυμνασίου.

Ο πατέρας μου είχε στην Ύδρα ένα καφενείο που δεν πολυπήγαινε καλά και το μετέτρεψε σε εστιατόριο, αλλά και εκεί δεν πρόκοψε, γιατί δεν υπήρχε τουρισμός τότε. Κανένας δεν έβγαινε στην Ύδρα να πάει να φάει έξω. Και κανείς δεν ερχόταν σε αυτό το ξερονήσι. Αυτοί που πήγαιναν για παραθερισμό προτιμούσαν τις Σπέτσες. Είχε ωραίο ξενοδοχείο, την Κοργιαλένειο Σχολή – οι καλές οικογένειες εκεί έστελναν τα παιδιά τους. Έφταναν τότε τα σκάφη στην Ύδρα, που ήταν κομψά – δεν υπήρχαν τα σημερινά, που μοιάζουν με μπαούλα –, κοντοστεκόντουσαν έξω από το λιμάνι κι έφευγαν. Ξερότοπος.»


Το μπακάλικο – ταβέρνα του ισογείου στο πατρικό σπίτι της Ύδρας.
Το 2007 ο Π. Τέτσης το δώρισε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος και από το 2016 η Οικία και το ατελιέ είναι επισκέψιμα για το κοινό.
___________


Την επόμενη χρονιά, το 1937, ο Π. Τέτσης αναγκάστηκε να ακολουθήσει την οικογένειά του, που εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, αρχικά στη συνοικία Βρυώνη και αργότερα (μεταπολεμικά), στην Πλατεία Σερφιώτη στην Καλλίπολη.

«Στον Πειραιά ήρθαμε οικογενειακώς το 1937. Στην αρχή μέναμε στη συνοικία του Βρυώνη. Ήταν μια ωραία περιοχή και ο «καλός» της δρόμος η Σωκράτους. Μετά την ονόμασαν Βασιλέως Κωνσταντίνου, σήμερα λέγεται Ηρώων Πολυτεχνείου και να δούμε πόσα ακόμα ονόματα θα αλλάξει. Μετά, στην Κατοχή, μέναμε λίγο πιο πάνω, στον λόφο της Καλλίπολης. Μου αρέσει να πηγαίνω ακόμα εκεί. Στο Χατζηκυριάκειο, στην ταβέρνα του Ηλία για ψαράκι. Και στον Άγιο Νείλο. Τα αγαπώ αυτά τα μέρη.»

Ο Τέτσης σε πλήθος συνεντεύξεων, ομιλιών, παρουσιάσεων και εκθέσεων, διαρκώς επαναλάμβανε τις αναμνήσεις του από τη ζωή του στον Πειραιά. Εκεί έζησε στιγμές τόσο δυνατές και σε τέτοια ηλικία, ικανές να σημαδέψουν τη ζωή κάθε ανθρώπου, όπως η δύσκολη μετεγκατάσταση ενός παιδιού από το νησί του σε μια μεγάλη πόλη, ο πόλεμος του ’40, η αποβίβαση των Ιταλών αιχμαλώτων στην Ακτή Ξαβερίου, οι ιταλικοί και αργότερα οι γερμανικοί βομβαρδισμοί, η κατοχή, ο μεγάλος συμμαχικός βομβαρδισμός της 11ης Ιανουαρίου του 1944, οι πομπές των βομβοπλήκτων Πειραιωτών προς την Αθήνα, ο μαρτυρικός θάνατος των κοριτσιών της Ραλλείου. 

«Τα δεκαέξι χρόνια που έζησα στον Πειραιά», γράφει ο ίδιος«δεν είναι λίγα, να με αποξενώνουν, άλλωστε ένας νησιώτης είναι και μισοπειραιώτης μια και ο Πειραιάς ποτέ δεν αποκόπτει τον ομφάλιο λώρο με τις μάνες νησιά.»

Η πρώτη επαφή του Π. Τέτση με τον Πειραιά έγινε δυο χρόνια πριν την μετεγκατάσταση της οικογένειας, καλοκαίρι του 1935, όταν ο δεκάχρονος τότε μαθητής ακολούθησε τη γιαγιά και τη θεία του, που ταξίδεψαν εκεί για κάποια υπόθεσή τους. Γράφει λοιπόν τις εντυπώσεις του από εκείνο το πρώτο ταξίδι και την ολιγοήμερη διαμονή τους στο ξενοδοχείο «Πειραιεύς», ένα νεοκλασικό κτίριο, γωνία Μπουμπουλίνας και ακτής Μιαούλη.


Παναγιώτης Τέτσης -Λιμάνι, 1958-60
_______

Πειραϊκές Μνήμες, 1935

Βράδυ ο Πειραιάς έλαμπε εκτυφλωτικά από πλήθος λαμπιόνια· τέτοια φωταψία σαν νάταν Νέα Υόρκη! (τη Νέα Υόρκη που δεν ήξερα και γνώρισα πολλές - πολλές δεκαετίες μετέπειτα για τρία εικοσιτετράωρα). Η φαντασία, ο μύθος της πόλης αυτής, της πολυπληθέστερης τότε του κόσμου, με τη βοήθεια κάποιου ταχυδρομικού δελταρίου, από συγγενείς μετανάστες, με απόψεις της σχημάτιζαν στο νου το ίνδαλμα της απόμακρης, της ανέγγιχτης πόλης της επαγγελίας· όμως απόμακρης αληθινά γιατί τότε Αμερική - μετανάστευση σήμαινε απουσία έως θανάτου.

Στον Πειραιά για πρώτη φορά με έφερνε ένα ταξίδι της γιαγιάς και θείας που έρχονταν για κάποια υπόθεσή τους. Ήμουν δέκα ετών και προφανώς ήταν τέλος Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου γιατί θα είχε τελειώσει το σχολικό έτος και σκέφθηκαν τότε να μου προσφέρουν ως δώρο το μαγευτικό ταξίδι προς τη μεγαλούπολη. Εγκατασταθήκαμε για τις λίγες ημέρες παραμονής σε ένα ξενοδοχείο μέτριο - μικρή επιχείρηση Υδραίων - γωνία Μπουμπουλίνας και ακτής Μιαούλη το παλαιό αυτό κτήριο, στα λεγόμενα νεοκλασικά, στέκει ακόμα εκεί γιατί χαρακτηρίστηκε διατηρητέο. Απέναντι γωνιά ήταν το καλό ξενοδοχείο Μέγαρο Βάττη, τετραώροφο και με ασανσέρ, αλλά δεν ήταν για εμάς.

Στην Ακτή Μιαούλη του Μεσοπολέμου, το ξενοδοχείο με την επωνυμία «Πειραιεύς», διακρίνεται στο δεξί άκρο της φωτογραφίας, στη σκιά κυριολεκτικά του τότε νεότευκτου Μεγάρου Βάττη, στους πάνω ορόφους του οποίου λειτουργούσε το πολυτελές ξενοδοχείο «Διεθνές».
____________


Το Μέγαρο Βάττη, έργο του αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Νικολούδη(1924). 
Ένα μέρος του λειτούργησε ως πολυτελές ξενοδοχείο με την επωνυμία «Διεθνές»
___________


Ο Πειραιάς, τότε, χαρακτηριζόταν από μια ζωντάνια όλων των τάξεων: φτωχολογιά, μικροαστική, μεσοαστική και μεγαλοαστική. Κάτω από το ξενοδοχείο κυκλοφορούσαν οι τρεις πρώτες οι οποίες είχαν τα όρια· περιορίζονταν από τον σταθμό του Ηλεκτρικού μέχρι το παλιό τελωνείο, στην πλατεία, μπρος στον Άγιο Νικόλαο. Εκεί ήταν το κύριο λιμάνι για την συγκοινωνία και επικοινωνία με τα νησιά και όχι μόνον. Η μεταξύ σταθμού και Αγίου Διονυσίου ήταν παρακατιανή περιοχή, διάφορα συνεργεία και συσσωρευμένες μαούνες· η ακτή Τζελέπη δίχως προκυμαία, χώμα, ούτε άμμος, βρομερή λάσπη που με δυσκολία άραζαν μερικά ιστιοφόρα για τη μεταφορά μικροεμπορευμάτων προς τα νησιά και παράκτια χωριά που στερούνταν οδικές επικοινωνίες. 


1929.Πειραιάς. Γενική άποψη του Τελωνείου και του Λιμεναρχείου. Κόσμος στο δρόμο, κάρα, αυτοκίνητα και το τραμ να περνά. Στο βάθος η Ακτή Μιαούλη και το Ρολόι του Πειραιά.
__________



Πειραιάς,1929. Εμπορικά καταστήματα, σπίτια και υπαίθρια καφενεία στην Ακτή Τζελέπη.
__________


Από το τελωνείο προς τον προλιμένα ούτε μύλος ούτε διαμορφωμένη παραλία, ρυπαρή θάλασσα, λάσπη, χώμα που είχε χάσει το χρώμα του από τη μαυρίλα της σκόνης των ξυλοκάρβουνων που ξεφόρτωναν καΐκια ειδικά σ’ αυτήν την περιοχή που είχε τη σφραγίδα «τα καρβουνιάρικα» κάποια ακόμα φορτηγά ατμόπλοια παροπλισμένα έδειχναν την άχαρη σιλουέτα τους. Πέρα απο εκεί, περιοχή έρημη, βραχάκια και στην άκρη του προλιμένα το «Παλατάκι».

Από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου παρακολουθούσα χαζεύοντας, την κίνηση της ημέρας. Ένα βουητό· κόσμος πηγαινοερχόταν, κάρα, φορτηγά αυτοκίνητα που ακόμα δεν είχαν λάστιχα με αέρα, συμπαγή αμαξάκια και κάποια ταξί της τότε μορφής, απαστράπτοντα με τα γυαλισμένα νίκελ και το τραμ της παραλίας της Ε.Η.Σ. που κυλούσε σε διαφορετικού πλάτους ράγες όπως και εκείνο του Περάματος λιγότερο θορυβώδες από τα πράσινα, εκτελούσε το πήγαινε - έλα Τελωνείο - Άγιος Διονύσιος. 


Ο Τιτάνειος Κήπος, ο Άγιος Σπυρίδωνας, η Ακτή Μιαούλη και στο βάθος δεξιά διακρίνεται το ξενοδοχείο «Πειραιεύς», στο οποίο έμενε ο Π.Τέτσης. Το Μέγαρο Βάττη δεν είχε ακόμα χτιστεί.
________


___________

Τα μαγαζιά γεμάτα κίνηση γύρω στην παραλία, λαϊκά παπουτσάδικα με πλήθος πραμάτεια γέμιζαν τις προσόψεις και τα ζευγάρια ενωμένα πίσω στη φτέρνα μ’ ένα σπαγγάκι για να μην μπλέκονται· βέβαια υπήρχαν και καλύτερα καταστήματα όπως το παπουτσίδικο Παγώνη κι άλλα προς το εσωτερικό πιο πάνω και προς τη λεωφόρο Σωκράτους - Βασ. Κωνσταντίνου - Ηρώων Πολυτεχνείου, Μπουμπουλίνας και την Φίλωνος έως την 2ας Μεραρχίας, που ήταν καθωσπρέπει δρόμος· από εκεί και πέρα μέχρι το τέρμα η οδός της αμαρτίας και της ηδονικής ευδαιμονίας. Αναζητήσατε Μουρσελά και Γαλανό. Από αυτά τότε τίποτε δεν εγνώριζα, ούτε θυμάμαι πολλά γιατί λόγω ηλικίας δεν είχα ελευθερία κινήσεων. 


Η λεωφόρος Σωκράτους - νυν Ηρώων Πολυτεχνείου.
_______


Η οδός Μπουμπουλίνας, προς την Ακτή Μιαούλη. Στο βάθος διακρίνεται αριστερά το Μέγαρο Βάττη και ακριβώς απέναντι το ξενοδοχείο «Πειραιεύς».
_________


Πειραιάς.1920. Άποψη του λιμανιού προς την πλευρά της Τρούμπας με το ρολόι να φαίνεται στο βάθος.
_________


Δεν θυμάμαι αν υπήρχε διαμορφωμένος ο Τινάνειος Κήπος και μπρος στον Άγιο Σπυρίδωνα, το κάποτε μοναστηράκι το ταμένο για την Λαμπριάτικη ακολουθία από τον Παπαδιαμάντη· εμπόδιζαν τη θέα του κάποια μικρομάγαζα μεταξύ αυτού και το «Ναυτάκι». Το «ωρολόι» το επιστέγασμα του Δημαρχείου· τα δυο αυτά ήσαν η καρδιά του Πειραιά. 


________


Το Δημαρχείο του Πειραιά με το «ωρολόι». Κατεδαφίστηκε το 1968, επί δημαρχίας Αριστείδη Σκυλίτση (περίοδος Δικτατορίας)
Πηγή φωτό: https://www.lifo.gr/culture/tha-xanahtisoyn-roloi-toy-peiraia
__________


_______


Δεν μπορώ να πω αν είδα παρτέρια με χλόη· σ’ αυτά τα πρωτεία τα ’χε τότε η Αθήνα που ο θαυμασμός μου εκδηλώθηκε όταν κάποιο απόγευμα - βράδυ φτάσαμε στην Ομόνοια κι αντίκρισα καταμεσής της πλατείας το φρεσκοφυτεμένο γρασίδι - κοινώς σήμερα gazon με την προστατευτική επιγραφή «μην πατάτε την χλόη». Κι αυτό ήταν το κάτι περισσότερο που με ωθούσε στα ύψη του ονειρικού. Η αφετηρία μου δεν ήταν παρά το ξερό βραχώδες γεμάτο χρυσίζοντα στον ήλιο του καλοκαιριού γαϊδουράγκαθα της Ύδρας.

Όμως ο Πειραιάς ήταν τότε και είναι το λιμάνι· από αυτό και προς αυτό γινόταν το κύριο αλισβερίσι, ήταν το κέντρο της Ελλάδος. Μπρος στο «ωρολόι» και στον Άγιο Σπυρίδωνα απλωνόταν η «σκάλα» των πλοίων, βαπόρια και βαποράκια για Κυκλάδες και Αργοσαρωνικό, τα κάπως μεγαλύτερα για Βόλο, Θεσσαλονίκη, Καβάλα. Αν ερχόταν κανένα μεγαλύτερο πλοίο όπως της Ιταλικής εταιρείας με τον Άγιο Μάρκο ως σήμα ή όταν το 38 εμφανίστηκε το «Νέα Ελλάς» - τι υπερηφάνεια! - με τα τότε μέσα πλοηγήσεως ήταν προβληματικό το διπλάρωμα επικουρούσαν τότε δυο - τρία ρυμουλκά απο την πλώρη και την πρύμη.
 

_________


Εκεί μπροστά στην προκυμαία του Αγίου Σπυρίδωνα η μεγάλη κίνηση με την επιβίβαση και την αποβίβαση δημιουργούσε έναν διάχυτο εκνευρισμό ξεφορτώνονταν μπόγοι, κόφες, κοφίνια, πεσκέσια σε καλάθια σκεπασμένα με πανί και ραμμένα γύρω-γύρω για τους συγγενείς από το νησί, κάποια αγαθά κι ένας ζωντανός χρυσαφής κόκκινος κόκκορας, λίγο πριν πρωταθλητής του έρωτα στο κοτέτσι υπέμεινε καρτερικά, γιατί η παράταση του νήματος της ζωής του έδειχνε πως δεν θα κρατούσε για πολύ, γιατί ο Σταμάτης, χαλαρός σε αντιστάσεις, υπέκυπτε στους πειρασμούς της λαιμαργίας τόσο των φίλων του όσο και των δικών του, ώστε να παραδοθούν στις ηδονές του ουρανίσκου κι ο πετεινός περνούσε τότε στην κατσαρόλα του γειτονικού ταβερνιάρη και γι’ αυτό το κυκλαδίτικο έμμετρο, το οποίο παραδίδω ατόφιο όπως μου το διηγήθηκαν: «τις πετεινοί τις κόκκινοι, τις ταχυδρομημένοι, τις παραδίνει το Σταμά (Σταμάτης) στα κάτασπρα ντυμένοι». 

Σ’ αυτό το αλισβερίσι το πηγαιν’ έλα, αφίξεων και αναχωρήσεων εκείνοι που έφευγαν ήταν απαραίτητο να κρατούν μια αρμαθιά από φρέσκα μυρωδάτα κουλούρια, αυτά που λέγονται σιμίτια, πασπαλισμένα με άφθονο σουσάμι και θα ’ταν παράλειψη αν ένας Υδραίος ταξιδιώτης αποβιβαζόμενος στο νησί δεν κρατούσε την απαραίτητη πλούσια αρμαθιά, περασμένη σε σπάγγο, αυτών των μοναδικών κουλουριών.

Η φαντασμαγορική βραδυνή όψη του Πειραιά με την πλημμύρα από σπινθηρίζοντα σαν μαργαριτάρια λαμπιόνια, η Νέα Υορκη μου της εποχής, έμελλε να αποτυπωθεί για πάντα στην εικόνα της μνήμης. Έτσι τελειώνουν οι ολιγοήμερες χλοερές διακοπές στη μεγαλούπολη.


Επιβίβαση σε πλοίο με χρήση κλίμακας - 1933
__________

1937, στο 2° Γυμνάσιο Αρρένων

Το 1937, με την εγκατάσταση της οικογένειας Τέτση στον Πειραιά, στη συνοικία Βρυώνη, ο 12χρονος τότε μαθητής, γράφεται στο Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς. Ο ίδιος περιγράφει αυτές τις αναμνήσεις του στο βιβλίο του «Φαρμακείον Ευάγγελου Ραφαλιά» (Εκδόσεις Καστανιώτη 2010), στο οποίο υπάρχει μάλιστα ένα ολόκληρο κεφάλαιο που φέρει τίτλο «Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς». Εκεί γράφει σχετικά:

«Η συνοικία Βρυώνη από τις ωραιότερες. Κύρια είσοδος του κτιρίου από την οδό Αφεντούλη. Τότε το κτίριο ήταν από τα ονομαζόμενα νεοκλασικά. Μεγαλόπρεπα μαρμάρινα σκαλοπάτια που εκτείνονταν στο μεγαλύτερο μέρος της πρόσοψης. Επιστάτης – κωδωνοκρούστης ο μπάρμπα-Θανάσης. Σήμερα υψώνεται εκεί τετραώροφο ουδέτερο κτίριο.».

Μάλιστα ο Τέτσης ουδέποτε κατάφερε να ξεπεράσει την κατά το νόμο εξέταση γνώσεων, ώστε να γίνει δεκτός στο πειραιώτικο Γυμνάσιο. «Εκείνο το ζοφερό πρωινό ένιωσα να με ρίχνουν απροστάτευτο – παρόλο ότι με συνόδευε ο αδελφός της μητέρας μου - σε μια σπηλιά λιονταριών».

1937. Δυο χρόνια αργότερα. Οι συνθήκες εντελώς άλλες. Κάθετη πτώση· μετοικεσία- σχεδόν πρόσφυγες γιατί η Ύδρα δεν μας χωρούσε πια. Ο Πειραιάς σε άλλη όψη το περιβάλλον, οι άνθρωποι. Ο φίλος συμμαθητής Μανώλης Χριστουλάκης το επεσήμανε γράφοντας τελευταία για ένα «συνεσταλμένο αγόρι και φοβισμένο, σαν κυνηγημένο αγρίμι, που βρέθηκε ξαφνικά μέσα σε μια αγέλη αγριόσκυλων!» Πώς να μην ήταν έτσι; Πρώτες ημέρες του Πειραιά κι έπεσα στα νύχια ενός λιονταριού που σε κάθε στιγμή επέπιπτε να με κατασπαράξει επιχαίρον από τη δειλία μου και την άγνοιά μου σε θέματα εξετάσεων, τόσο που ξέσπασα σε κλάματα λέγοντας μέσα από δάκρυα, πως αυτά δεν τα είχαμε διδαχθεί στο ημιγυμνάσιο μιας Α' τάξης της Ύδρας. Αυτός ήταν ο μαθηματικός που δεν ήταν παρά το άγος που με κυνηγούσε και με ταλαιπωρούσε επί τρία χρόνια! Ο άθλιος! Η πρώτη μου επαφή στο σχολείο, στον Πειραιά, στο 2° Γυμνάσιο Αρρένων ήταν εκείνου.

 Έχοντας παρακολουθήσει τη μοναδική τάξη, την Α' του ημιγυμνασίου στην Ύδρα, απαραίτητη για την εισαγωγή των μελλοντικών μαθητών στην σχολή Εμπορικής Ναυτιλίας, μόνης στην Ελλάδα με εκπαίδευση, αντίστοιχη εκείνης της Σχολής Δοκίμων του Π.Ν., έπρεπε κατά νόμον τότε να υποστώ δοκιμασία εξετάσεων για τη συνέχιση στην 2α τάξη, αυτό που έβαλε σφραγίδα στα υπόλοιπα χρόνια να ’χω κακές σχέσεις με μαθηματικά αλλά και που ανέτρεπε τη ψυχολογία μου για κάμποσο νιώθοντας ότι βρίσκομαι σε όχι φιλικό περιβάλλον που δεν ενδιαφέρονταν για την πρόσληψη γνώσεων από τους νέους. Εκτός από τον παιδοφάγο οι υπόλοιποι διδάσκοντες είναι ή αδιάφοροι, ή ιδιόμορφοι, ενίοτε φαιδροί· εξαίρεση η Καθηγήτρια της Ιχνογραφίας, νέα και ωραία, της γαλλικής και ο καλοκάγαθος γίγας της μουσικής ο Γεωργαντάς, για τον οποίο έχω γράψει επανειλημμένα και ο οποίος είχε φλογερή φιλοδοξία και ταλέντο να ψαρεύει φωνές για να οργανώνει μαθητικές χορωδίες.


Το Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς ιδρύθηκε το 1914 και στεγάστηκε στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Αφεντούλη 5, στο οποίο μέχρι τότε λειτουργούσε το Φιλανθρωπικό Β΄ Παρθεναγωγείο της Υδραϊκής Συνοικίας.
___________

«Το σχολείο το τελείωσα με παράξενο τρόπο. Πήγαινα στην πέμπτη γυμνασίου όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος. Είχαμε κάνει μαθήματα έναν σκάρτο μήνα. Αμοληθήκαμε στους δρόμους και φωνάζαμε κατά των Ιταλών, γιατί πολλές ατιμίες είχαν κάνει και μας είχαν ταλαιπωρήσει. Κλείσανε τα σχολεία. Ήρθε η Κατοχή, φτάσαμε τέλη Μαΐου, ήρθε κι ο φοβερός χειμώνας του '41-42 κι εμείς είχαμε πάρει έτσι το ενδεικτικό της πέμπτης και υποτίθεται πηγαίναμε έκτη. Πέθαινε ο κόσμος από την πείνα, από τον βαρύ χειμώνα, τα σχολεία κλειστά και κάποια στιγμή ανοίγουν και μας δίνουν απολυτήρια. Είμαι ευτυχής που γλίτωσα τη Χημεία, τη Φυσική και την Τριγωνομετρία. Δεν σημαίνει ότι είμαι πιο αγράμματος από τους άλλους. Ιδίως αυτό το φοβερό με τη χημεία, να θυμάμαι όλους τους τύπους, ευτυχώς το γλίτωσα.»


Λαϊκή αγορά το 1932
________

Ο ιταλικός βομβαρδισμός της Πηγάδας

Στις  5 Νοεμβρίου του 1940, προς το μεσημέρι με έναν ήλιο υπέρλαμπρο να δίνει μια μοναδική διαύγεια στους Ιταλούς πιλότους, αυτοί βομβάρδισαν την Πλατεία Πηγάδας. Οι ιταλοί εξέλαβαν  τη λαϊκή αγορά της Πηγάδας που υπήρχε την ημέρα εκείνη και το πλήθος κόσμου που είχε συγκεντρωθεί για να ψωνίσει, ως κινήσεις στρατεύματος και απόπειρα επιβίβασης οργανωμένων στρατιωτικών τμημάτων στα πλοία που ανέμεναν στο λιμάνι. Από τον βομβαρδισμό σκοτώθηκαν δεκάδες Πειραιώτες.

Ο 15χρονος τότε Παναγιώτης Τέτσης θυμάται και γράφει σχετικά με τον ίταλικό βομβαρδισμό της Πηγάδας: 

«Κάποια ημέρα, Τρίτη, ημέρα λαϊκής αγοράς σε πλατεία κοντά στο σπίτι, σειρήνες, μεσημεριάτικα και σε λίγο εκρήξεις βομβών με στόχο τη λαϊκή και θύματα τα κάρα και μερικά γαϊδουράκια»

Ο συμμαχικός βομβαρδισμός του Πειραιά, 11 Γενάρη 1944
_________

11η Ιανουάριου 1944, ο συμμαχικός βομβαρδισμός

«Αυτή την 11η Ιανουάριου 1.30 με 2.00 μ.μ. εσήμανε συναγερμός, κανείς δεν θορυβήθηκε κι εγώ, όπως πάντα, πήγαινα πεζή προς το σπίτι μου, πλατεία Σερφιώτη. Μόλις είχα περάσει από την διασταύρωση της Βασιλέως Γεωργίου με την Βασιλέως Κωνσταντίνου (τότε, και άλλοτε Σωκράτους) άρχισαν οι αλλεπάλληλες εκρήξεις. Δεν μπορώ τώρα να  υπολογίσω την ταχύτητα που ανέπτυξα τρέχοντας, με τα πόδια στο κεφάλι, ώστε να απομακρυνθώ από την περιοχή των στόχων. Δεν νομίζω ότι ο χρόνος για να φτάσω στην οδό Χαριλάου Τρικούπη ήταν περισσότερος του ενός λεπτού. Κατέφυγα ασθμαίνοντας και κούρνιασα κάτω από μια εξωτερική πόρτα της οδού Καραΐσκου, κοντά στο Γυμνάσιο, ώσπου να κοπάσει ο ορυμαγδός και να πάνε στον αγύριστο οι αγγλοαμερικάνοι. 

Ο απολογισμός της καταστροφής εκείνη την στιγμή ήταν αδύνατος,... Μετά από ημέρες είδα τι είχε χαθεί και τι είχε απομείνει από τον Πειραιά· αν και στην Γεωργίου του Α' είχε ανοιχτεί τεράστιος κρατήρας σ’ όλο το πλάτος της οδού, ευτυχώς το Δημοτικό Θέατρο έστεκε· λίγο πιο κάτω από την Αγία Τριάδα δεν είχαν απομείνει παρά κάποιοι τοίχοι στην παραλία, τα κτήρια κι ένα μεγάλο ξενοδοχείο είχαν πέσει. 


Απρίλιος του 1946. Τα ερείπια της βομβαρδισμένης Αγίας Τριάδας.
________

Όμως μετά από χρονικό διάστημα επισφραγίσθηκε το απόφθεγμα «ουδέν κακόν αμιγές καλού»· κατά την διάρκεια ανακατασκευών και ανοικοδομήσεως εκεί πλησίον, το πειραϊκό έδαφος προσέφερε τα δύο μεγάλα χάλκινα αγάλματα, αριστουργήματα από τα λίγα της αρχαιότητος, που εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πειραιώς. Ήταν η παρηγοριά του πολύπαθου Πειραιά, της πόλης με τα πιο ωραία νεοελληνικά κτήρια, από τα οποία μόνον ελάχιστα σώζονται.»

Γιάννης Σίμος, Τέτσης, Πειραϊκά Γράμματα, Τριμηνιαία Φιλολογική Έκδοση του Πειραϊκού Συνδέσμου, έτος 20ο – τεύχος 79, Ιούλιος – Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2016, σελ. 46-47


Το σημείο που βρέθηκαν τα αγάλματα. Οδός Φίλωνος, κάθετα η Λεωφόρος Βασ. Γεωργίου Α΄, μεταξύ του Τινάνειου κήπου και του Μεγάρου Σπυράκη.

Ιωάννου Αλεξάνδρου Μελετοπούλου. ΠΕΙΡΑΪΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ. Ανάτυπον εκ της ετησίας εκδόσεως «Πειραιάς 1960». Εικών 23. «Εις ελαχίστην απόστασιν, μερικών εκατοστών του μέτρου, ευρέθησαν την 25ην Ιουλίου 1959 τα αγάλματα της Αθηνάς και της Αρτέμιδος, ως εις την παρατιθεμένην φωτογραφίαν, ήτις ελήφθη επίσης προτού τα αγάλματα ανασυρθούν εκ της θέσεως, εις ην είχον ταφή».
_________


ΠΗΓΕΣ

  • Πειραϊκά Γράμματα, Τριμηνιαία Φιλολογική Έκδοση του Πειραϊκού Συνδέσμου, έτος 20ο – τεύχος 79, Ιούλιος – Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2016, σελ. 11-13, 46-47.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου