Jacques-Louis David, The Death of Socrates Metropolitan Museum of Art, New York |
Ο πλατωνικός διάλογος "Κρίτων"
Ο Κρίτων, έργο του Πλάτωνα, εντάσσεται στην τετραλογία (Ευθύφρων, Κρίτων, Απολογία, Φαίδων) των διαλόγων που αναφέρονται στη δίκη και εκτέλεση του Σωκράτη. Τα πρόσωπα του διαλόγου είναι δύο, Ο Σωκράτης και ο στενός και πλούσιος φίλος του, Κρίτων.
Η πρόταση απόδρασης
Ο Σωκράτης βρίσκεται στη φυλακή, μετά την καταδίκη του σε θάνατο, περιμένοντας την ώρα που θα πρέπει να πιεί το κώνειο. Ο φίλος του, Κρίτων, πηγαίνει να τον επισκεφθεί και του προτείνει ένα τρόπο για να αποδράσει.
Οι λόγοι για τους οποίους ο Σωκράτης θα έπρεπε, σύμφωνα με τον Κρίτωνα, να δραπετεύσει είναι ότι αν εκτελεσθεί:
- Ο Κρίτων θα χάσει έναν αναντικατάστατο φίλο.
- Πολλοί θα θεωρήσουν ότι τσιγγουνεύτηκε τα χρήματα που απαιτούνταν γι' αυτό το σκοπό.
- Ο Κρίτωνας δε θα πάθει τίποτε εξαιτίας της απόδρασης του Σωκράτη γιατί είναι σε θέση να υπερασπισθεί τον εαυτό του.
- Οι εχθροί του Σωκράτη θα έχουν πετύχει το σκοπό τους.
- Θα εγκαταλείψει τους γιους του και αυτοί θα έχουν την σκληρή μοίρα των ορφανών.
- Δεν θα φανεί ανδρείος.
- Ο Κρίτωνας και οι άλλοι φίλοι του θα φανούν άνανδροι.
The Death of Socrates by Jacques-Philip-Joseph de Saint-Quentin |
Oι «Nόμοι» μιλούν στο Σωκράτη
«Σκέψου λοιπόν, Σωκράτη», θα έλεγαν ίσως οι νόμοι, «αν είναι αλήθεια αυτό που λέμε, ότι δηλαδή δεν είναι δίκαια αυτά που επιχειρείς τώρα εναντίον μας. Εμείς σε γεννήσαμε, σε αναθρέψαμε, σε εκπαιδεύσαμε και μεταδώσαμε σε σένα και σε όλους τους άλλους πολίτες όσα καλά πράγματα μπορούσαμε. Όμως κάναμε σαφές ότι έχουμε δώσει την εξουσία σε όποιο Αθηναίο θέλει, αφού περάσει τη δοκιμασία και δει όσα γίνονται στην πόλη και εμάς τους νόμους, αν δεν του αρέσουμε, να πάρει τα πράγματά του και να πάει όπου θέλει […] Όποιος όμως από τους πολίτες παραμείνει, ενώ βλέπει με ποιο τρόπο διεξάγουμε τις δίκες και γενικά κυβερνάμε την πόλη, εμείς προϋποθέτουμε ότι έχει συμφωνήσει μαζί μας έμπρακτα να εκτελεί αυτά που διατάζουμε· και εμείς υποστηρίζουμε ότι όποιος δεν υπακούει αδικεί τριπλά: δείχνει ανυπακοή σε μας που τον γεννήσαμε και τον αναθρέψαμε και, ενώ συμφώνησε να μας υπακούει, ούτε αυτό κάνει ούτε μας πείθει ότι δεν κάνουμε κάτι σωστά…»
(Πλάτων, Κρίτων, 52c-e)
Ο Κρίτων, μπροστά στην επιμονή του Σωκράτη, δεν μπορεί να πεί τίποτε άλλο: «Αλλ΄ ω Σώκρατες, ουκ έχω λέγειν». Και ο Σωκράτης κλείνει τον διάλογο με την ακόλουθη απόκριση: «Άφησε κατά μέρος την πρόταση σου λοιπόν, ω Κρίτων, και ας ενεργήσουμε με τον τρόπο που είπα εγώ, γιατί αυτόν τον τρόπο μάς τον υποδεικνύει ο θεός».
Ο θάνατος του Σωκράτη, Ανώνυμος, Γερμανία 19ος αι., Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης |
Κρατούμενος του εαυτού του.....
Το πρώτο σχήμα ρητής διδασκαλίας, στην ηθική, το έδωσε ο μοιραίος άνθρωπος που, μπρος στους Αθηναίους δικαστές, ισχυρίστηκε ότι ποτέ του δεν δίδαξε. Δεν δίδαξε τίποτε, δεν γνώριζε το παραμικρό, δεν άφησε γραφτά, χρειάστηκε όμως η πιο δυνατή φιλοσοφική γραφή για να διασώσει από τη λήθη και να αναπλάσει τη γνώση που κληροδότησε η διδαχή του. Και το μέγιστο μάθημα: το θάνατό του. Ο Σωκράτης παραδίνεται στον νόμο της πολιτείας που τον ανάθρεψε και δεν διστάζει στιγμή να υποταχτεί στην αδικία για χάρη της δικαιοσύνης, να δώσει ζωή στην πόλη προσφέροντάς της, σφάγιο, τον εαυτό του. Αυτοκτονία αλλόκοτη, ακόμη και στα μάτια των ίδιων των μαθητών του, που μοιάζει ληξιαρχική πράξη της ηθικής — δηλαδή της βίας. Μαιευτήρας σ' όλη του τη ζωή, επιμένει, και την ύστατη στιγμή, ξεγεννώντας τον ίδιο τον εαυτό του αυτή τη φορά, να φέρει στον κόσμο το απόλυτο κράτος δικαίου.
Το δεσμωτήριο όπου τον κρατούν μένει ανοιχτό. Στη Θεσσαλία ή άλλον ξένο τόπο μπορεί ελεύθερα να πάει, φτάνει να το θελήσει. Ο Κρίτων και ο Φαίδων, επειδή ακριβώς εμπιστεύονται τα μάτια τους, ένα δεσμωτήριο μονάχα γνωρίζουν και ένα φύλακα: τον άνθρωπο που, λίγα βήματα παραέξω, φρουρεί το νόμο. Αλλά, μολονότι τα χρήματα εύκολα μπορούν να ανοίξουν τους δρόμους της φυγής, εκείνο που ξεπερνά το νου των μαθητών και τους αποσβολώνει είναι ότι δεσμώτης, δεσμωτήριο και φύλακας είναι ο ίδιος άνθρωπος. Ο δάσκαλός τους είναι κρατούμενος του εαυτού του, και τη μόνη πράξη «ελευθερίας» που αναγνωρίζει είναι η απαντοχή του θανάτου. Άραγε θα μπορέσουν να τον πείσουν να δραπετεύσει από τον εαυτό του;
Καθώς, υπάκουος στην υπόδειξη του φύλακα, βηματίζει για να ποτιστεί βαθύτερα το σώμα του από το φαρμάκι, η γαλήνια απόφασή του είναι σημάδι πως υπάρχουν αρχές που ξεπερνούν τη ζωή και μαζί τον θάνατο: από τέλος τον κάνουν αρχή. Έζησε για να πεθάνει, και πεθαίνει για να ζήσει αληθινά — αυτή φαίνεται να είναι η μοίρα του Σωκράτη. Η απόλυτη υπακοή του στο νόμο είναι ανάλογη με την πίστη του ότι στο κατώφλι του θανάτου δεν έχει τίποτε να φοβηθεί. Αφού γιατρευτεί από την πληγή του σώματος, η ψυχή του, ακολουθώντας την «ειμαρμένην πορείαν», θα πάει για 'κει που την προορίζει η κοσμική αρμονία. Δεν ανήκει στους ανθρώπους, λοιπόν, η τελευταία λέξη, παρά στο Θεό, που, για να τον λατρέψει, έζησε μέσα σε χίλιες στερήσεις (αλλ’ εν πενία μυρία ειμί διά την του θεού λατρείαν).
Στον Κρίτωνα,ο φιλόσοφος, εξηγεί την απόφασή του σαν αναζήτηση της σωστής ζωής (ου το ζην περί πλείστον ποιητέον, αλλά το ευ ζην) και της σωστής σκέψης (ω φίλε Κρίτων, η προθυμία σου πολλού αξία, ει μετά τίνος ορθότητος είη). Η πίστη στο απαράβατο των νόμων εμψυχώνεται από την άμεση πίστη στο Θεό (πράττωμεν ταύτη, επειδή ταύτη ο θεός υφηγείται).
Ο θάνατος, άγνωστος στους ανθρώπους, μπορεί να αποδειχθεί ευεργέτης για δύο λόγους: είτε ο νεκρός βουλιάζει σ’ έναν αιώνιο ύπνο και χάνεται στο μηδέν οπότε, γλιτώνοντας από το βάσανο της ζωής έχει θαυμάσιο κέρδος, είτε ταξιδεύει σε άλλον τόπο, όπου ανταμώνει τούς προηγούμενους μετανάστες — κι ανάμεσά τους τον Όμηρο, τον Ορφέα, τον Ησίοδο κ.τ.λ.Η ειρωνεία του, στις τελευταίες αράδες της Απολογίας, αδιαφορεί για την πειθώ: «Είναι καιρός πια να πηγαίνουμε, εσείς παίρνοντας το δρόμο της ζωής κι εγώ το δρόμο του θανάτου. Όσο για το ποιοι πάνε σε καλύτερο μέρος, μόνο ο Θεός το ξέρει».
Ο θάνατος, άγνωστος στους ανθρώπους, μπορεί να αποδειχθεί ευεργέτης για δύο λόγους: είτε ο νεκρός βουλιάζει σ’ έναν αιώνιο ύπνο και χάνεται στο μηδέν οπότε, γλιτώνοντας από το βάσανο της ζωής έχει θαυμάσιο κέρδος, είτε ταξιδεύει σε άλλον τόπο, όπου ανταμώνει τούς προηγούμενους μετανάστες — κι ανάμεσά τους τον Όμηρο, τον Ορφέα, τον Ησίοδο κ.τ.λ.Η ειρωνεία του, στις τελευταίες αράδες της Απολογίας, αδιαφορεί για την πειθώ: «Είναι καιρός πια να πηγαίνουμε, εσείς παίρνοντας το δρόμο της ζωής κι εγώ το δρόμο του θανάτου. Όσο για το ποιοι πάνε σε καλύτερο μέρος, μόνο ο Θεός το ξέρει».
Ο θάνατος του Σωκράτη, Michel-François Dandré-Bardon, 1747, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης |
Σύμφωνα με τη γλώσσα του συρμού, ο Κρίτωνας έχει δίκιο πέρα για πέρα. Κατηγορούν το δάσκαλό του για αθεΐα (νομίζοντα δαιμόνια καινά), αυτόν που έζησε πάντα θεοταγής (εμοί δε τούτο προστέτακται υπό του θεού) και πιστός στο «του θεού σημείον». Τον κατηγορούν για διαφθορά των νέων, αυτόν που αφιέρωσε τη ζωή του στην εκπαίδευση των συμπολιτών του. Στοιχεία όλα αυτά που συγκροτούν την εικόνα ενός ανθρώπου που έχει κακόβουλες προθέσεις απέναντι στην ίδια του την πόλη. Κι όμως, είναι από τους λίγους πολίτες που έζησαν ισόβια μέσα στην Αθήνα και πέρασαν τά σύνορά της μόνο και μόνο για να την υπερασπιστούν. Πρώτα στην Ποτίδαια, όπου έσωσε τον τραυματισμένο Αλκιβιάδη μαζί με τα όπλα του. Ύστερα στη Βοιωτία, όπου έσωσε από βέβαιο θάνατο τον Ξενοφώντα, κουβαλώντας τον στους ώμους του αιμόφυρτο. Τέλος στην Αμφίπολη.
Παντού και πάντα έκανε το πολιτικό του καθήκον στο ακέραιο: έθεσε τη μοίρα της πόλης πάνω από την προσωπική του τύχη. Υποστηρίζοντας, όμως — με τα όπλα στο πεδίο της μάχης, με τα λόγια στο πεδίο της πόλης —, απόλυτες ηθικο-πολιτικές αρχές, είναι σαν να ψάχνει για εχθρούς και δήμιους. Και, φυσικά, δεν θα αργήσει να τους βρει. Η σχετικότητα και η συναλλαγή θα τον μισήσουν μέχρι θανάτου. Επιστρατεύοντας το ψέμα και τη συκοφαντία, θα προσπαθήσουν να παραχαράξουν την ταυτότητά του. Στο δικαστήριο, αφού ακούσει κατάπληκτος τα όσα του αποδίδουν, ο Σωκράτης θα ομολογήσει ότι οι μομφές των αντιπάλων του τον έκαναν να ξεχάσει ποιος είναι • Το ίδιο και οι παρακινήσεις των φίλων του και μαθητών • οι κατήγοροι τον χαρακτηρίζουν επικίνδυνο, για να τον αφανίσουν οι φίλοι τον συμβουλεύουν να διατρέξει τον μικρό κίνδυνο μιας παρανομίας, για να σώσει τη ζωή του. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ο Σωκράτης δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του.
Η λογική των αισθημάτων, που δεν παραδέχεται αξία ανώτερη από την αυτοσυντήρηση, μιλάει με το στόμα του Κρίτωνα. Με κριτήριο την επιβίωση ξεχνά τις αξίες για χάρη της «ζωής» — και όχι, καθώς ο Σωκράτης, τη ζωή για χάρη των αξιών της πόλης. Τον πιέζει, λοιπόν, να ξεφύγει από τα νύχια του νόμου, όπως τα παιδιά ξεφεύγουν από την επιτήρηση του πατέρα. Ο καιρός και ο τόπος του έχουν στερήσει την ελευθερία του νου. [......]
Ο θάνατος του Σωκράτη, Cignaroli, Giambettino, 1706-1770 |
Με την προσωποποίηση των νόμων, το δικαστήριο που στήνει ο μελλοθάνατος στην ψυχή του α-ντιπροσωπεύει το πρότυπο της ηθικής στάσης. Μια υποθετική δίκη, που δικάζει την πρόθεση και όχι το άμεσο ακολούθημά της: την πράξη. Προτού δοθεί στην πράξη, αν ο παραβάτης έφερνε μπρος στα μάτια του, με σάρκα και οστά, τον Νόμο και (κατα)δίκαζε την πράξη του προτού τη διαπράξει, τότε αυτό το προτού —ο προθάλαμος της πράξης— θα γινόταν η δίοδος που θα τον γλίτωνε από τον εαυτό του. Υψώνοντας το κριτήριό του ως το επίπεδο της οικουμενικότητας, ο Σωκράτης γίνεται καθολικός άνθρωπος και η πράξη του πράξη καθολική• με τη ματιά του πάνω από τον στενό κύκλο του παρόντος, μιλά για την ουσία (της πόλης) με τρόπο αληθινά φιλοσοφικό. Πιστός στην ανώτερη αρχή: μηδέν ποιείν παρά τούς νόμους, μετατρέπει το δεσμωτήριο σε τόπο συμβολικό. Στο μέτρο που κυβερνιέται από τους νόμους, η πόλη είναι ένα δεσμωτήριο, όπου κάθε πολίτης είναι δεσμώτης και δεσμοφύλακας, κατήγορος και κατηγορούμενος. Φύλακας της πόλης και φυλακισμένος στην πόλη. Η υποχρέωση γεννά το δικαίωμα, και το δικαίωμα την υποχρέωση — στη ζωή και στον θάνατο.
Στις τελευταίες στιγμές, όταν πια ο Κρίτων δεν έχει τι να πει (ουκ έχω λέγειv), καταλαβαίνει ξαφνιασμένος ότι, αντί για τη σωτηρία, εκείνο που γύρευε ήταν η καταστροφή. Ήθελε να κάνει το δάσκαλό του να προδώσει τον εαυτό του (σαυτόν προδούναι) και να τον αφήσει έκθετο στην καταλαλιά και στον πονηρό γέλωτα των άλλων. Τι πιο γελοίο από ένα Σωκράτη που το σκάει από τη φυλακή και φτάνει στη Θεσσαλία κουκουλωμένος πέτσινα ρούχα ή άλλα μασκαρέματα, σαν κι εκείνα που ρίχνουν απάνω τους οι δούλοι; Από φόβο, από άγνοια, πάσχιζε να τον κάνει να χάσει τον εαυτό του (το σχήμα το σαυτού καταλλάξας). Τί πρέπει, λοιπόν, να διαλέξει ο Σωκράτης; Τα λίγα χρόνια άχαρης ζωής που του απομένουν; Όσο γι' αυτό, δεν επιτρέπει στον εαυτό του τη λατρεία της ζωής (φιλοψυχία), γιατί ξέρει ότι η φύση τον έχει, από γεννησιμιού, καταδικάσει σε θάνατο. Ξέρει, ακόμη, ότι, όσο κι αν αποδιώχνει κανείς τη σκέψη του θανάτου, δεν μπορεί να αγνοεί ότι είναι όπως η αρρώστια: ξεχνάς ότι μασάει το κορμί σου, αλλά αυτή δεν σε ξεχνάει. Πρέπει, λοιπόν, να καταργήσει τους νόμους (νόμους τούς μεγίστoυς παραβάς) για χάρη της όποιας ζωής, ή να την προσφέρει τίμημα της πολιτικής αρετής; Να πάει με το αγαθό η με το κακό;
Κωστή Παπαγιώργη, Σωκράτης, Ο νομοθέτης που αυτοκτονεί, εκδόσεις Καστανιώτη
[σελ. 11-18, επιλογή αποσπασμάτων]
Ο θάνατος του Σωκράτη, PEYRON, Jean-François-Pierre,1787 |
Ο Νόμος εγκόσμιος βιαστής ή αναγκαίος ρυθμιστής των ανθρωπίνων;
Η σκηνή του δεσμωτηρίου υπάρχει περιθώριο να ξαναπαιχτεί - τι θεμελιώνει την — αρνητική ή θετική — στάση του πολίτη μπρος στον νόμο; Ο Σωκράτης αποκρίνεται διπλά: με τη διδασκαλία του και με την ίδια του τη στάση. Ειρωνικός και ανήξερος όταν μιλά στους μαθητές και τους δικαστές του, δείχνεται αποφασιστικός και βέβαιος αντίκρυ στον θάνατο. Πάντως, στη διασπορά τους τα σωκρατικά επιχειρήματα, με επικρατέστερο τη σκηνή του δεσμωτηρίου, διασταυρώνονται σ ένα κοινό σημείο: την αντιμετώπιση και τη συνακόλουθη αφαίρεση της σοφιστικής.
Κραδαίνοντας τον εμπειρισμό της, η σοφιστική δεν αναγνωρίζει καμιά απολυτότητα στο περιεχόμενο των αξιών και παίρνει εμφατικά το μέρος αυτού που σήμερα θα ονομάζαμε σχετικισμό. Οι αξίες δεν θεμελιώνονται σε μια υπερβατική τάξη, αλλά είναι κοινωνικές συμφωνίες, εφήμερα συμβόλαια που μπορεί, επειδή είναι τέκνα του συγκεκριμένου τόπου και χρόνου, εύκολα να ανατραπούν. Σε αντίθεση με τους νόμους, μονάχα η φύση είναι ακλόνητη.
Ζωή θηρίου το πρώτο στάδιο του ανθρώπου, θ’ αλλάξει με την τυραννική επιβολή των νόμων που κρατούν την τάξη με την απειλή της τιμωρίας και θα συμπληρωθεί με την «εφεύρεση» των θεών, οι οποίοι, σαν υπερυψωμένα πρόσωπα του νόμου, προκαλούν τον φόβο. Όχι μόνο για τα φανερά, αλλά και για τα κρυφά. Δίνοντας στον νόμο το χαρακτήρα μιας τυραννικής όσο και αναγκαίας μηχανής που πειθαναγκάζει τα άτομα, και στο λόγο το ρόλο του θηριοδαμαστή που, με το μαστίγιο της ορθής κρίσης, ημερεύει τα πάθη, η ειρηνική συνύπαρξη έρχεται σαν ακολούθημα της βίας. Η συνθήκη του πολίτη είναι πέρα για πέρα αντιφατική: συνυπάρχει, στο μέτρο που αρνείται και μάχεται ένα μέρος του εαυτού του, δηλαδή τα πάθη του. Αναγκάζεται να δεχτεί —θέσει— μια τάξη που, ανίσως δεν καταπνίγει την ίδια του τη φύση, τουλάχιστον τη φιμώνει στο όνομα της κοινότητας. Για να ζήσει αβίαστα, πρέπει να δεχτεί τη βία του νόμου — που τον προστατεύει απειλώντας τον και τον απειλεί προστατεύοντάς τον.
Μια πολιτεία που νομοθετείται από τη φύση: είναι δυνατό; Το δίκαιο του ισχυρότερου μπορεί άραγε να στήσει μια κοινωνία ανθρώπων;
Ο Σωκράτης απομακρύνεται από τους σοφιστές όχι εξαιτίας των νόμων —συνθήκη sine qua non της συλλογικής ζωής— αλλά εξαιτίας της ερμηνείας τους. Μέτρο όλων των πραγμάτων ο άνθρωπος για τον σοφιστή, καταντά υποχείριο της θείας τάξης μέσα στο κράτος δικαίου που προτείνει Σωκράτης (πάντων χρημάτων μέτρον Θεός). Αναχαιτίζοντας το δίκαιο της πυγμής, η σωκρατική βία ακολουθεί άλλο δρόμο: ο λόγος, η γνώση, οι ιδέες θεμελιώνουν τον νόμο και όχι λιγότερο «βιαστικά» από τους σοφιστές, επιβάλλουν μια απόλυτη δυϊκότητα που, με την πλήρη της μορφή, θα αναδειχθεί μέσα στη θεωρία των ιδεών.
Η μέχρις αυτοκτονίας προσήλωση του Σωκράτη στην αρετή και την αλήθεια είναι είτε η αιώνια μαρτυρία της απαρέγκλιτης τάξης του κόσμου, είτε η καταγωγική θεσμοποίηση της βίας. Αυτής που ο νόμος — θεϊκός ή ανθρώπινος— ασκεί πάνω στη ζωή, κάνοντας τα αδύνατα δυνατά για να συγκρατήσει μέσα στην τάξη, την αρμονία και την ενότητα το κοινωνικό σύμπαν, που σπαράζεται από την αταξία, τη δυσαρμονία και τη διαφορά.
Κωστή Παπαγιώργη, Σωκράτης, Ο νομοθέτης που αυτοκτονεί, εκδόσεις Καστανιώτη
[σελ. 28-33, επιλογή αποσπασμάτων]
Ο Σωκράτης σε σελτζουκικό χειρόγραφο του 13ου αι. μ.Χ., Topkapi Palace Library,Istanbul, Τουρκία |