Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Η Χαλκίδα του Σκαρίμπα, σαν χτισμένη από κιμωλία...


Χαλκίδα, της ψυχής του το κέλυφος

O Γιάννης Σκαρίμπας, μετά την πρώτη του γνωριμία με την πόλη όπου τον έφερε η στρατιωτική του θητεία, επέλεξε να ζήσει στη Χαλκίδα, την οποία αγάπησε, «τραγούδησε», «ύμνησε» και «απαθανάτισε» τόσο στο πεζογραφικό, όσο και στο ποιητικό του έργο.

Τα θέματα που αρδεύουν το λογοτεχνικό σύμπαν του Σκαρίμπα περνούν αναγκαστικά μέσα
 από την πόλη, αφού αυτή παρέχει στον συγγραφέα δυο από τα βασικότερα σύμβολα του έργου του ή δυο σημαντικές συνιστώσες του μεταφορικού του συστήματος: το λιμάνι και το σταθμό των τρένων. Κοντά σ' αυτά συλλειτουργούν προς την ίδια κατεύθυνση ξεκινώνοντας από κοινή αφετηρία διάφορα σχετικά μοτίβα: οι γλάροι, τα μουρλά νερά του Ευρίπου, το εισιτήριο, η αποβάθρα. Αυτός είναι ο ζωτικός χώρος του συγγραφέα.




Η επίμονη χρήση του τοπικού ιδιολέκτου και ο εγκιβωτισμός εγχώριων δημοτικών και λαϊκών τραγουδιών σε επτά από τα έντεκα διηγήματα της συλλογής «Καϋμοί στο Γριπονήσι» (1930), συνιστούν μια έντονη αλλά και συμβατική παρουσία της πόλης. Ωστόσο, ακόμη κι εδώ, στο μοναδικό έργο του Σκαρίμπα με ηθογραφικές αποχρώσεις, η πόλη έχει μια ιδιότυπη παρουσία. Δεν υπάρχει καμιά σκηνοθεσία της πόλης, καμιά παρατήρηση.

Μ' άλλα λόγια δεν υπάρχει περιγραφή, που συνεπάγεται αναγωγή του λογοτεχνικού υλικού στο χώρο. Αντίθετα, υπάρχει αφήγηση που σημαίνει οργάνωση του λογοτεχνικού υλικού στο χρόνο. H επιλογή της Χαλκίδας ως χώρου δράσης των περισσότερων διηγημάτων της συλλογής ισοδυναμεί με την επιλογή οποιουδήποτε άλλου χώρου, με την προϋπόθεση ότι αυτός ο χώρος με τη συγκεκριμένη φυσιογνωμία δικαιολογεί τη συμβολιστική διάσταση της γραφής. Αυτό που κυριαρχεί είναι η απόδοση του εσωτερικού τοπίου, η βυθομέτρηση της ανθρώπινης ψυχής σε καίριες εκδηλώσεις της, ενώ ο εξωτερικός χώρος θα 'λεγε κανείς ότι λειτουργεί προσχηματικά. Είναι το ιδιωτικό κέλυφος όπου εγκλωβίζεται η ανθρώπινη μοίρα.

Στο επόμενο έργο του, στο μυθιστόρημα «Μαριάμπας» (1935), ο χώρος έχει αφηρημένη διάσταση: ενώ ο αφηγητής αναφέρεται στη Χαλκίδα κατονομάζοντάς την, οι περιγραφές της πόλης είναι τόσο μεταφορικές ή αφηρημένες, ώστε να ανάγουν την πόλη σε σύμβολο. Ιδίως με την ενσωμάτωση στο μυθιστόρημα ενός γνωστού ποιήματος του Σκαρίμπα με τίτλο «Χαλκίδα», η πόλη γίνεται εσωτερικό τοπίο, ένας αδιέξοδος μοιραίος τόπος. 




«Οι πόλεις της λογοτεχνίας δεν συμπίπτουν με τις πόλεις της ιστορίας», γράφει η Λίζυ Τσιριμώκου. «Ακόμη και όταν δεν είναι “αόρατες”, φανταστικές, ακόμη δηλαδή και όταν παραπέμπουν σε κάποιον υπαρκτό χώρο, οι λογοτεχνικές πόλεις δεν αποτελούν ακριβή αντίγραφα της πραγματικότητας• μπορεί να φαίνονται επαληθεύσιμες, αλλά δεν είναι παρά αληθοφανείς».

H μόνη ιστορικοφανής παρουσία της πόλης γίνεται όταν με κάποιες ιδιαιτερότητές της συμβάλλει στη δημιουργία της ατμόσφαιρας που επιλέγει ο αφηγητής για να υπηρετήσει το εξωπραγματικό όραμά του: 

Και τράβηξε γιαλό-γιαλό το δρομάκο. Ήταν αυτός ένας δρομάκος τεφρός, σερπετός που φειδοσέρνονταν - δεντρογαλιά- μεσ' τη νύχτα. Ροχάλιζε ο Ευβοϊκός στο σκοτάδι. Βουου! ένας αέρας φυσούσε. Τότε - μονάχο βουβό σιωπηλό - σκέφτηκε ένα καράβι να πηγαίνει. Ένα καράβι που να 'χει γυάλινα πανιά και να λικνίζεται όξ' από τα όρια του κόσμου... 


Φαντασία  

Γιάννης Σκαρίμπας, Μαρία Βουμβάκη
Το τερραίν του παραδείσου ( 2006 )

Kι όλο να λες, να λες, στα θάμβη της νυκτός 
για ένα με γυάλινα πανιά πλοίο που πάει
 όλο βαθειά, όλο βαθειά, όσο που πέφτει εκτός : 
όξ απ’ τον κύκλο των νερών στα χάη.

Έξω απ’ τον κύκλο των νερών - στα χάη....

Hδη, από αυτό το έργο αρχίζει να διαφαίνεται ότι η χρήση της Χαλκίδας διαπλέκεται με την αφηγηματική τεχνική του Σκαρίμπα. 

H τεχνική αυτή εξελίσσεται στο επόμενο έργο, στο μυθιστόρημα «Το Σόλο του Φίγκαρω» (1939). Εδώ οι περιγραφές της πόλης εκτός του ότι μετουσιώνουν τη Χαλκίδα σε εσωτερικό τοπίο, όπως στον Μαριάμπα, κάποτε την ανάγουν σε ουτοπικό χώρο. H περιγραφή της Χαλκίδας, όπου υπάρχει, αυτοαναιρείται ή λειτουργεί πιο σύνθετα εφόσον αποβαίνει αφηγηματικό τέχνασμα. 

Τ' άστρα είναι στον ουρανό και τα λουλούδια στη γη, κι η Χαλκίδα κάτ' απ' τον ουρανό κι από τ' άστρα. Πάνω της λοιπόν ταξιδεύουν τα σύγνεφα. Κι εγώ είμαι από κάτω. Πορπατώ και στοχάζουμαι πως όλ' αυτά και τα πλοία - γίνονται, όσο πάει, παραμύθια.

H Χαλκίδα του Σκαρίμπα ελάχιστη σχέση έχει με τη Χαλκίδα του γεωγραφικού χάρτη.
Το μόνο που διασώζεται απ' αυτήν είναι ό,τι έχει καταθέσει στη συμβολιστική διάσταση της γραφής του Σκαρίμπα και μια ατμόσφαιρα καταλυτική για την ψυχική του ιδιοσυγκρασία. Είναι φυσικό: ο Σκαρίμπας δεν περιγράφει αλλά αφηγείται, ταξιδεύει όχι στο χώρο αλλά στο χρόνο. Ταξιδεύει στο λόγο: 


Από τη γέφυρα του Εύριπου, άμα ρωτήσεις για τα μεγάλα πουλιά, οι άνθρωποι υψώνουν το χέρι τους και σου δείχνουν το Νότο. Από εκεί έρχονται οι θερινοί υδρατμοί κι οι ορίζοντες, κι εκεί εωρίζονται -άσπιλοι- οι πέτρινοι κρίνοι των βράχων.

Πλαστές ή αληθοφανείς οι αναφορές σε χώρους της πόλης ή στην ίδια την πόλη, πρέπει να θεωρηθούν ως σημεία. Αυτό που επωμίζεται ο αναγνώστης είναι να αποκωδικοποιήσει τη σχέση σημαίνοντος και σημαινομένου και όχι λέξης και πράγματος. 

Στο έργο του Σκαρίμπα επανέρχονται φράσεις που αποκαλύπτουν έναν εραστή της γραμμής των οριζόντων, του κρύφιου δρόμου που οδηγεί έξω από τα όρια του κόσμου ή έξω απ’ τον κύκλο των νερών - στα χάη. H Χαλκίδα με τις ιδιαιτερότητές της και με την ταυτότητα της επαρχιακής πόλης του μεσοπολέμου, πιστοποιεί την υπερβατική γραφή του συγγραφέα.




Τη Xαλκίδα την είδες...

Αναζητώντας τη συνδρομή του ποιητικού έργου του Σκαρίμπα, για να εντοπίσουμε συνάφειες ή αποκλίσεις με τα παραπάνω, διαπιστώνουμε ότι η Χαλκίδα κάνει την εμφάνισή της σε εννιά από τα ογδόντα πέντε θησαυρισμένα ποιήματά του: τέσσερις φορές στην πρώτη συλλογή «Ουλαλούμ» (1936), τέσσερις φορές στη δεύτερη συλλογή «Εαυτούληδες» (1950), μια φορά στη συλλογή «Βοϊδάγγελοι» (1968) και καμιά φορά στα 12 νέα ποιήματα που προστίθενται στη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του «Απα- ντες στίχοι» (1936-1970) (1970).


Καιρός;

—; Έλλειψις θυέλλης

—; Θάλασσα παροιμιώδης

—; H Χαλκίδα - Σελήνη- θάναι καθιστή στην ουρά της σαν γάτα


Τ’ αφιγκρατά του Βραχοκάβουρα


Ο Πιερότοςαυτός ο πρίγκιπας της πλανόδιας ζωής, δεν αντλεί από την πραγματικότητα του χώρου - από τον οποίο προέρχεται, στον οποίο ποτέ δεν ανήκει και που ο ρόλος του είναι καταλυτικός- αλλά από την πραγματικότητα της φαντασίας του. H πόλη μένει ευάλωτη στην γκροτέσκα παρουσία του.

Νάν’ σπασμένοι οι δρόμοι, να φυσάει ο νότος
κι εγώ καταμονάχος και να λέω: τι πόλη! 
να μην ξέρω αν είμαι –μέσα στην ασβόλη–
ένας λυπημένος πιερότος!

Φύσαε –είπα– ο νότος κι έλεγα: Η Χαλκίδα,
ω Χαλκίδα –πόλη (έλεγα) και φέτος
ήμουν – στ' όνειρό μου είδα– Περικλέτος,
πάλι Περικλέτος ήμουν – είδα…

Έτσι ναν' σπασμένοι, να φυσά απ' το νότο
και με πίλο κλόουν να γελάς, Χαλκίδα:
Αχ, νεκρόν στο χώμα – να φωνάζεις– είδα
έναν μου ακόμη πιερότο! ...
Χαλκίδα

Σύνθεση: Σαράντης Κασσάρας (album: «Αφορισμοί», 1986)
Ποίηση: Γιάννης Σκαρίμπας
Ερμηνεία: Ρένα Βελισσαρίου

***********************************

Στο ποίημα «Έρωτας ζωγράφος», η Χαλκίδα, υποστασιοποιεί ένα βασικό μοτίβο του λογοτεχνικού κόσμου του συγγραφέα, το μοτίβο της απατηλής παρουσίας.

Στα σβηστά και στ' αμίληγα να πηγαίνω. Θα τρέμει
η Χαλκίδα - κατάρατη- ένα μάτσο πληγές,
ήσαν χρώμα τα σπίτια της, ζουγραφιές οι ανέμοι και οι δρόμοι μπογιές!
Έρωτας ζωγράφος

Μας επρόσμενε Χα!...
- τα φώτα, τα φώτα, τα φώτα - και κοιμόταν στης νύχτας τα βύθια η Χαλκίδα σβηστά

Η δεσποινίς Λ.Π.

Σύνθεση: Σαράντης Κασσάρας (album: «Αφορισμοί», 1986)
Ποίηση: Γιάννης Σκαρίμπας
Ερμηνεία: Γιάννης Θωμόπουλος

***************************************

Το μοτίβο της απατηλής παρουσίας σηματοδοτεί την ύπαρξη της πόλης και στη συλλογή «Εαυτούληδες»:

Γιαλό – Γιαλό να φεύγουμε και –άντε-
Να λέμε όλο για μάτια, όλο για μάτια
Κι εκεί – λες κομφετί μέσ’ στο λεβάντε-

Όλα μου τα γραφτά χίλια κομμάτια.


Και, σαν χτισμένη εκεί από κιμωλία,

βαθιά να χάνεται η Χαλκίδα πέρα,

μ' όλα μου ανοιγμένα τα βιβλία,

καθώς μπουλούκι γλάροι στον αέρα...
Χορός συρτός




Γιάννης Σκαρίμπας, Χρύσανθος Μουζακίτης, Νικόλας Μητσοβολέας

Από τους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού (Κέρκυρα 1981)

********************************************************************


Να 'ναι σαν να 'μουν έτοιμος. Και να 'ναι
Σαν να 'χω χάσει το εισιτήριο. Οι κάβοι
Ν’ αφροκοπάν, κι οι αφροί να το κουνάνε
Μεσ’ στους καπνούς του – όρνιο - ένα καράβι.

Κι εγώ να ψάχνουμαι εδώ χάμω. Και όλο - όλο
…το … ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ να λέω συντρόφοι ωραίοι!…
και να μην έρχεται μια βάρκα έως το μώλο
να μην φαίνωνται πουθενά οι βαρκαρέοι…

Οι βαρκαρέοι!… Το εισιτήριο!.. Να τρέμει
- ζαγάρι εντός μου - η Χαλκίδα και τα όρη.

Κι εκεί να το 'χουν συνεπάρει οι ανέμοι
Μετέωρο – μες τστις αχλές του - το βαπόρι…

Το εισιτήριο




Αποκαλυπτικό είναι το ποίημα ποιητικής «Στάδιον δόξης», όπου η Χαλκίδα παραπέμπει σε μιαν αναντιστοιχία, εφόσον υπάρχει μόνον μέσα από τη στρεβλή οπτική του ποιητικού εγώ: Οι ήρωες και οι στίχοι του ποιητή τον απομακρύνουν βίαια από τη Χαλκίδα:


... Βλέπεις μαιτρ — μου φωνάξανε— τη Χαλκίδα την είδες
όπου συ μες στα φάλτσα - σου μόνον, ήξερες ν' άρχεις;
Να τα έργα σου, οι πόθοι σου — όλοι εμείς — φασουλήδες,
να και συ θιασάρχης!...

Τι ντεκόρ ανισόρροπο που με μύτη γελοία
μαιτρ μπεκρής το σκεδίαζε στο 'να πόδι να στέκει.
ήταν κει, λες και χτίστηκε με γλαρή κιμωλία,
όρθιο η πόλη λελέκι...

Κι ως στα πάλκα η φάτσα μου γελαστή θα προβαίνει
(αχ, κι η πρόγκα — τι δόξα-μου!.,. — σ' ουρανούς θα με σύρει)
η Χαλκίδα εκεί πίσω-μου θα φαντάζει χτισμένη
σαν από —τεμπεσίρι...

Στάδιον δόξης


H τελευταία αναφορά στην πόλη γίνεται στο ποίημα «Ο Πιερότος» που συνδιαλέγεται με το ποίημα «Χαλκίδα» της πρώτης συλλογής. Εδώ επανέρχεται η εικόνα της πόλης-κλόουν, η οποία λειτουργεί ως αντίστιξη στο μοτίβο του θανάτου της πρώτης αναφοράς:


Σκέφτομαι πως θάμα έτσι ως είσαι με καπέλο κλόουν, 

ω Χαλκίδα - ως τότε -
να μου λες κλαμένη; 

Πιερότε ζήσε, ζήσε - μην πεθαίνεις, Πιερότε...
Ο Πιερότος


Πολυσήμαντη, αντισυμβατική και σύνθετη η παρουσία της Χαλκίδας στο έργο του Σκαρίμπα, είτε ως αφηγηματικό τέχνασμα της γραφής του είτε ως αυτοπροσδιορισμός του ποιητικού προσωπείου, τροφοδοτεί ποικιλοτρόπως τη φυγή, τη μεγάλη ουτοπία του μεσοπολέμου.

Κατερίνα Κωστίου, O Σκαρίμπας της Χαλκίδας ή η Χαλκίδα του Σκαρίμπα;


Αφιέρωμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, Kυριακή 6 Απριλίου 1997


Ο τάφος του Γιάννη Σκαρίμπα έξω από το τείχος της πόλης, στο κάστρο του Καράμπαμπα, αγναντεύει όλη την περιφέρεια της Χαλκίδας


Στα χέρια σου μια πόλη ανάλαφρα χορεύει.....

Για τον Σκαρίμπα

σύνθεση, στίχοι, ερμηνεία: Γιώργος Μακρής,
Α΄Αγώνες ελληνικού τραγουδιού Κέρκυρας 1981

Στα χέρια σου μια πόλη
ανάλαφρα χορεύει, 
σπασμένοι της οι δρόμοι
μόνο η Χαλκίδα ξέρει.
Στο ζαβό παλμό της την αφήνεις
κι από πρίσμα ανάποδο της κλείνεις
το μάτι σου.

Αλλήθωρες τριγκλίζουν
στα μάτια σου οι κυρίες
εκείνες που μας κλέβουν
με βαλς και με καντρίλιες.
Πως τα νύχια τους μας λες τα μπήγουν
και μαχαίρια δίκοπα πως κρύβουν
στον κόρφο τους.

Από χαρτί φιγούρες
γκριμάτσες, προφεσόροι
κι εσύ να επιμένεις
στο ξύλινό τους πόδι.
Σε ψηλά καπέλα πώς να κρύψουν
φθισικά μυαλά που όλο θα βήχουν
στα λόγια σου;

Σαν την πιο μαύρη νύχτα
μοιάζει ο μπερντές που πέφτει
και κάποιος σκάει μύτη
καμπούρης, μακρυχέρης
σκύβει και στ’ αυτί κάτι σου λέει.
Αφουγκράζομαι. Κανείς δεν βλέπει
το δάκρυ σου.




1 σχόλιο: