"μέχρι που θα φτάναμε για ό, τι αγαπάμε σε αυτόν τον κόσμο;"
Η δεύτερη τριλογία του Λαρς φον Τρίερ, «Heart of Gold», αποτελείται από τις ταινίες «Δαμάζοντας τα κύματα» (1996), «Οι ηλίθιοι» (1998) και «Χορεύοντας στο σκοτάδι» (2000). Όλες του οι ταινίες επιλέχθηκαν στο Φεστιβάλ των Κανών. Έχει τιμηθεί με το Μεγάλο Βραβείο Επιτροπής για το «Δαμάζοντας τα Κύματα» και Χρυσό Φοίνικα για το «Χορεύοντας στο σκοτάδι»
Μια από τις ελάχιστες φορές που η πιο μνημονευόμενη ταινία ενός δημιουργού είναι πραγματικά το αριστούργημά του και όχι απλώς η πιο εύπεπτη και γνωστή.
Ένας αγώνας αντοχής στην πραγματική, ανιδιοτελή αγάπη και την αυτοθυσία με sui generis στοιχεία. Καθηλωτικά εξωτερικά πλάνα, κλειστοφοβικά εσωτερικά. Ο βιασμός της ανθρώπινης αγνότητας και του όποιου «πρέπει» στα κινηματογραφικά εγχειρίδια. Η πλήρης αντίθεση ανάμεσα στο ανήμπορο σώμα του νταγκλαρά Στέλαν Σκάρσγκορντ και του Ιώβ μεταμορφωμένου στη μικροκαμωμένη Έμιλι Γουάτσον δε γνωρίζει σεβασμό προς τα επίγεια, μόνο προς τα εσωτερικά και τα ουράνια. Τον άνθρωπο, δηλαδή, στη φυσική και γυμνή από οποιαδήποτε κοινωνική υποκρισία μορφή του και στην ίδια την ουσία της ιδεατής συμπαντικής φύσης. Εκείνη δίνεται σε εκείνον ολοκληρωτικά, προσφέροντας το κορμί της σε άλλους, για να καταπραΰνει τις αγωνίες του. Ο Τρίερ με τη συγκεκριμένη ταινία μας φέρνει μπροστά στο πιο επίφοβο ερώτημα που μπορεί να μας γίνει: μέχρι που θα φτάναμε για ό, τι αγαπάμε σε αυτόν τον κόσμο;
Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος.......
Τι είναι εν τέλει το Δαμάζοντας τα κύματα; Μια ταινία για τα θαύματα; Μια ταινία για τη δύναμη της πίστης; Μια ταινία για τον έρωτα; Μια ταινία για το απόλυτο; Μια ταινία για το σχετικό;
Η Bess Mc Neill είναι κάτοικος μιας μικρής, κλειστής θρησκευόμενης κοινωνίας, στις αρχές της δεκαετίας του '70. Η Bess θεωρείται, από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός της, ιδιαίτερη περίπτωση. Υπερευαίσθητη, συγκλονίζεται από το θάνατο του αδελφού της και την κλείνουν, για κάποιο διάστημα, σε ψυχιατρείο. Το θάρρος να εκφράζει τη γνώμη της, αντιμετωπίζεται από την κοινωνία της ελαστικά και δεν της επιβάλλονται οι αυστηροί όροι που επιβάλλονται στους υπόλοιπους φοβισμένους κατοίκους. Μοναδική και μόνη, αφημένη στις δικές της ανάγκες και απαιτήσεις, ερωτεύεται τον Jan - ξένο, εργάτη στην πλατφόρμα πετρελαίου, ανοιχτά στη θάλασσα - και πείθει την καχύποπτη κοινότητα - πάντα ως ιδιαίτερη περίπτωση - να της επιτρέψει να τον παντρευτεί. Παρά τις αμφιβολίες και τις φοβίες ακόμη και των αγαπημένων της προσώπων, η Bess ευτυχεί. Ο Jan, φαίνεται, να είναι ο μόνος που έχει αντιληφθεί την τεράστια δύναμη και τη βουλιμία για ζωή της Bess.
Ώσπου, κάποια στιγμή, ο Jan παθαίνει ένα ατύχημα και μένει παράλυτος. Δεν μπορεί πλέον να εργασθεί ούτε να φύγει μακριά από την Bess. Η Bess βασανίζεται από την ενοχή ότι η δική της επιθυμία, να τον έχει κοντά της και δικό της, προκάλεσε το ατύχημα. Ενοχή που πηγάζει από την πίστη ότι έχουμε την ικανότητα και τη δύναμη να επεμβαίνουμε στις τύχες της ζωής των άλλων. Το ίδιο πιστεύει κι ο Jan για τον εαυτό του και προσπαθεί, με τον τρόπο του, να καθορίσει τη ζωή της Bess. Την παροτρύνει να πάει με άλλους άνδρες, μιας κι αυτός είναι πλέον ανίκανος να της προσφέρει τη σεξουαλική πληρότητα που την έκανε ν' ανθίζει. Η Bess αντιδρά βίαια και δεν το δέχεται παρά μόνο όταν αυτό ορίζεται ως προσωπική επιθυμία, ικανοποίηση και μοναδικός σκοπός ύπαρξης του αγαπημένου της και όχι ως θυσία του για χάρη της. Η πίστη της Bess ότι μπορεί να επέμβει και να ανατρέψει την τύχη της ζωής του Jan ξαναβρίσκει έδαφος. Θυσιάζεται για να σώσει τον Jan. Και, ενώ πεθαίνει με την αμφιβολία αν όλη αυτή η μεταφυσική μάχη άξιζε πράγματι τον κόπο, το θαύμα γίνεται και ο Jan σώνεται.
Ο νους που κινεί τους όγκους
Ο von Trier είναι εγκεφαλικός, λογικός, απόλυτος, πειραματίζεται συνέχεια και ψάχνει. Ό,τι αναγνωρίζει στη ζωή, ό,τι καταλαβαίνει γι' αυτήν, το καταθέτει. Είναι δυνατός, σαν τους μεγάλους δημιουργούς. Είναι μόνος, μοναδικός και ανυπεράσπιστος σαν τους μεγάλους δημιουργούς. Νιώθει κανείς το εύρος του, νιώθει την αγωνία του, πέρα από το θέμα με το οποίο αποφασίζει να υπάρξει και να εκφραστεί. Δεν έχει σημασία αν το πρόσχημα είναι μια σειρά φόνων μικρών κοριτσιών, ή η Γερμανία μετά τον πόλεμο, ή η Bess στη Σκοτία. Σημασία έχει η εμμονή του στην ύπνωση, στις έμμονες ιδέες, στο απόλυτο, στην ανατροπή του, που εν τέλει, καταλήγει στο σχετικό. Ζούμε απόλυτα, μέσα στη σχετικότητα. Κι αν δε ζούμε, χάνουμε το δικαίωμα της επιλογής και του λάθους. O von Trier κάνει λάθη, τα υποστηρίζει, τα αναιρεί, τα ξεπερνά και συνεχίζει. Αγωνιά, υποφέρει και το δείχνει. Βαφτίστηκε καθολικός πριν από μερικά χρόνια. Έως το 1991, όπου πεθαίνει η μητέρα του, θεωρεί τον εαυτό του Εβραίο. Η μητέρα του, λίγο πριν πεθάνει, του αποκαλύπτει ότι ο άνδρας της δεν ήταν ο πραγματικός του πατέρας. Άθεος, ψυχαναλυόμενος για χρόνια, καταφεύγει στον Καθολικισμό και βαφτίζεται. Ως άθεος, βαφτισμένος ενήλικας και σκεπτόμενος, επιλέγει, σύμφωνα με τις δυνατότητές του, τις αντοχές του και, κυρίως, μπορεί να κρίνει τις διαδικασίες και να μείνει στην ουσία.
Ο von Trier είναι εγκεφαλικός, λογικός, απόλυτος, πειραματίζεται συνέχεια και ψάχνει. Ό,τι αναγνωρίζει στη ζωή, ό,τι καταλαβαίνει γι' αυτήν, το καταθέτει. Είναι δυνατός, σαν τους μεγάλους δημιουργούς. Είναι μόνος, μοναδικός και ανυπεράσπιστος σαν τους μεγάλους δημιουργούς. Νιώθει κανείς το εύρος του, νιώθει την αγωνία του, πέρα από το θέμα με το οποίο αποφασίζει να υπάρξει και να εκφραστεί. Δεν έχει σημασία αν το πρόσχημα είναι μια σειρά φόνων μικρών κοριτσιών, ή η Γερμανία μετά τον πόλεμο, ή η Bess στη Σκοτία. Σημασία έχει η εμμονή του στην ύπνωση, στις έμμονες ιδέες, στο απόλυτο, στην ανατροπή του, που εν τέλει, καταλήγει στο σχετικό. Ζούμε απόλυτα, μέσα στη σχετικότητα. Κι αν δε ζούμε, χάνουμε το δικαίωμα της επιλογής και του λάθους. O von Trier κάνει λάθη, τα υποστηρίζει, τα αναιρεί, τα ξεπερνά και συνεχίζει. Αγωνιά, υποφέρει και το δείχνει. Βαφτίστηκε καθολικός πριν από μερικά χρόνια. Έως το 1991, όπου πεθαίνει η μητέρα του, θεωρεί τον εαυτό του Εβραίο. Η μητέρα του, λίγο πριν πεθάνει, του αποκαλύπτει ότι ο άνδρας της δεν ήταν ο πραγματικός του πατέρας. Άθεος, ψυχαναλυόμενος για χρόνια, καταφεύγει στον Καθολικισμό και βαφτίζεται. Ως άθεος, βαφτισμένος ενήλικας και σκεπτόμενος, επιλέγει, σύμφωνα με τις δυνατότητές του, τις αντοχές του και, κυρίως, μπορεί να κρίνει τις διαδικασίες και να μείνει στην ουσία.
Και η ουσία είναι ότι η Bess έχει δύναμη γιατί έχει το Θεό μέσα της. Όλοι οι άλλοι έχουν το φόβο του Θεού. Η Bess δεν μπορεί να' ναι αφελής. Η Bess έχει τα καλύτερα πλάνα, η Bess κοιτάζει το φακό, κοιτάζει το θεατή, είναι τολμηρή, δεν φοβάται κανέναν και τίποτα, ακούει μόνο τον εαυτό της και δρα κατά συνείδηση. Η Bess μπορεί και αγαπά πολύ, γιατί αγαπά στα μέτρα της.
Ο γιατρός που την αγαπά, αγαπά επίσης στα μέτρα του, αλλά αγαπά λίγο, γιατί φοβάται. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός δεν μπορεί να τη σώσει από τον θάνατο, διότι νιώθει ότι υπάρχει κάτι ισχυρότερο από αυτόν, ενώ η Bess σώζει τον Jan, θεωρώντας ότι αυτή ορίζει το παιχνίδι της ζωής και κανείς άλλος. Η Bess δεν σκέφτεται, δεν κάνει παιχνίδια, ξέρει, είναι. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στη ζωή. Όλοι μας τους έχουμε συναντήσει. Άφοβοι, ατρόμητοι, ένθεοι. Όλοι οι άλλοι είμαστε, στην καλύτερη περίπτωση, γιατροί ή Dodo και στη χειρότερη, μητέρα της Bess και γέροντες.
Μόνο η Bess ακολουθεί αυτό ακριβώς που θέλει να κάνει με πίστη, αφοσίωση και πείσμα. Οι συνέπειες, όσο οδυνηρές και να είναι, δεν είναι παρά συνέπειες, δεν είναι ο στόχος, ο σκοπός. Κι ούτε καν είναι έτσι. Δεν υπάρχει σκοπός, τα πράγματα είναι έτσι κι όχι αλλιώς. Τα δικά της συναισθήματα είναι η ουσία του κόσμου, όχι η διάθεση του άλλου. Δεν τη νοιάζει αν ο Jan την εκμεταλλεύεται, όπως της λέει ο γιατρός της. Δεν την αφορά. Αυτή τον αγαπά. Ελεύθερη μέσα στο απόλυτο, δυνατή μέσα στην πίστη της, δεν πιέζει κανέναν ενώ την πιέζουν οι πάντες, μέσα στη σχετικότητα και το φόβο των συμπερασμάτων τους. Μόνο το συναίσθημα απελευθερώνει, η αγάπη και η επιθυμία δεν είναι πίεση, πίεση είναι μόνο η κριτική. Και όλοι την κρίνουν. Και όλοι κρίνουμε τους άλλους όταν φοβόμαστε και δεν είμαστε ικανοί ή διαθέσιμοι να τους αγαπήσουμε.
Όλη την ώρα νιώθεις ότι ο von Trier είναι γυμνός σε απόλυτη έκθεση πάνω στο πανί. Θέλει μεγάλη δύναμη και αντοχή μια τέτοια πράξη. Μιλά για θέματα ταμπού σήμερα, όπως ο απόλυτος έρωτας, (ποιος τολμά σήμερα να διεκδικήσει τον απόλυτό του έρωτα, με συνέπεια και χωρίς πάθος, για έναν συνάνθρωπο;) η σχεδόν μεταφυσική δύναμή του, ή η μη εγκεφαλική προσέγγιση της ζωής, με τρόπο εντυπωσιακά σύγχρονο. Με γραφή που συνηθίζεται να χαρακτηρίζεται ψυχρή, με τολμηρότατη χρήση των νέων τεχνολογιών ...κι όποιος αντέξει.
Καθολική ανατροπή
Πέρα από την ιεροσυλία σε τεχνολογικό επίπεδο που προκαλεί, η ταινία τολμά και ανοίγεται στο συναίσθημα μ' έναν τελείως ανορθόδοξο τρόπο. Δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει, αν δεν τρομάξει, με το δημιούργημα και τον δημιουργό της. Θεωρήθηκε από μερίδα του κόσμου, νοσηρή. Γιατί άραγε; Το θέμα, είναι πρόσχημα και η κινηματογράφισή του δεν επιτρέπει συναισθηματικές ταυτίσεις και προβολές. Επιβάλλει την αποστασιοποίηση και σε υποχρεώνει σε καθαρά εγκεφαλικές διεργασίες για να παραχθεί την απόλαυση. Είναι σκληρή ταινία. Σαφώς. Αλλά είναι η ματιά της σκληρή και όχι το θέμα της.
Τι μπορεί να τρομάξει σ' αυτήν την ταινία; Αυτό που τρομάζει είναι το ξεγύμνωμα της ψυχής, που δεν έχει τίποτα το αφελές ή το εύκολο. Δεν είναι τόσο ο χαρακτήρας της Bess που μας φέρνει σε δύσκολη θέση, είναι μάλλον η σύλληψη του Lars von Trier. Είναι αυτό, το πέρα από το εγκεφαλικό, από τη γνώση, από την πληροφόρηση. Είναι το πνευματικό, ανεξάρτητα από τους κύκλους και τις πορείες που ακολουθεί ο καθένας μας για να το φτάσει. Η Bess ξέρει. Ο Lars ψάχνει. Θέτει ερωτήματα. Αλλά είναι κι αυτό επώδυνο. Σε σπρώχνει πέρα από τα όρια της γνώσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου