Πρόκειται για τη δεύτερη μεγάλου μήκους δημιουργία του 52χρονου σήμερα Άγγλου σκηνοθέτη, μετά το 2017 και την ταινία «Του Θεού η Χώρα» («God's Own Country»), μια τραχιά εκδοχή του «Brokeback Mountain» του Ανγκ Λι. Ένας ομοφυλόφιλος έρωτας στην Μεγάλη Βρετανία του Brexit και των απαγορευμένων επιθυμιών, εμπνευσμένος από την προσωπική ιστορία του ίδιου του σκηνοθέτη, που αποφάσισε να αφήσει τη φάρμα του πατέρα του για να γίνει ηθοποιός.
«Μέσα από την ιστορία της έλξης δυο αντρών, ο Francis Lee μιλά για την βρετανική ταυτότητα, την οικειότητα της σαρκικής εξάρτησης, την κανονικότητα της σεξουαλικής επιλογής, και σχολιάζει την υπόκωφη αγωνία για το μέλλον, την πρακτική των σιωπηλών ομολογιών, τη συγκέντρωση στη σκληρή εργασία για να αδρανήσει το πνεύμα. Με πυξίδα τη συναισθηματική γενναιοδωρία που αναζητά ζεύγη κι όχι μονάδες, το «God’s Own Country» ορίζει ως «θεϊκή πατρίδα» (ή μήπως παράδεισο;) κάτι οικουμενικό: την αγάπη», γράφει ο Πάνος Γκένας, με αφορμή την προβολή της ταινίας στη χώρα μας.
Στη δεύτερη ταινία του, ο Francis Lee γράφει και σκηνοθετεί μια ιστορία αγάπης - όχι ένα βιογραφικό έργο, όπως δηλώνει ο ίδιος - ανάμεσα σε δυο γυναίκες στην Αγγλία του 1840. Η Mary Anning, έχοντας αφήσει πίσω τις μέρες των φημισμένων ανακαλύψεών της, ψάχνει για κοινά απολιθώματα στην κρύα, άγρια και θυελλώδη ακτή του Lyme Regis, στο Dorset της Αγγλίας. Χωρίς άλλους πόρους ζωής πλέον, αφού το ενδιαφέρον για τα απολιθώματα έχει εκλείψει, πουλάει ό,τι βρίσκει σε πλούσιους τουρίστες για να στηρίξει τον εαυτό της και την άρρωστη χήρα μητέρα της.
Saoirse Ronan as Charlotte Murchison
__________
Όταν ένας τέτοιος τουρίστας, ο Roderick Murchison, φτάνει στο Lyme στα πλαίσια μιας ευρωπαϊκής περιοδείας, εμπιστεύεται στη Mary τη φροντίδα της νεαρής συζύγου του Charlotte, για να «πάρει θαλασσινό αέρα» και να αναρρώσει από τη «μελαγχολία» μετά την απώλεια ενός παιδιού. Η Mary, της οποίας η ζωή είναι ένας καθημερινός αγώνας με τη φτώχεια, δεν μπορεί να απορρίψει την πρότασή του και την αμοιβή που τόσο έχει ανάγκη, αλλά, περήφανη και παθιασμένη με τη δουλειά της, συγκρούεται αρχικά με την ανεπιθύμητη επισκέπτρια.
Είναι δύο γυναίκες από εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Η Charlotte Murchison - την υποδύεται η Saoirse Ronan - είναι μια γυναίκα ανώτερης τάξης από το Λονδίνο, ευάλωτη όμως και θλιμμένη από την απώλεια του παιδιού και την αδιαφορία του συζύγου της. Ωστόσο, παρά το κοινωνικό χάσμα και τη διαφορετική προσωπικότητα καθεμιάς, η Mary και η Charlotte ανακαλύπτουν ότι μπορούν να προσφέρουν η μια στην άλλη μια έξοδο από τη μοναξιά και τη θλίψη. Είναι η αρχή μιας παθιασμένης ερωτικής σχέσης που τις απορροφά ολοκληρωτικά και αλλάζει αμετάκλητα την πορεία στη ζωή και των δύο.
Πορτρέτο της Mary Anning από άγνωστο καλλιτέχνη πριν από το 1842
Πηγή: Lyme Regis Museum
__________
Ποια ήταν όμως πραγματικά η Mary Anning;
«Ήταν τρία πράγματα που δεν θα θέλατε να είστε στη Βρετανία του 19ου αιώνα - ήταν γυναίκα, ανήκε στην εργατική τάξη και ήταν φτωχή», λέει η Anya Pearson, που μαζί με την 13χρονη σήμερα κόρη της Evie Swire, αγωνίζονται για να στηθεί ένα άγαλμα προς τιμήν της Mary Anning. «Ήταν μια εποχή που ακόμη και οι μορφωμένες γυναίκες δεν είχαν το δικαίωμα να κατέχουν ιδιοκτησία ή να ψηφίζουν, αλλά παρά τα εμπόδια, εκείνη μπόρεσε να κάνει όλα αυτά τα απίστευτα πράγματα.»
Η ζωή της Anning σημαδεύτηκε από κακουχίες και τραγωδίες, αλλά και από επιστημονικές πρωτιές. Διακινδύνευε συνεχώς τη ζωή της κυνηγώντας απολιθώματα και κάνοντας ανακαλύψεις που τράβηξαν την προσοχή της επιστημονικής ελίτ, παρόλο που η κοινωνική θέση και το φύλο της δεν της επέτρεψαν ποτέ να λάβει την αναγνώριση που της άξιζε.
Η Mary Anning γεννήθηκε στις 21 Μαΐου 1799 στο Lyme Regis του Dorset, μέρος αυτού που σήμερα ονομάζεται Jurassic Coast και έχει χαρακτηριστεί από την UNESCO «Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς» για τα απολιθώματα και γενικότερα για το γεωλογικό του ενδιαφέρον.
Ήταν ένα από τα δέκα παιδιά μιας φτωχής οικογένειας, της οποίας τα οκτώ πέθαναν πριν φτάσουν στην ενηλικίωση. Ενώ η Mary μεγάλωνε, βασιλιάς της Μ. Βρεττανίας ήταν ο Γεώργιος III, ο πόλεμος μεταξύ του βρετανικού και του γαλλικού στρατού του Ναπολέοντα μαινόταν και η Jane Austen είχε εκδώσει το 1811, το πρώτο της βιβλίο «Sense and Sensibility» («Λογική και ευαισθησία»).
Ως παιδί, η Mary βοηθούσε τον πατέρα της να μαζέψει απολιθώματα, τα οποία πουλούσε στο παραθαλάσσιο μαγαζί του, αλλά το 1810, όταν ήταν μόλις 11 ετών, εκείνος πέθανε από φυματίωση. Μετά το θάνατό του, για να βοηθήσει τη μητέρα της να τα βγάλει πέρα, η Anning συνέχισε να συλλέγει απολιθώματα και τα πουλούσε σε τουρίστες και συλλέκτες.
Με μηδαμινές σπουδές, η Mary Anning κατάφερε να αποκτήσει μόνη της γνώσεις γεωλογίας και ανατομίας, τεμαχίζοντας ψάρια και σουπιές, προκειμένου να κατανοεί καλύτερα τα απολιθώματα που έβρισκε.
The ichthyosaur skeleton collected by Mary Anning
Πηγή: https://oumnh.ox.ac.uk/mary-annings-ichthyosaur
_____________
Το 1811, σε ηλικία μόλις 12 ετών, η Mary ανακάλυψε έναν σκελετό 5,2 μέτρων. Εκείνη την εποχή, η γεωλογία και η παλαιοντολογία ήταν αναπτυσσόμενες επιστήμες και το «εξωπραγματικό» αυτό πλάσμα ήταν το πρώτο που μελετήθηκε από επιστήμονες και συζητήθηκε για χρόνια. Ονομάστηκε τελικά «Ichthyosaurus» - αν και τώρα γνωρίζουμε ότι δεν ήταν ούτε ψάρι ούτε σαύρα, αλλά θαλάσσιο ερπετό - και η Anning το πούλησε για £ 23, για να αγοραστεί το 1819 σε δημοπρασία από το Βρετανικό Μουσείο. Μπορεί μέχρι και σήμερα να το δει κανείς στο Oxford University Museum of Natural History.
Mary Anning's plesiosaur, Fossil Way Gallery, Natural History Museum, London
____________
Οι άντρες επιστήμονες, αν και αγόραζαν τα απολιθώματα που η Mary αποκάλυπτε, καθάριζε και ταυτοποιούσε, τις περισσότερες φορές δεν αναγνώριζαν τις ανακαλύψεις της στα επιστημονικά τους έγγραφα σχετικά με τα ευρήματα, ακόμη και όταν αναφέρονταν στο πρωτοποριακό της εύρημα του ιχθυόσαυρου. Ακόμη και η Γεωλογική Εταιρεία του Λονδίνου αρνήθηκε να την αποδεχτεί· στην πραγματικότητα, δεν δέχτηκε γυναίκες μέχρι το 1904.
Το 1828 η Anning ανακάλυψε τα πρώτα γνωστά στο Ηνωμένο Βασίλειο λείψανα ενός πτερόσαυρου, που πιστεύεται ότι είναι το μεγαλύτερο ζώο που έχει πετάξει ποτέ.
Duria Antiquior - A More Ancient Dorset
_________
Book of the Great Sea Dragons
___________
Ο Πλησιόσαυρος της Mary Anning ενέπνευσε επίσης το «Book of the Great Sea Dragons» του Thomas Hawkins, που δημοσιεύθηκε το 1840.
Η Mary Anning πέθανε από καρκίνο του μαστού το 1847. Ήταν μόλις 47 ετών και εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες παρά τις πρωτοποριακές επιστημονικές ανακαλύψεις μιας ζωής.
Lyme Regis Museum on the site of Mary Anning's birthplace
____________
Η κληρονομιά της Mary Anning
«Εάν η Mary Anning είχε γεννηθεί το 1970, θα ήταν επικεφαλής ενός τμήματος παλαιοντολογίας στο Imperial ή στο Cambridge», λέει ο David Tucker, διευθυντής του μουσείου στο Lyme Regis. «Αλλά εκείνη έπρεπε να πουλάει αυτά που έβρισκε. Έτσι, στα μουσεία, τα απολιθώματα πιστώνονταν στο όνομα του πλούσιου άνδρα που τα πλήρωσε, αντί της φτωχής γυναίκας που τα βρήκε. Αυτό δεν αφορά μόνο το φύλο· η ιστορία της επιστήμης είναι γεμάτη με παραγνωρισμένες συνεισφορές επιστημόνων της εργατικής τάξης.»
Το Μουσείο του Lyme Regis - χτισμένο στην τοποθεσία του πρώην οικογενειακού σπιτιού της Mary Anning - διοργανώνει και πραγματοποιεί τακτικά εκπαιδευτικά προγράμματα με θέμα «το κυνήγι απολιθωμάτων». Από το 2017 έχει ανοίξει στο μουσείο και νέα πτέρυγα αφιερωμένη στην ιστορία της Mary Anning.
Πάνω από 170 χρόνια μετά το θάνατό της, η ιστορία της Anning διδάσκεται πλέον στα σχολεία και μια εκστρατεία, υποστηριζόμενη από τον Sir David Attenborough, βρίσκεται σε εξέλιξη για να ανεγερθεί ένα άγαλμα προς τιμήν της. Η Evie Swire, στα 11 της, ξεκίνησε την εκστρατεία για το άγαλμα, ισχυριζόμενη ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο τα αγάλματα ανδρών με το όνομα John ήταν περισσότερα από τα αγάλματα όλων συνολικά των γυναικών. Πρόσφατα, ανατέθηκε στη γλύπτρια Denise Dutton να φιλοτεχνήσει το άγαλμα της Mary Anning, το οποίο θα στηθεί στην παραλία του Lyme Regis.
A preliminary sketch of how the statue of Mary Anning could look.
©Mary Anning Rocks
_____________
Δυο γυναίκες, ένας έρωτας
Το βλέμμα του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Francis Lee στέκεται τόσο στη σχέση, που σιγά σιγά αναπτύσσεται ανάμεσα στις δύο εντελώς διαφορετικές γυναίκες, όσο και στην ιστορία της Mary Anning, η οποία ήταν πρωτοπόρος στον τομέα της, αλλά δεν εκτιμήθηκε ποτέ στην εποχή της. Ελλείψει γραπτών στοιχείων από την εποχή της, ο Francis Lee χρειάστηκε να συμπληρώσει τα κενά εφευρίσκοντας τμήματα της ιστορίας της Mary, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης της με την Charlotte.
Από τη μια μεριά, λοιπόν, ο Francis Lee φωτίζει την Mary Anning, μια γυναίκα της εργατικής τάξης, φτωχή και αυτοδίδακτη, που κατάφερε με επινοητικότητα, θάρρος και σκληρή δουλειά, μέσα σε μια πατριαρχική, ταξική κοινωνία, να εξελιχθεί σε μια κορυφαία παλαιοντολόγο της γενιάς της.
Από την άλλη μεριά, η εμμονή του σκηνοθέτη με την οικειότητα, τις ανθρώπινες σχέσεις, το πώς λειτουργούμε σ' αυτές και πώς τις διαχειριζόμαστε, τον έσπρωξε να την εμπλέξει σ' ένα ερωτικό ρομάντζο. Αλλά σ' αυτήν την πατριαρχική κοινωνία, όπου οι γυναίκες ανήκαν σ' έναν άντρα και με δεδομένο ότι οι άντρες επιστήμονες είχαν αγνοήσει τη δουλειά της Mary Anning, αποφάσισε να της δώσει μια σχέση με γυναίκα, δίνοντας έτσι φωνή σε πολλές παρόμοιες «υποστηρικτικές διά βίου και παθιασμένες σχέσεις μεταξύ γυναικών», όπως λέει ο ίδιος σε συνεντεύξεις του.
Στην ταινία, η Mary Anning βρίσκεται στα σαράντα και - στην πραγματικότητα λίγα χρόνια πριν πεθάνει στα 47 της από καρκίνο του μαστού - ξανά φτωχή, με την πρόκληση, πέραν της επιβίωσης, να ξαναβρεί τον ενθουσιασμό της για δουλειά και να βγει από το μοναχικό της καβούκι για χάρη ενός έρωτα.
Francis Lee on the set of Ammonite with Kate Winslet. Courtesy of Neon.
____________
«Ήθελα το άνοιγμα της ταινίας να πει σχεδόν όλα όσα θα ήταν η ταινία»
Η ταινία ανοίγει με ήχους και εικόνες μιας υπηρέτριας που πλένει το πάτωμα ενός μουσείου και κλείνει με τις δύο γυναίκες στο ίδιο μουσείο, να κοιτάζονται μέσα από τα τζάμια μιας προθήκης, στην οποία εκτίθεται ο ιχθυόσαυρος, το πρώτο εύρημα της 12χρονης τότε Mary Anning, χωρίς καμία αναφορά στο όνομά της. Φόρος τιμής στους αφανείς και παραγνωρισμένους ήρωες, που όπως η Mary Anning, εργάζονται σιωπηλά για να ανακαλύψουν, να καθαρίσουν και να αναδείξουν αυτό που άλλοι θα οικειοποιηθούν, θα εκμεταλλευτούν, θα ιδιοποιηθούν· αυτό που κι εμείς θαυμάζουμε στις προθήκες ή στους τοίχους ενός μουσείου ή αίθουσας τέχνης, αγνοώντας εκείνους που κρύβονται αδιαμαρτύρητα στο σκοτάδι.
Kate Winslet as Mary Anning and Saoirse Ronan as Charlotte Murchison
_____________
Βασικό μέλημα του σκηνοθέτη σ' όλη την ταινία, είναι να εστιάσει και να φωτίσει, εκτός από την Mary Anning, όλους εκείνους τους ανθρώπους του μόχθου, που κοπιάζουν κι όμως παραμένουν αόρατοι. Μια λεπτομέρεια που αναδεικνύει αυτή την πτυχή και συνάμα αποδίδει τα εύσημα στην αγαπημένη ταινία του Francis Lee, είναι η σκηνή λίγο πριν το τέλος: ενώ η κάμερα ακολουθεί την Mary Anning καθώς βαδίζει προς το σπίτι της Charlotte στο Λονδίνο, το βλέμμα της - μαζί και το δικό μας - πέφτει σε μια υπηρέτρια που καθαρίζει το εξωτερικό σκαλί στο σπίτι που γυρίστηκε το φιλμ «Phantom Thread» (2017) του Paul Thomas Anderson, με τον Daniel Day-Lewis, στην Fitzroy Square.
Francis Lee with Kate Winslet.
Ammonite Movie Set In London
_________
Η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο στις 11 Σεπτεμβρίου 2020. Κυκλοφόρησε στην Αυστραλία στις 14 Ιανουαρίου 2021 και στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 26 Μαρτίου 2021. Εκτός απροόπτου, η ταινία θα προβληθεί μέσα στο καλοκαίρι και στην Ελλάδα.