Πρώτοι οι Έλληνες (οι πρώτες σωζόμενες λέξεις της ελληνικής γραμματείας είναι το ομηρικό Μήνιν άοιδε) μίλησαν για τα αισθήματα ή θέλησαν να τα κινητοποιήσουν στο θυμικό των θεατών μέσα από λέξεις, εικόνες ή κινήσεις του σώματος – το μειδίαμα μιας Κόρης ή το διάπλατο στόμα μιας Μέδουσας με τη γλώσσα έξω και τα δόντια τεταμένα, τη λάγνα κλίση των γοφών ενός Πόθου από πεντελικό μάρμαρο που κατά τη σωκρατική ερμηνεία εκφράζει το αίσθημα μιας ηδονής παλιάς που αποζητάς και πάλι, με το είδος της εγκαρτέρησης που τόσο γνώριμα εξέφρασε κι ο Καβάφης. Βάζοντας μέσα στο ανθρώπινο κορμί πνοή και αίμα, πάθη και αισθήματα, οι Έλληνες αναγκαστικά το έφεραν στα μέτρα τους. Το εξανθρώπισαν – όπως περίπου και τους θεούς τους.
Αλλά οι Έλληνες όλα τα ήθελαν στο μέτρο του ανθρώπου. Γι' αυτό ακόμα συγκινούν. Έτσι, όπως το Κάλλος ήταν γι' αυτούς μια κλίμακα πνευματική (και όχι απλή απόλαυση στο μάτι), έτσι και η αρχαία ελληνική τέχνη δεν ήθελε απλώς να τη θαυμάζεις αλλά να σε αλλάζει μέσα από τα αισθήματα που εκφράζει και ταυτόχρονα σου προκαλεί.
«Καμιά προκατάληψη, κανένα ταμπού δεν περιόρισε a priori την επιλογή των προς έκθεση αντικειμένων.Όλα τα συναισθήματα, από τα πιο υψηλά και θετικά έως τα πιο ταπεινά και αρνητικά, παρουσιάστηκαν με ειλικρίνεια, χωρίς τάσεις εξωραϊσμού και εξιδανίκευσης, στο βαθμό που αυτό ήταν εφικτό να γίνει με το διαθέσιμο υλικό, τόσο στα ελληνικά όσο και στα ξένα μουσεία. Τα πρόσωπα του μύθου, θεοί και ήρωες πλασμένοι κατ’ εικόνα και ομοίωση του ανθρώπου, ξεδιπλώνουν τα συναισθήματά τους ή προκαλούν συναισθήματα πάνω στη στιλπνή επιφάνεια των μελανόμορφων και ερυθρόμορφων αγγείων και δίνουν πνοή στο εκτυφλωτικό λευκό των ελληνικών μαρμάρων. Κάπως ταπεινότερα είναι τα τέχνεργα που έφτασαν σε μας από τον κόσμο των θνητών –με εξαίρεση τα επιβλητικά αττικά επιτύμβια μνημεία–, αλλά γεμάτα έντονα συναισθήματα, ακόμα και τα μικρά και ευτελή από την άποψη του υλικού και της τέχνης μολύβδινα ελάσματα με τις κατάρες των αδικημένων. Η μουσειολογική προσέγγιση, με την κατάλληλη ομαδοποίηση των εκθεμάτων και τις επεξηγήσεις, κατευθύνει τον επισκέπτη να διεισδύσει στο χώρο των συναισθημάτων, εκπλήσσοντάς τον με τον τρόπο που αυτά αποκαλύπτονται στα μάτια του».
Νικόλαος Καλτσάς, επίτιμος διευθυντής Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Έρωτας και Πόθος..
Αν και ακολουθήθηκε η διάταξη και η διαδοχή των έργων της έκθεσης που προηγήθηκε στη Νέα Υόρκη, ο καθηγητής κ. Παντερμαλής και οι συνεργάτες του έστησαν ένα διαφορετικό σκηνικό, έκπληξη για τον επισκέπτη, ο οποίος, με την είσοδό του στον χώρο, μεταφέρεται, με ευφάνταστο τρόπο, στο παρελθόν. Συναντά μια σπείρα από κατακόρυφα «λάβαρα» σε αποχρώσεις κόκκινου χρώματος, που κυμαίνεται από το ανοιχτό ρόδινο ως το βαθύ και σκοτεινό ερυθρό και φέρουν τον συμβολισμό και την ένταση των ποικίλων συναισθημάτων του ανθρώπου. Η σπείρα περικλείει μέσα της τα πιο πολύτιμα διαμάντια της τέχνης, τα λαμπερά αγάλματα του Έρωτα και του Πόθου. Λουσμένα στο φως τα δύο αριστουργήματα αφήνουν έκθαμβο τον επισκέπτη, καθώς τα ανακαλύπτει παίζοντας «κρυφτό» με τα «λάβαρα» που προσπαθούν να του τα αποκρύψουν, για να κάνουν εντονότερο το ερώτημα, που ευφυώς υποκρύπτει η έκθεση:
«Πόσο διαφορετικός είναι τελικά ο άνθρωπος από την εποχή του Ομήρου ή του Πλάτωνα;»
Έρωτας και Πόθος, (φωτ. Γιώργος Βιτσαρόπουλος)
Το πρώτο άγαλμα, αντίγραφο έργου του Λύσιππου (2ος αι.μ.Χ ), δάνειο από το Μουσείο του Λούβρου, απεικονίζει τον ακαταμάχητο φτερωτό θεό του Έρωτα, γιο της θεάς Αφροδίτης, την ώρα που λυγίζει, με αξιοθαύμαστη ευκολία, το μυθικό τόξο του Ηρακλή, για να στερεώσει στο άνω άκρο του τη χορδή. Ο μικρός Έρωτας παριστάνεται έτσι να διαθέτει τη δύναμη του πιο δυνατού άνδρα.
Μαρμάρινο άγαλμα του Έρωτα που τεντώνει το τόξο του (2ος αι. μ.Χ.)
Παρίσι, Musée du Louvre.
Πόθος είναι η επιθυμία για κάτι μακρινό, για κάτι που λείπει σε αντίθεση με τον Ίμερο που είναι η επιθυμία για κάτι που βρίσκεται στο παρόν κατά την πλατωνική διάκριση (Κρατύλος 419 e-420)
Ένα διάσημο σύνολο αγαλμάτων Πόθου, Ίμερου και Έρωτα δημιούργησε ο περίφημος γλύπτης Σκόπας για τον ναό της Αφροδίτης στα Μέγαρα. Το άγαλμα του Καπιτωλίου αντιγράφει το αριστούργημα του Σκόπα.
Ο νεαρός θεός με τα χέρια υψωμένα σαν να αναζητεί κάτι, έχει στα πόδια του μια χήνα, ιερό πτηνό της Αφροδίτης.
Άγαλμα του Πόθου, αντίγραφο έργου του Σκόπα
Ρώμη, Roma Capitale, Musei Capitolini
Ενοχή, απελπισία, προσμονή.....
Απέναντι, μέσα σε μια σκοτεινή εσοχή, παρουσιάζεται υποφωτισμένη η τοιχογραφία με τη θυσία της Ιφιγένειας από την Πομπηία, στην οποία καταγράφονται δυνατά συναισθήματα ενοχής, απελπισίας και προσμονής.
Στην παράσταση που αντιγράφει ένα ελληνικό ζωγραφικό πίνακα απεικονίζεται η Ιφιγένεια να ικετεύει τους θεούς απελπισμένη για την τραγική της μοίρα, ο πατέρας της τυλιγμένος στο ιμάτιό του, να κρύβει το πρόσωπο χτυπημένος από ενοχές ενώ ο μάντης Κάλχας στρέφει τα μάτια ανήσυχος προς τον ουρανό περιμένοντας τη θεϊκή παρέμβαση που τελικά θα σώσει την Ιφιγένεια.
«Η Ιφιγένεια σέρνεται βίαια από δυο ανθρώπους που πιθανότατα είναι ο Διομήδης και ο Οδυσσέας, ημίγυμνη με τα χέρια σηκωμένα ψηλά, δίνοντας την εντύπωση ότι προσπαθεί να αντισταθεί ή και ότι εκλιπαρεί τον οίκτο.
Ο Αγαμέμνονας εικονίζεται στην άκρη της παράστασης, έχοντας το κεφάλι σκυμμένο και σκεπασμένο με τον μανδύα του: συντετριμμένος, γεμάτος ενοχές (;), μετανιωμένος(;). Το καλυμμένο πρόσωπο εκφράζει το μέγεθος της σιωπηρής οδύνης περισσότερο από οποιαδήποτε έκφραση ενός προσώπου. Είναι φανερό ότι ο καλλιτέχνης θέλησε να παρουσιάσει τον Αγαμέμνονα ως το πιο τραγικό πρόσωπο στη παράσταση, και εν τέλει η μορφή του ήρωα είναι αυτή που μάλλον κεντρίζει το ενδιαφέρον του θεατή και του δημιουργεί έντονα συναισθήματα και ταυτόχρονα ερωτηματικά.
Αυτό, τουλάχιστον, βλέπω εγώ κι αυτή η εντύπωση μου δημιουργείται. Σε κάποιον άλλον θεατή θα μπορούσαν να κάνουν εντύπωση οι χειρονομίες της Ιφιγένειας. Αυτή δεν είναι η ομορφιά και το ενδιαφέρον μιας τέτοιας έκθεσης; ο καθένας να προσλαμβάνει και ορισμένα πράγματα διαφορετικά από τον άλλον;»
Νικόλαος Καλτσάς, επίτιμος διευθυντής Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Τοιχογραφία με σκηνή από τη θυσία της Ιφιγένειας. 62–79 μ.Χ. Πομπηία, Οικία του Τραγικού Ποιητή. Νάπολη, Museo Archeologico Nazionale.
Συναίσθημα ή λογική....
Τα άλλα 126 εκθέματα τοποθετήθηκαν ανάμεσα στην κόκκινη σπείρα και σε ένα σπονδυλωτό περίβλημα σε χρώμα γκρι, που μετριάζει σε μεγάλο βαθμό την ένταση του κόκκινου και αντιστοιχεί συμβολικά στο λογικό κόσμο της ψυχής.
Οι κύριες εκθεσιακές ενότητες είναι πέντε: Η πρώτη έχει τίτλο «Η τέχνη των συναισθημάτων – τα συναισθήματα στην τέχνη». Η δεύτερη ενότητα, με τίτλο «Οι χώροι των συναισθημάτων», διαρθρώνεται σε πέντε υποενότητες: «Ο ιδιωτικός χώρος», «Το πεδίο της μάχης», «Ο δημόσιος χώρος», «Οι ιεροί χώροι», «Το νεκροταφείο». Οι υπόλοιπες τρεις κύριες ενότητες είναι: «Τα αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα», «Τα ανεξέλεγκτα συναισθήματα» και «Μήδεια».
Άποψη της έκθεσης (φωτ. Γιώργος Βιτσαρόπουλος)
Το γελαστό παιδί.......
Η ένταση του χαμόγελου που εκφράζεται από το μισάνοιχτο στόμα και το βλέμμα αντανακλά την αθωότητα, την εγκαρδιότητα και τη χαρά του παιδικού προσώπου.
Η μικρή κοτσίδα πάνω από το μέτωπο συνηθίζεται σε παραστάσεις αγοριών και κοριτσιών, ιδιαίτερα στο β' μισό του 4ου αι. π.Χ., γι' αυτό και δεν αποτελεί ασφαλή ένδειξη για τη διάκριση του φύλου του παιδιού. Τα αγάλματα παιδιών, η χαρακτηριστικότερη κατηγορία αναθημάτων στο ιερό της Άρτεμης στη Βραυρώνα, αποτελούσαν δώρα ευχαριστίας των γονέων προς τη θεά είτε για την αίσια έκβαση της γέννας είτε για την ανάρρωση των παιδιών μετά από ασθένεια είτε για τη συνεχή επίβλεψη και προστασία τους από την Άρτεμη.
Μέσα από το χαμόγελο του παιδιού εκφράζεται αφενός η τρυφερότητα και η ανεμελιά της παιδικής ηλικίας, αφετέρου η ευγνωμοσύνη προς τη θεά, καθώς με την εύνοιά της τα μεν κορίτσια ανατρέφονταν ώστε να ολοκληρωθούν με τον γάμο και την απόκτηση παιδιών, τα δε αγόρια, μετά την ενηλικίωσή τους, εντάσσονταν ως υπεύθυνοι πολίτες στην κοινωνία, συμβάλλοντας στην εύρυθμη λειτουργία της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Κατερίνα Πέτρου - Βασιλική Σκαράκη
Κεφάλι από μαρμάρινο αναθηματικό αγαλμάτιο, 325-300 π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας (Φωτογραφία: Κώστας Ξενικάκης)
Και μια δόση αλαζονείας....
Στην περίπτωση του Κούρου το συναίσθημα δεν εκφράζεται μόνο από το χαρακτηριστικό αθηναϊκό μειδίαμα, αλλά και από τις δύο επιγραφές στους μηρούς του. Αν και δεν σώζονται ολόκληρες μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Πυθέας και ο Αισχρίων από τη Βοιωτία αφιερώνουν το άγαλμα στον αργυρότοξο Απόλλωνα.
Η επιγραφή επιβεβαιώνει την προσφορά στο θεό αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και μια επιγραφή που έχουν τοποθετήσει τα ονόματα τους, δηλώνοντας υπερηφάνεια, αφού κατάφεραν να κάνουν ένα τέτοιο έργο που στοίχιζε πολλά χρήματα στην αρχαιότητα, ενώ μαρτυρά και μια δόση αλαζονείας.
Κούρος μειδιών, αφιέρωμα στον Απόλλωνα
Άγαλμα Κόρης, αφιέρωμα στη θεά Αθηνά (520-510 π.Χ)
Στο δεξί χέρι, που δεν σώζεται, θα κρατούσε μια προσφορά της στη θεά Αθηνά.
Μουσείο της Ακρόπολης
Το βλέμμα που πετρώνει και διώχνει το κακό
Η κατεξοχήν Γοργόνα / Γοργὼ ήταν η Μέδουσα, η μόνη θνητή από τις τρεις αδελφές Γοργόνες. Κόρη του Φόρκου και της Κητώς, που ήταν αδέλφια μεταξύ τους, είχε την ίδια όψη με τις αδελφές της: στο κεφάλι της περιελίσσονταν φίδια, από το στόμα εξείχαν μεγάλα δόντια όμοια με των αγριόχοιρων, είχε χάλκινα χέρια και χρυσές φτερούγες, με τις οποίες πετούσε, μάτια σπινθηροβόλα και βλέμμα διαπεραστικό. Με το βλέμμα της απολίθωνε όποιον τολμούσε να την κοιτάξει, ακόμη και οι θεοί την απέφευγαν, εκτός από τον Ποσειδώνα, που ενώθηκε μαζί της και την άφησε έγκυο. Η γέννηση των παιδιών της έγινε την ώρα του θανάτου της που τον προκάλεσε ο Περσέας, ο γιος του Δία και της Δανάης.
Το κεφάλι της, το περίφημο Γοργόνειο, το παρέλαβε η θεά από τον ήρωα και το τοποθέτησε στην ασπίδα της, επειδή, ακόμη και νεκρό, πέτρωνε όποιον το κοίταζε. Αργότερα τοποθετήθηκε μπροστά στο θώρακα της θεάς και έγινε σύμβολό της αποτρεπτικό ενάντια σε κάθε κακό.
Η μυθική Γοργώ με τα τρομακτικά χαρακτηριστικά
Αποτροπαϊκό σύμβολο,αφού η ασχήμια του μπορεί να τρομάξει και να διώξει όποιον το αντικρίζει
Χάλκινο αναθηματικό τραγικό προσωπείο (4ος αι. π.Χ)
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου δείχνουν άντρα ηλικιωμένο με τραγική έκφραση.
Πιθανότατα σχετίζεται με το ρόλο γέροντα.
Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά
Άπελπις ικεσία.......
Ο ηλικιωμένος ιερέας του Απόλλωνα, ο Χρύσης, φτάνει με δώρα στον Αγαμέμνονα για να ζητήσει την απελευθέρωση της κόρης του. Γονατιστός με υψωμένα τα χέρια σε παράκληση και το βλέμμα καρφωμένο στα μάτια του Αγαμέμνονα περιμένει την κρίσιμη απάντηση. Εκείνος όμως ασυγκίνητος από τα λόγια του πατέρα και τα πολύτιμα δώρα χειρονομεί αρνητικά. Η Χρυσηίς πίσω από τον πατέρα της σε στάση γυναικείας συστολής αγωνιά.
Κρατήρας με τα λύτρα της Χρυσηίδας (360-350 π.Χ.), Παρίσι, Λούβρο
Εικόνα παντελούς απελπισίας....
«Σε ένα αφιλόξενο, ερημικό τοπίο της Λήμνου, όπου μονάχα ένα δέντρο απλώνει τα γυμνά κλαριά του, κάθεται ο Φιλοκτήτης μελαγχολικός σε βράχο, βυθισμένος στις σκέψεις του. Με το αριστερό χέρι ανασηκώνει το πληγωμένο του πόδι για να διορθώσει τον λυμένο επίδεσμο που το περιτυλίγει. Πάνω στο βράχο παρατημένα το τόξο με τη φαρέτρα του Ηρακλή.»
Ο ζωγράφος, που ακόμη δεν γνωρίζουμε ποιος είναι, έχει δημιουργήσει μια εξαιρετικά εκφραστική σύνθεση σε αυτό το αγγείο. Αφορά τον Φιλοκτήτη, έναν Έλληνα ήρωα που κληρονόμησε τα βέλη του Ηρακλή, και για το λόγο αυτό έχουν τέτοια προεξέχουσα θέση εδώ. Στην ιστορία του Τρωικού Πολέμου, τα βέλη αυτά ήταν αναγκαία για την κατάκτηση της πόλης. Στον δρόμο από την Ελλάδα, δάγκωσε τον Φιλοκτήτη ένα φίδι, που προκάλεσε μια τόσο επώδυνη και δύσοσμη πληγή που οι υπόλοιποι τον παράτησαν στο νησί της Λήμνου. Ο Φιλοκτήτης, αποκαρδιωμένος, κάθεται κάτω από ένα άκαρπο δέντρο και κρατά το δεμένο πόδι του — μια εικόνα παντελούς απελπισίας. Στο τέλος, θα σωθεί και θα θεραπευτεί.
Ι. Κακριδής, Ελληνική Μυθολογία, τόμος 5 (Τρωικός Μύθος), Εκδοτική Αθηνών
Αττική ερυθρόμορφη λήκυθος με τον Φιλοκτήτη στη Λήμνο (Γύρω στο 420 π.Χ)
Νέα Υόρκη, The Metropolitan Museum of Art
Νεαρός κάθεται θλιμμένος στην παλαίστρα. Η στάση του σώματος, τα χέρια που κρύβουν το πρόσωπο περιγράφουν τη θλίψη κι ας μην γνωρίζουμε την αιτία της. (500 - 475 π. Χ) Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Αγοράς, Αθήνα
Συναισθήματα εν οίκω......
Επιτύμβια στήλη του μικρού Καλλιτέλη, με το σκυλάκι του να προσπαθεί παιχνιδιάρικα να πιάσει ένα πουλί (Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας)
Δυο γυναίκες αγκαλιάζονται τρυφερά
«Δυο γυναίκες καθισμένες σε ένα σκαλιστό ντιβάνι. Είναι φτιαγμένες από πηλό. Η μία ακουμπάει με το ένα της χέρι στο ντιβάνι και με το άλλο σφίγγει το στήθος της, τα χείλη μισάνοιχτα, με μια έκφραση συγκρατημένης οδύνης· η άλλη γέρνει προς το μέρος της, την κοιτάει στα μάτια με στοργή και έγνοια, σχεδόν οι ανάσες τους σμίγουν, μαντεύεις τα δάκρυα.
Στις πτυχώσεις του ρούχου τους σώζεται ακόμη μια υπογάλαζη χροιά. Είναι μια σκηνή θρήνου από τη Μύρινα της Μικράς Ασίας, ένα μικρό πήλινο εύρημα της ελληνιστικής περιόδου που ανασύρθηκε πιθανότατα από κάποιον τάφο και ήρθε εδώ από το Βρετανικό Μουσείο, στο οποίο ανήκει».
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Ένας Σάτυρος ταΐζει στοργικά ένα σατυρίσκο..
Οι χόες είναι από τα πιο συνηθισμένα κτερίσματα σε παιδικές ταφές των κλασικών χρόνων. Συνδέονται με τη γιορτή των Ανθεστηρίων και κυρίως με τη δεύτερη μέρα που ονομαζόταν χόες, εξαιτίας αυτού του αγγείου που το χρησιμοποιούσαν ακόμα και τα μικρά παιδιά, για να δοκιμάσουν το νέο κρασί της χρονιάς.
Μπορεί ο σατυρίσκος να θυμίζει εξωτερικά ηλικιωμένο μωρό, όμως αυτή η σπάνια σκηνή έρχεται να μας θυμίσει ότι η τρυφερότητα δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπινου είδους.
Ερυθρόμορφος χους τριφυλλόστομος (Τέλος 5ου - αρχές 4ου αι. π.Χ) Σάτυρος ταΐζει σατυρίσκο με θήλαστρο που έχει παράσταση χορευτή Θεσσαλονίκη, Συλλογή Γ. Τσολοζίδη
Συναισθήματα εν δήμω.....δυσπιστία και όστρακα
Προχαραγμένα όστρακα κατά του Θεμιστοκλή. Σε πηγάδι στη βόρεια πλαγιά της Ακρόπολης απορρίφθηκαν στο πρώτο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. 190 όστρακα με το όνομα του Θεμιστοκλή, κυρίαρχου στην πολιτική σκηνή της Αθήνας για περισσότερο από δύο δεκαετίες.
Τα όστρακα, κυρίως σε βάσεις από κούπες κρασιού, φαίνεται ότι είχαν προετοιμαστεί ομαδικά από μικρό αριθμό χαρακτών και προορίζονταν για διανομή σε αναλφάβητους ή αναποφάσιστους Αθηναίους πολίτες.Στα τέσσερα όστρακα που παρουσιάζονται εδώ το όνομα «Θεμιστοκλής Νικοκλέους» έχει χαραχθεί από 3 ή 4 διαφορετικούς χαράκτες. Για άγνωστο λόγο δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ.
Ο Θεμιστοκλής, ηγέτης των δημοκρατικών, ήταν συχνά υποψήφιος για οστρακισμό τη δεκαετία του 480, αλλά οστρακίστηκε μόλις στο τέλος της δεκαετίας του 470, λόγω των φημών για την υπέρμετρη φιλοδοξία του και των επιλογών του στην εξωτερική πολιτική.
Περισσότερα από 150 όστρακα βρέθηκαν πίσω από την Ποικίλη Στοά, όπου πιθανότατα μεταφέρθηκαν κατά τον καθαρισμό της Αγοράς μετά την καταστροφή της από τους Πέρσες το 480 π.Χ.
Σε 65 όστρακα έχει χαραχθεί το όνομα του Θεμιστοκλή και σε πολλά άλλα εκείνο του Ξάνθιππου, πατέρα του Περικλή. Ανταγωνιστές στην ηγεσία των δημοκρατικών, οι Θεμιστοκλής και Ξάνθιππος φαίνεται ότι υπήρξαν συνυποψήφιοι το 484 π.Χ. Η δυσπιστία του δήμου απέναντι στην επιφανή οικογένεια των Αλκμεωνιδών με την οποία συνδεόταν ο Ξάνθιππος οδήγησαν τον Ξάνθιππο στην εξoρία.
Δύο όστρακα εναντίον του Θεμιστοκλή από το ίδιο αγγείο. (Περίπου 484 π.Χ.)
Μουσείο Αρχαίας Αγοράς της Αθήνας.
Αφιερώματα
Αγόρι με χήνα. Μαρμάρινο αγαλμάτιο, 3ος αι. π.Χ.
(Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο).
Η μαρμάρινη πλάκα με ανάγλυφα γυναικεία γεννητικά όργανα αφιερώθηκε στο ιερό της Αφροδίτης από κάποια εταίρα με το όνομα Ζμαράγδι(ο)ν, ίσως γιατί την ίανε από κάποια ασθένεια που είχε προκληθεί εξαιτίας του επαγγέλματός της ή για να παρακαλέσει την αρωγή της ή επειδή αναγνώριζε τη δύναμή της επί των συναισθημάτων των ανθρώπων.
Ενεπίγραφο αναθηματικό ανάγλυφο, 2ος αι. π.Χ
Αρχαιολογικό Μουσείο Πυθαγορείου Σάμου
Μαρμάρινο ενεπίγραφο ανάγλυφο με παράσταση αυτιών (2ος αι. μ.Χ.)
Θεσσαλονίκη, Αρχαιολογικό Μουσείο
Νεκροταφεία, θλίψη κι ελπίδα...
Η νεκρή Αλεξιβώλα, όπως παραδίδει εγχάρακτη επιγραφή στο επάνω μέρος του κυβολίθου, σκύβει προς το μέρος της ανδρικής μορφής και ακουμπά το πηγούνι της με το δεξί χέρι, ενώ η ανδρική μορφή αγκαλιάζει και με τα δύο απλωμένα χέρια της το αριστερό προτεταμένο χέρι της νεκρής.
Σε μια σκηνή όπου το τρυφερό άγγιγμα εκφράζει και προβάλλει τη στενή σχέση και τη συγγενική σύνδεση των μορφών, η κλειστή στάση των σωμάτων τους και το σκύψιμο της κεφαλής, τυποποιημένες κινήσεις και χειρονομίες του ύστατου αποχαιρετισμού, αναδίδουν τα συναισθήματα θλίψης και μελαγχολίας που τις διακατέχουν.
Μαρμάρινος κυβόλιθος με ανάγλυφη παράσταση, αρχές 3ου αι. π.Χ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Θήρας
Θρήνος για έναν αξιαγάπητο χοίρο....
Θρήνος για έναν αξιαγάπητο χοίρο, θύμα τροχαίου ατυχήματος. Εικονίζεται τετράτροχη άμαξα με τέσσερις ημίονους σε κίνηση σε επικλινές έδαφος. Επάνω στην άμαξα καλυπτροφόρος οδηγός κρατάει τα ηνία και πίσω του αδιάγνωστο αντικείμενο, ίσως φαλλός. Μπροστά από τις σηκωμένες οπλές των ζώων βρίσκεται ένας όρθιος χοίρος και κάτω από τους τροχούς της άμαξας εικονίζεται ο ίδιος χοίρος στο έδαφος.
Το επίγραμμα τον παρουσιάζει να διηγείται την τραγική του ιστορία:
«Εγώ, ο Χοίρος, αγαπητός σε όλους, τετράποδος νιoς, είμαι θαμμένος εδώ. Άφησα τη γη της Δαλματίας, όταν με έκαναν δώρο. Πάτησα το Δυρράχιο και πόθησα την Απολλωνία, και με τα πόδια μου γύρισα όλη τη γη, μόνος κι ακαταμάχητος. Τώρα όμως άφησα το φως εξαιτίας της βίας του τροχού. Λαχταρώντας να δω την Ημαθία και το άρμα της φαλλοφορίας, τώρα βρίσκομαι θαμμένος εδώ, χωρίς να έχει φτάσει η ώρα μου να πεθάνω».
Αφού προσφέρθηκε ως δώρο ο χοίρος, ξεκίνησε με τον κύριό του την πορεία κατά μήκος της Εγνατίας Οδού από τη Δαλματία προς την Έδεσσα για να συμμετάσχει σε διονυσιακή γιορτή, ίσως για να εκτελέσει ακροβατικά νούμερα. Σε μια κατηφόρα, ο κύριός του φαίνεται ότι έχασε τον έλεγχο της άμαξας, με αποτέλεσμα ο χοίρος, που προπορευόταν, να βρεθεί κάτω από τους τροχούς της και να σκοτωθεί. Με έκδηλη πίκρα και αγάπη ο κύριος του χοίρου τον τίμησε, εγείροντας επιτύμβιο στον τόπο του ατυχήματος.
Μαρμάρινο, ενεπίγραφο επιτύμβιο ανάγλυφο, 2ος-3ος αι. μ.Χ.
Αρχαιολογικός χώρος Λόγγου Έδεσσας
Στα πεδία των μαχών....
Ο Τρωίλος ήταν νεότερος γιος της Εκάβης και του Πριάμου ή και του ίδιου του Απόλλωνα. Μία παράδοση έλεγε ότι, αν ο Τρωίλος έφτανε τα είκοσί του χρόνια, η Τροία δεν θα μπορούσε να κυριευθεί από κανέναν. Οι συνθήκες του θανάτου του διαφέρουν από παράδοση σε παράδοση. Η κεραμική μελανόμορφη υδρία από το Βούλτσι απεικονίζει τον Αχιλλέα να σκοτώνει τον Τρωίλο και να κατακρεουργεί το σώμα του.
Κεραμική μελανόμορφη υδρία από το Βούλτσι. Βρετανικό Μουσείο.
«Τέσσερα Αχιλλέως, τρία Αίαντος»
Σε μια ανάπαυλα του Τρωικού Πολέμου ο Αχιλλέας και ο Αίας παίζουν πεσσούς. Ο Αχιλλέας, σκυφτός και επικεντρωμένος στο παιχνίδι, κάνει την αποφασιστική, νικηφόρα κίνηση. Ο Αίας, με υψωμένο το δόρυ απειλητικά, χειρονομεί έντονα και μιλά, φανερά εκνευρισμένος, προς τον αντίπαλό του.
Αμφορέας με τον Αχιλλέα και τον Αίαντα να παίζουν πεσσούς
Γύρω στο 540 π.Χ. Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Όταν τα συναισθήματα συγκρούονται.....
Μετά το θάνατο του Έκτορα στον Τρωικό Πόλεμο, η Πενθεσίλεια ήρθε «από τον αλαργινό Πόντο» να βοηθήσει τους Τρώες επικεφαλής στρατού από Αμαζόνες.Ο Πρίαμος τη δέχεται σα να ήταν πραγματική κόρη του. Η γενναιότητα των Αμαζόνων και η πολεμική τους ικανότητα ήταν τέτοιες που κατόρθωσαν όχι μόνο να κυνηγήσουν τους Έλληνες και να τους αναγκάσουν να οπισθοχωρήσουν στα πλοία τους, αλλά και να σκοτώσουν πολλούς Αχαιούς, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Μαχάονας, γιος του Ασκληπιού κι ένας εκ των δύο γιατρών του αχαϊκού στρατεύματος. Η βασίλισσα των Αμαζόνων κάλεσε σε μονομαχία τον Αίαντα τον Τελαμώνιο, που όμως δεν αποδέχτηκε την πρόκληση, θεωρώντας την ανάξιά του.
Ο θάνατος της Πενθεσίλειας περιγράφεται με λεπτομέρεια, όχι στην Ιλιάδα, αλλά στις Ηρωίδες του Οβιδίου και την Αινειάδα του Βιργιλίου. Οι Έλληνες ζήτησαν από τον Αχιλλέα να τους βοηθήσει και ο βασιλιάς των Μυρμιδόνων ήρθε σε κατά μέτωπο σύγκρουση με την βασίλισσα Πενθεσίλεια που πολεμούσε φορώντας περικεφαλαία με πολεμική μάσκα. Η Αμαζόνα έριξε το κοντάρι της στον Αχιλλέα, αλλά αυτό έγινε κομμάτια μόλις χτύπησε την περίφημη ασπίδα του. Η Αμαζόνα έριξε και δεύτερο κοντάρι αλλά αστόχησε. Ο Αχιλλέας επιτέθηκε και την τραυμάτισε στο στήθος. Βλέποντάς την πεσμένη στο έδαφος και θανάσιμα τραυματισμένη ο Αχιλλέας την πλησίασε, έχοντας θαυμάσει το θάρρος της και της έβγαλε την περικεφαλαία. Καθώς η Πενθεσίλεια ψυχορραγούσε ο Αχιλλέας αιχμαλωτίστηκε από τη φλογερή της ματιά. Η ζωή έσβηνε σιγά-σιγά μέσα στα μάτια της ωραίας πολεμίστριας κι ο Αχιλλέας γέμισε απέραντη θλίψη.
Ο μεγάλος ήρωας είχε ερωτευτεί εκείνη που ο ίδιος της πήρε τη ζωή. Οι ματιές των δύο νέων συναντήθηκαν σε μια απέλπιδα προσπάθεια ο έρωτας να νικήσει τον θάνατο. Έτσι, γεννήθηκε και πέθανε σε μια στιγμή ένας μεγάλος έρωτας!
Στην κύλικα αποτυπώνεται η τραγική στιγμή που ο Αχιλλέας έχει βυθίσει το ξίφος του στο στήθος της Πενθεσίλειας, καθώς εκείνη καταρρέει. Η ματιά της όμως και η στάση της κεφαλής της, αποκαλύπτουν τον έρωτα που ξύπνησε μέσα της εκείνη τη στιγμή για τον σπουδαίο αντίπαλο. Εκείνος ανταποκρίνεται κοιτάζοντάς τη στα μάτια με πόθο αλλά και απελπισία για το αναπόφευκτο τραγικό τέλος.
Έρωτας και θάνατος στο ίδιο βλέμμα...
Ερυθρόμορφη κύλικα (εσωτερικό) του "ζωγράφου της Πενθεσίλειας":
Ο Αχιλλέας σκοτώνει την Πενθεσίλεια, 470-460 π.Χ. Μόναχο, Staatliche Antikensammlungen.
Κεφαλή της Πενθεσίλειας, μάρμαρο, ρωμαϊκό αντίγραφο ελληνιστικού πρωτοτύπου
Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Κεφαλή του Αχιλλέα, μάρμαρο, ρωμαϊκό αντίγραφο ελληνιστικού πρωτοτύπου
Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Όταν ο πόθος νικάει το θυμό....
Ο βασιλιάς της Σπάρτης Μενέλαος, αποφασισμένος να τιμωρήσει με θάνατο την απιστία της γυναίκας του Ελένης, ορμά να την πιάσει. Εκείνη τη στιγμή όμως τον κυριεύει ο πόθος του για αυτήν, πετά το ξίφος και σπεύδει να την αγκαλιάσει. Η Ελένη, αβέβαιη για τις προθέσεις του συζύγου της, χειρονομεί παρακλητικά.
Ερυθρόμορφος αμφορέας με λαιμό, με παράσταση του Μενέλαου και της Ελένης (περ. 430–420 π.Χ.) Αποδίδεται στον Ζωγράφο του Κλεοφώντος
Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Ο πόνος της εγκατάλειψης...
Σύμφωνα με τον μύθο, η Τυρώ, η κόρη του Σαλμωνέα και της Αλκιδίκης, ερωτεύτηκε βαθιά τον θεό ποταμό Ενιπέα. Συχνά κατέβαινε στις όχθες του και θρηνούσε πάνω απ' τα νερά του, γιατί ο έρωτάς της ήταν χωρίς ανταπόδοση. Όμως ο έρωτάς της ξύπνησε τον πόθο και τη ζήλια του Ποσειδώνα που πήρε τη μορφή του Ενιπέα και κοιμήθηκε μαζί της. Από την ένωση προέκυψαν δύο παιδιά, ο Νηλέας και ο Πελίας, που η άγαμη μητέρα εγκατέλειψε μετά τη γέννα μέσα στη σκάφη της μπουγάδας στις όχθες του ποταμού.
Η Τυρώ εγκαταλείπει τα παιδιά της (300-250 π.Χ)
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθήνας
Συναισθήματα εκτός ελέγχου.....
Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Γανυμήδης ήταν γιος του Τρώα και της Καλλιρρόης, κόρης του θεού ποταμού της Τροίας Σκάμανδρου, και ο ωραιότερος από τους θνητούς.Ο Γανυμήδης, όπως και άλλοι βασιλόπαιδες, έβοσκε τα κοπάδια του πατέρα του στα βουνά γύρω από την Τροία, όταν τον είδε ο Δίας.
Η ομορφιά του έφηβου τράβηξε τον θεό και τον απήγαγε. Σύμφωνα με μια παράδοση ο Δίας πήρε τη μορφή του αετού ή έστειλε το αγαπημένο του πουλί και μετέφερε τον νέο στον Όλυμπο, που επιφορτίστηκε με τη δουλειά του οινοχόου, να ρίχνει δηλαδή νέκταρ στο ποτήρι του Δία, αντικαθιστώντας τη θεότητα της νιότης Ήβη σε αυτό το έργο.
Ο Δίας, ανίκανος να αντισταθεί στην ομορφιά του νεαρού Γανυμήδη, μεταμορφώνεται σε αετό και τον αρπάζει
Παραφορά, ντροπή, αυτοκτονία....
Ο Αίας, βασιλιάς της Σαλαμίνας και ο μεγαλύτερος ήρωας της Ιλιάδας, μετά τον Αχιλλέα, απεικονίζεται λίγο πριν αυτοκτονήσει: γονατιστός, με τα χέρια και το βλέμμα προς τους ουρανούς, σε στάση ικεσίας. Μπροστά του είναι το ξίφος, του, γερά στερεωμένο στο έδαφος, με την αιχμή προς τα πάνω.
Βαθιά πληγωμένος από την άδικη απόφαση των Αχαιών να δώσουν τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα στον Οδυσσέα και όχι σε αυτόν, αποφασίζει να τους εκδικηθεί. Όμως παραφρονεί και νομίζοντας ότι σκοτώνει τους αρχηγούς των Αχαιών, στην πραγματικότητα σφάζει ένα κοπάδι από πρόβατα. Όταν συνέρχεται, συνειδητοποιεί την πλάνη του και ντροπιασμένος αποφασίζει να αυτοκτονήσει. Λίγο πριν το τέλος, παρακαλεί τους θεούς να τύχει της πρέπουσας ταφής.
Λήκυθος με την αυτοκτονία του Αίαντα (γύρω στο 460 π.Χ)
Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Η Λήδα, ο κύκνος και ο Έρωτας...
Το ανάγλυφο εικονογραφεί την ερωτική συνεύρεση της Λήδας, βασίλισσας της Σπάρτης, με τον θεό Δία.Ο Δίας, κυριευμένος από έρωτα για την όμορφη θνητή, προκειμένου να την κατακτήσει, πήρε τη μορφή του κύκνου. Με τη βοήθεια της Αφροδίτης, η οποία μεταμορφώθηκε σε αετό που καταδίωκε δήθεν τον κύκνο, κατάφερε να βρει καταφύγιο στην αγκαλιά της Λήδας. Στη συνέχεια, η Λήδα γέννησε δύο αυγά, από τα οποία γεννήθηκαν η Ελένη της Τροίας και οι αδελφοί της Κάστωρ και Πολυδεύκης.
Οι πρωταγωνιστές εικονίζονται σε πλάγια θέση. Ο κύκνος, υπερμεγέθης με απλωμένες φτερούγες, καταλαμβάνει το κέντρο της παράστασης. Η γυμνή Λήδα, σκυμμένη με λυγισμένα γόνατα, δέχεται τον έρωτα του κύκνου που γραπώνεται με τα γαμψά του νύχια από τους μηρούς της, ενώ ένας φτερωτός Έρωτας βοηθάει στην πραγματοποίηση της ένωσης, σπρώχνοντας τον κύκνο με τα χέρια και το δεξί του πόδι.
Μαρία Κυρίμη
Ο Δίας παίρνει τη μορφή κύκνου και κατακτά τη Λήδα
Μαρμάρινο ανάγλυφο, 1ος-2ος αι. μ.Χ. Από την Κνωσό. Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου
Ιεροσυλία....
Ένας μεγαλόσωμος πολεμιστής κυνηγά μιά γυναίκα, η οποία καταφεύγει στο άγαλμα της θεάς Αθηνάς για να γλυτώσει. Ο άνδρας είναι ο βασιλιάς της Σαλαμίνας Αίας, πρωταγωνιστής του Τρωικού πολέμου. Η γυναίκα είναι η Κασσάνδρα, κόρη του βασιλιά της Τροίας Πρίαμου, περίφημη για την προφητική της ικανότητα και την ομορφιά της. Το γυμνό σώμα της Κασσάνδρας προοιωνίζει την ιερόσυλη πράξη που θα ακολουθήσει.
Αμφορέας με τον βιασμό της Κασσάνδρας από τον Αίαντα (Γύρω στο 450 π.Χ)
Νέα Υόρκη, The Metropolitan Museum of Art
Κατάρες....η γλώσσα του μολύβι να γίνει ....
Τεκμήριο για τις κατάρες των αρχαίων Ελλήνων και τον ρόλο τους στη λαϊκή κουλτούρα της εποχής. Πρόκειται για έναν μολύβδινο κατάδεσμο, μια ωοειδή μολύβδινη θήκη (βάση και κάλυμμα) που περιέχει μολύβδινο ειδώλιο ανδρός με δεμένα τα χέρια πισθάγκωνα.
Η επιγραφή ονομάζει τους αντιπάλους σε δικαστικό αγώνα. Επάνω στο δεξί σκέλος του ειδωλίου, καθώς και τρίτο στη σειρά των ονομάτων των αντιδίκων προβάλλει το όνομα «Μνησίμαχος», για τον οποίον φαίνεται πως προοριζόταν η κατάρα κατ’ εξοχήν. Τα μάγια καλούνται να δέσουν και όποιον άλλον είναι «σύνδικος» ή «μάρτυς» των αντιδὶκων.
Γύρω στο 400 π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Κεραμεικού.
Κατάδεσμος εναντίον επαγγελματικού ανταγωνιστή και πιθανώς αντιδίκου. Το κείμενο είναι χαραγμένο από τα δεξιά προς τα αριστερά, αλλά πολλά από τα γράμματα είναι γραμμένα με τη σωστή κατεύθυνση.
Στον τελευταίο στίχο το όνομα του θύματος είναι γραμμένο ανάποδα σε σχέση με την υπόλοιπη επιγραφή, ώστε η τύχη του να αντιστραφεί, όπως και τα γράμματα. Με την κατάρα ο Φίλων «δένει» τη γλώσσα, την ψυχή, τα χέρια και τα πόδια του Μικίωνα και εύχεται η γλώσσα του αντιπάλου του να γίνει μολύβι (όπως η πινακίδα) και να τρυπηθεί, τυπική έκφραση για τις κατάρες κατά αντιδίκων.
Σε δεύτερο κατάδεσμο ανάλογου περιεχομένου, γραμμένο από τον ίδιο γραφέα, ο Φίλων καταριέται, εκτός από τον Μικίωνα, δύο ακόμα άνδρες και μια γυναίκα. Επειδή οι κατάρες στρέφονται επίσης κατά της περιουσίας και εργασίας των αντιπάλων, το υπόβαθρο ίσως ήταν επαγγελματικός ανταγωνισμός. Ένας τρίτος κατάδεσμος κατά κάποιου Φίλωνα (του ίδιου προσώπου;) ίσως να ήταν παραγγελία ενός από τα θύματά του.
Ενεπίγραφη μολύβδινη πινακίδα (4ος αι. π.Χ), Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Τρία ομοιώματα ανδρών με τα χέρια δεμένα πίσω, αντικείμενα άσκησης συμπαθητικής μαγείας, Αρχαιολογικό Μουσείο Δήλου (2ος -1ος αιώνας π.Χ)
Ο νικητής κι ο ηττημένος...
Ο Απόλλων, με θεϊκή ηρεμία, παίζει τη λύρα του. Είναι ο νικητής στο μουσικό αγώνα με τον σάτυρο Μαρσύα. Ο Μαρσύας κρατά τους αυλούς και με τη στάση του δηλώνει την ήττα του. Η φτερωτή Νίκη πλησιάζει τον Απόλλωνα για να του δέσει στο κεφάλι την ταινία του νικητή. Ολύμπιοι θεοί παρακολουθούν από ψηλά τον ενδιαφέροντα αγώνα.
Μια Μούσα πάνω σε υποπόδιο διαβάζει από τον ανοιχτό πάπυρο τις φρικτές συνέπειες της ήττας. Επειδή, πριν την έναρξη του αγώνα, είχε οριστεί ο νικητής να επιβάλει στον ηττημένο όποια τιμωρία ήθελε, ο Απόλλωνας, παρασυρμένος από την οργή του, έδεσε τον Μαρσύα σε πανύψηλο πεύκο ή πλάτανο και τον έγδαρε.
Πελίκη με τον αγώνα ανάμεσα στον Απόλλωνα και τον Μαρσύα (360-350 π.Χ)
Νάπολη, Museo Archeologico Nazionale
Βράζω απ’ αγανάκτησιν όταν θυμούμαι πόσον ο Ατρείδης μ’ εξουθένωσεν.......
Ο πρωταγωνιστής της Ιλιάδας, ο Αχιλλέας έντονα ενοχλημένος που ο Αγαμέμνων του πήρε την αγαπημένη του Βρισηίδα, έχει αποσυρθεί από τη μάχη. Τυλιγμένος στο ιμάτιό του, σκυφτός με το χέρι στο κεφάλι και τη ματιά του καρφωμένη στο έδαφος, εκφράζει τη βαθιά θλίψη του.
Απέναντι του ο Οδυσσέας, σε εντελώς άνετη στάση, προσπαθεί να τον μεταπείσει για να ξαναγυρίσει στη μάχη. Για την ενίσχυση του ρόλου του, ο Οδυσσέας έχει φέρει μαζί του τον πολεμιστή Διομήδη και τον γηραιό Φοίνικα, δάσκαλο του Αχιλλέα.
Στάμνος με θλιμμένο Αχιλλέα (500- 450 π.Χ)
Βασιλεία, Antikenmuseum Basel und Sammlung Ludwig
Μήδεια: στα δίχτυα της παραφροσύνης του προδομένου έρωτα
Η Μήδεια, τυφλωμένη από ζήλια για την απιστία του συζύγου της, ετοιμάζεται να σκοτώσει τα παιδιά της. Με το δεξί της χέρι κρατά το μαχαίρι ενώ με το αριστερό το κεφάλι του γιου της, ώστε να καταφέρει να τον σκοτώσει. Ο γιος της φαίνεται να απλώνει το αριστερό του χέρι προς την μητέρα του μία στάση που δείχνει παράκληση, με το δεξί του χέρι πιάνει αυτό της μητέρας του που ακουμπά στο κεφάλι πιθανότατα προσπαθώντας να ξεφύγει.
Ερυθρόμορφη λήκυθος που αποδίδεται στον ζωγράφο του Ιξίωνα(340-320 π.Χ)
Musée du Louvre, Τμήμα Ελληνικών, Ετρουσκικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων, Παρίσι
Τρόμος και απόγνωση κυριαρχούν στο παλάτι, όπου η Γλαύκη πέφτει από το θρόνο της νεκρή. Έχει δηλητηριαστεί από το στέμμα της, γαμήλιο δώρο της Μήδειας η οποία την εκδικείται γιατί της πήρε τον άντρα, τον Ιάσονα.
Ο πατέρας της Γλαύκης, ο γέροντας βασιλιάς Κρέων με το δεξί του χέρι πάνω από το κεφάλι τραβάει τα μαλλιά του ως ένδειξη απελπισίας ενώ αφήνει να του πέσει το σκήπτρο του. Με το αριστερό του χέρι κρατά την κόρη του και κοιτά απελπισμένα τη γυναίκα του Μερόπη, η οποία απεικονίζεται σε στάση απόγνωσης.
Ο αδελφός της Γλαύκης, ο Ιππότης μάταια προσπαθεί να απομακρύνει το θανάσιμο στέμμα.
Η Μήδεια, τυφλή από το πάθος της, κορυφώνει την εκδίκησή της απέναντι στον Ιάσονα, με μια αποτρόπαια πράξη αρπάζει με βία το παιδί της για να του αφαιρέσει τη ζωή.
Το παιδί απελπισμένο και ανήμπορο, αποζητά τη σωτηρία του. Ο αδελφός του, με την πλάτη γυρισμένη, μάταια προσπαθεί να ξεφύγει.
Η Μήδεια θα διαφύγει με ένα άρμα σταλμένο από τον παππού της τον Ήλιο. Το άρμα οδηγεί ο δαίμονας Οίστρος προσωποποίηση της μανίας.
Δίπλα στο άρμα, ο Ιάσονας κοιτά έκπληκτος και θυμωμένος αλλά μη μπορώντας να αντιδράσει.
Πρόκειται για έναν απουλικό κρατήρα που βρέθηκε στον τάφο ενός πολεμιστή. Η εικονογραφική παράσταση του συγκεκριμένου αγγείου είναι επηρεασμένη κατά πάσα πιθανότητα από το θέατρο.
Κρατήρας με το μύθο της Μήδειας (310-300 π.Χ.)
Μόναχο, Staatliche Antikensammlungen and Glyptothek Muenchen