Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Ενότητα 3, Η κατοχή της εξουσίας δεν εγγυάται την ευτυχία

http://rogerios.files.wordpress.com/2010/05/damocles-westallpc20080120-8842a.jpg?w=450&h=573
Η "Δαμόκλειος Σπάθη", 1812 του Richard Westall. Πίνακας που παρουσιάζει τον Τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο τον Πρεσβύτερο και τον Δαμοκλή να κάθεται στον θρόνο του Διονύσιου με το σπαθί να αιωρείται πάνω από το κεφάλι του.

Ξενοφών, Ιέρων

Το έργο είναι ένας διάλογος ανάμεσα στον ποιητή Σιμωνίδη τον Κείο και τον τύραννο των Συρακουσών Ιέρωνα Α΄με θέμα την τυραννίδα. Ο ποιητής αναρωτήθηκε αν οι τύραννοι γεύονται περισσότερες ηδονές και παράλληλα θλίβονται και υποφέρουν λιγότερο από τους απλούς πολίτες. Έτσι, ο Ιέρωνας έθεσε ως βάση της σύγκρισης του τυραννικού και ιδιωτικού βίου έναν κατάλογο απολαύσεων, επιχειρώντας να δείξει ότι οι απόψεις για τον ανέφελο βίο των τυράννων αποτελούσαν απλώς προκαταλήψεις του πλήθους.
  • Οι τύραννοι στερούνται την ανιδιοτελή αγάπη και την ειλικρινή φιλία
  • Ζουν μονίμως στην ανασφάλεια που γεννά η δυσπιστία, ενώ κινδυνεύουν και από το γεγονός ότι από όλους τους δολοφόνους ο μόνος που τιμάται από τους συμπολίτες του είναι ο τυραννοκτόνος.
  • Φοβούνται τους ανδρείους, μήπως και τολμήσουν κάτι για χάρη της ελευθερίας· τους σοφούς μήπως και μηχανευτούν κάτι· τους δίκαιους, μήπως τους θελήσει το πλήθος για κυβερνήτες του. Αναγκάζονται να χρησιμοποιούν  μόνο τους άδικους, τους έκλυτους και τους δουλοπρεπείς.




Πού οφείλεται η ανάγκη για εξουσία

Όσο αντιπαθητικοί κι αν γίνονται οι αλκοολικοί της εξουσίας, της κάθε μορφής εξουσίας, μέσα στις παρέες μας, στην οικογένειά μας, στη γειτονιά μας, στο γραφείο μας, ας υποψιαστούμε πως κάτι προσπαθούν να παρηγορήσουν, να επουλώσουν, να αποκρύψουν. Έστω και τόσο ενοχλητικά. Δε μου βγαίνει από το μυαλό πως εξουσία είναι για πάρα πολλούς από εμάς το υποκατάστατο μιας στερημένης αγάπης. Πως ανάγκη για εξουσία είναι η διαστρεβλωμένη ανάγκη για αγάπη. Η έκπτωση της αγάπης, η άλλη επιλογή, η εναλλακτική «λύση» για τη στέρησή της. Θυμάστε την υπέροχη ιστορία του Ντίκενς για τον Σκρουτζ? Πρέπει με κάποιο τρόπο να μας προσέξουν, να μας εκτιμήσουν. Αφού δε μας αγαπούν, ας μας φοβηθούν τουλάχιστον. Λάθος τρόπος, δειλός τρόπος, αλλά αληθινό το δράμα από πίσω του. Είναι το υποσυνείδητο σκεπτικό του εξουσιομανή – με κάθε μορφή εξουσίας -, προκειμένου να ξεφύγει από τη μοναξιά του.


Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης, Μ. Βαμβουνάκη, σσ 152-153




Είναι εθιστική σαν ένα ναρκωτικό, αλλάζει την μορφή του εγκεφάλου πυροδοτώντας την τεστοστερόνη και την ντοπαμίνη και όταν την χάσουμε.... νιώθουμε όπως οι αλκοολικοί στην απεξάρτηση. Η εξουσία επιδρά στην εγκεφαλική λειτουργία με τρόπο θεαματικό εξηγεί ο καθηγητής Ψυχολογίας του Trinity College του Δουβλίνου Ιαν Ρόμπερτσον. Η ντοπαμίνη χαρίζει καλύτερες γνωσιακές λειτουργίες – εν ολίγοις ευστροφία και εξυπνάδα.
Η υπερβολική εξουσία ωστόσο – και η υπερβολική έκκριση ντοπαμίνης – ενέχει κινδύνους και αρνητικά αποτελέσματα επιφέροντας διαταραχή τόσο των γνωσιακών όσο και των συναισθηματικών λειτουργιών. Όπως προειδοποιεί ο κ. Ρόμπερτσον, μπορεί να οδηγήσει σε χονδροειδώς λανθασμένες κρίσεις και αποφάσεις, άγνοια κινδύνου, εγωκεντρικότητα και έλλειψη οίκτου για τους άλλους.




Ο άξιος και γνωστικός άνθρωπος αποφεύγει τους μπελάδες της εξουσίας

Στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα (346 e – 348 b) ο Σωκράτης, αντικρούοντας τα επιχειρήματα του σοφιστή Θρασύμαχου, ο οποίος ισχυρίζεται ότι «δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρότερου», λέει  «ότι κανένας δεν έχει αυτοπροαίρετα τη διάθεση να κυβερνά και να αναλαμβάνει να διορθώσει τα στραβά των αλλονών αλλά ζητάει αμοιβή, για το λόγο ότι όποιος σκοπεύει να ασκήσει σωστά την τέχνη δεν πράττει ποτέ ό,τι είναι το καλύτερο για τον εαυτό του ούτε δίνει τέτοιες εντολές ―εφόσον οι εντολές του θα είναι σύμφωνες με την τέχνη― αλλά ό,τι είναι το καλύτερο για εκείνο που έχει στην εξουσία του. Αυτή, καθώς φαίνεται, είναι η αιτία, για την οποία όσοι πρόκειται να αποφασίσουν να ασκήσουν εξουσία πρέπει να έχουν μια ανταμοιβή, είτε χρηματική είτε κάποια τιμητική διάκριση ή μια τιμωρία, αν δεν την ασκήσουν.»

Και συνεχίζει ο Σωκράτης: «Γι' αυτόν λοιπόν το λόγο, οι άξιοι άνθρωποι δεν επιδιώκουν την εξουσία ούτε για τα χρήματα ούτε για τη δόξα• γιατί ούτε πληρωμένοι θέλουν να χαρακτηριστούν, εισπράττοντας φανερά μισθό για το αξίωμα τους, ούτε κλέφτες, αποκομίζοντας κρυφά κέρδος από αυτό. Ούτε πάλι για τη δόξα• γιατί δεν είναι φιλόδοξοι. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποιος αναγκασμός γι' αυτούς και κάποια τιμωρία προκειμένου να θελήσουν να ασκήσουν εξουσία ―έτσι που σχεδόν να θεωρείται ντροπή να αναλάβει κανείς με τη θέλησή του κυβερνητικό αξίωμα προτού να εξαναγκαστεί να το πράξει―, κι η πιο μεγάλη τιμωρία εδώ είναι να τον εξουσιάζει κάποιος χειρότερός του, αφού ο ίδιος δεν θα έχει τη διάθεση να κυβερνά. Από φόβο για αυτήν ακριβώς την τιμωρία δέχονται κατά τη γνώμη μου να ασκήσουν εξουσία οι άξιοι άνθρωποι, όταν καμιά φορά συμβεί να πάρουν εξουσία στα χέρια τους, και αναλαμβάνουν τότε να κυβερνήσουν όχι με την ιδέα ότι τους περιμένει εκεί κάτι καλό η ότι θα καλοπεράσουν αλλά σαν να προχωρούν σε κάτι που είναι ανάγκη να το πράξουν και που δεν έχουν κάποιους καλύτερούς τους ή έστω όμοιους τους για να τους το αναθέσουν. Γιατί αν υπήρχε μια πολιτεία αποτελούμενη από ανθρώπους σωστούς, στην πολιτεία αυτή κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν πολυπόθητο το να αποφεύγει κανείς να κυβερνά, ακριβώς όπως τώρα είναι πολυπόθητο το να παίρνει την εξουσία στα χέρια του, και θα γινόταν έτσι ολοφάνερο ότι από τη φύση του ο αληθινός άρχοντας τω όντι δεν κοιτάζει το δικό του συμφέρον αλλά το συμφέρον του αρχομένου• κι έτσι κάθε γνωστικός άνθρωπος θα προτιμούσε να έχει αυτός όφελος από τον άλλο παρά να ωφελεί τον άλλο μπαίνοντας ο ίδιος σε μπελάδες.»

Οὐ γὰρ τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλὰ κρίνεται οὔτε τὰ ὀλίγα, ἀλλὰ πρὸς τὰς χρήσεις· Ο πλούτος και η συνακόλουθη ευχαρίστηση δεν εξαρτώνται από το πλήθος των αγαθών που έχει στην κατοχή του κάποιος αλλά από τη δυνατότητα που του παρέχουν αυτά να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του.



Το κεφάλι  είναι πάντα αχόρταγο!!!!

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πρίγκηπας που ζούσε σ΄ένα παλάτι και είχε ό,τι μπορούσε να επιθυμήσει, σαν κάθε πρίγκηπας του παραμυθιού. Το πρωί της ιστορίας μας, βλέπει να περνάει ένας ζητιάνος μ’ ένα πιατάκι και να ζητάει ελεημοσύνη. Ο πρίγκηπας στέλνει να τον φωνάξουν και είναι έτοιμος να πετάξει μερικά νομίσματα στο παράξενο κιτρινωπό πιατάκι του.

Ο ζητιάνος, όμως, τον σταματάει και του λέει: “Με συγχωρείς, άρχοντά μου, είσαι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Αν θέλεις πραγματικά να μου δώσεις ελεημοσύνη – και ομολογώ πως δεν είσαι υποχρεωμένος – δώσε μου αρκετά για να γεμίσει το πιάτο μου. Μη μου δώσεις χρήματα, αν δεν θέλεις, δώσε μου φαγητό ή ό,τι έχεις για πέταμα, δώσε μου, όμως, τόσα ώστε να γεμίσει μέχρι πάνω η γαβάθα μου. Αν δεν θέλεις άρχοντά μου, ή δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, θα προτιμούσα να περιμένεις τον επόμενο ζητιάνο για να ικανοποιήσεις την ανάγκη σου να δώσεις ελεημοσύνη”.

Μένει κατάπληκτος ο πρίγκηπας, του ‘ρχεται να τον πετάξει έξω με τις κλωτσιές, σκέφτεται όμως ότι μπορεί ο ζητιάνος να έχει κάποιο δίκιο. Αν δεν μπορεί ο πρίγκηπας να ικανοποιήσει έναν ζητιάνο, ποιος θα μπορούσε να το κάνει….

Ο πρίγκηπας χτυπάει τα χέρια κι εμφανίζονται δύο υπηρέτες μ΄ένα δίσκο ξέχειλο από δερμάτινα πουγκιά γεμάτα νομίσματα. Χωρίς να πει λέξη, αρχίζει ο πρίγκηπας ν΄αδειάζει τα νομίσματα στο πιάτο, και με έκπληξη τα βλέπει να εξαφανίζονται αμέσως στον πάτο της γαβάθας. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που συμβαίνει, όμως, αφού έχει ρίξει και τα τελευταία νομίσματα, το πιάτο είναι τόσο άδειο όσο κι όταν ήρθε ο ζητιάνος στο παλάτι.

Ο άρχοντας καλεί τον σύμβουλό του, και σε λίγο φέρνουν ένα σεντούκι γεμάτο πολύτιμα κοσμήματα απ΄ όλα τα μέρη του κόσμου. Στην αρχή με τις χούφτες, και μετά με τη βοήθεια των υπηρετών, όλοι ρίχνουν πετράδια στο πιάτο του ζητιάνου για να καταφέρουν να το γεμίσουν, έστω και για μια στιγμή…Αλλά δεν υπάρχει περίπτωση! ο κιτρινωπός πάτος της γαβάθας μοιάζει να καταπίνει αυτοστιγμή ό,τι πέφτει μέσα.

Θυμώνει ο πρίγκηπας και διατάζει να φέρουν δίσκους γεμάτους φαγητά, και γίνεται ξανά το ίδιο: το πιάτο παραμένει άδειο όπως και πριν. Ηττημένος, ο άρχοντας σταματάει τους δέκα υπηρέτες του που ακόμα ρίχνουν όλοι μαζί, ανεπιτυχώς, ψωμιά και φρούτα στο πιατάκι του ζητιάνου.

“Με νίκησες” λέει ο πρίγκηπας. “Εγώ, ο πιο ισχυρός άνθρωπος στον κόσμο, δεν μπορώ να γεμίσω το πιάτο ενός ζητιάνου. Πήρα ένα μάθημα ταπεινοφροσύνης…Σε παρακαλώ, μείνε να φας μαζί μου και πες μου που βρήκες αυτή τη μαγική γαβάθα που δεν γεμίζει ποτέ.”

“Πριν μερικούς μήνες”, του απαντάει ο ζητιάνος, “έσπασε η παλιά μου ξύλινη γαβάθα. Ψάχνοντας να βρω έναν πεσμένο κορμό δέντρου για να σκαλίσω μια καινούργια, ένα βράδυ βλέπω μπροστά μου ένα πτώμα πεταμένο στην άκρη του δρόμου. Τα ζώα είχαν καταβροχθίσει τις σάρκες του άτυχου άντρα κι απόμεινε γυμνός ο σκελετός του. Σίγουρος ότι δεν έκανα κανένα κακό, κατάφερα να δανειστώ ένα πριόνι από  κάποιους κτηνοτρόφους κι έκοψα το πάνω μέρος του κρανίου του. Το έπλυνα, κι από τότε το χρησιμοποιώ σαν πιατάκι. Αυτό που είδες, άρχοντά μου, δεν είναι κάτι μαγικό. Απλώς, αυτό το κρανίο διατηρεί ακόμα κάποιες από τις ιδιότητες που είχε όταν αποτελούσε μέρος του κεφαλιού εκείνου του ανθρώπου. Και το κεφάλι, υψηλότατε, είναι πάντα αχόρταγο!!!!”





Με δεδομένο ότι δεν είναι ποτέ δυνατόν να ικανοποιήσουμε όλες μας τις επιθυμίες – είτε είναι επιθυμία γι΄αγάπη, για σεξ, για χρήματα, για προσοχή, για ασφάλεια, για ευχαρίστηση ή για τροφή – μπορούμε να πούμε πως η ευτυχία που επιχειρούμε να ορίσουμε είναι κάτι εξ ορισμού αδύνατον.

Τα υλικά αγαθά όμως, δεν μπορούν να προσδιορίζουν την ευτυχία μας, γιατί είναι εξ ορισμού, ανεπαρκή και ανίκανα να μας προσφέρουν ικανοποίηση. Η ποσότητα της δυστυχίας ισούται με τις επιθυμίες μείον την πραγματικότητα. Όποια λοιπόν κι αν είναι η κλίμακα της δυστυχίας, εμείς ξεκινάμε αμέσως την προσπάθεια ν΄αλλάξουμε την πραγματικότητα. Είναι μια ιδέα λογική, αποτελεσματική, καταπληκτική, η οποία μας προτρέπει να δράσουμε.

Ο μόνος τρόπος για να λύσουμε αυτήν την εξίσωση ώστε να πάψει να βγάζει ένα αποτέλεσμα δυστυχίας, είναι να δουλέψουμε πάνω στην επιθυμία κι όχι μόνο πάνω στην πραγματικότητα. Γιατί, αν βελτιώσω την πραγματικότητα, αλλά μαζί μ΄αυτήν αυξηθούν αναλόγως και οι προσδοκίες μου, η δυστυχία θα παραμείνει στη θέση της.

Κάθε φορά που νοιώθουμε δυστυχισμένοι, πασχίζουμε ν΄αλλάξουμε την πραγματικότητα, να την κάνουμε να μοιάζει περισσότερο μ΄αυτό που περιμέναμε απ΄αυτήν, να πιέσουμε τα πράγματα προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση – χωρίς να σκεφτόμαστε ότι, αν αυτό που θέλουμε πραγματικά είναι να είμαστε ευτυχισμένοι, η προσπάθειά μας θα μπορούσε να είναι μάλλον εσωτερική και όχι εξωτερική, να έχει να κάνει περισσότερο με τις προσδοκίες μας παρά με την πραγματικότητα, περισσότερο μ’ αυτό που προσπαθούμε να πετύχουμε παρά μ΄αυτό που αντιμετωπίζουμε στην πραγματικότητα


 Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι, Ο Δρόμος της Ευτυχίας, Φύλλα Πορείας ΙV


Και ποιος είναι στ' αλήθεια πλούσιος;;


Λένε ότι ο Διογένης τριγυρνούσε στους δρόμους της Αθήνας ντυμένος με κουρέλια και κοιμόταν στα κατώφλια των σπιτιών
Λένε πως ένα πρωί, όταν ο Διογένης ακόμα ήταν μισοκοιμισμένος μπροστά σε μια πόρτα όπου είχε περάσει τη νύχτα του,  πέρασε από εκεί ένας πλούσιος γαιοκτήμονας.
«Καλημέρα» είπε ο άρχοντας.
«Καλημέρα» αποκρίθηκε ο Διογένης.
«Αυτή η εβδομάδα μου πήγε πολύ καλά κι ήρθα να σου δώσω αυτό το πουγκί με τα χρήματα.»
Ο Διογένης τον κοίταξε αμίλητος και συνέχισε να κάθεται  ακίνητος.
«Πάρ’ τα. Δεν είναι παγίδα. Δικά μου είναι και σου τα δίνω. Ξέρω ότι τα χρειάζεσαι περισσότερο από εμένα.» «Εσύ έχεις κι άλλα;» ρώτησε ο Διογένης.
«Και βέβαια έχω» αποκρίθηκε ο πλούσιος. «Έχω κι άλλα πολλά.»
«Και δεν θα ήθελες να είχες περισσότερα απ' όσα έχεις;» 
«Ναι, και βέβαια θα ήθελα.»
«Τότε κράτησε αυτά τα χρήματα, γιατί εσύ τα χρειάζεσαι περισσότερο από εμένα.»

Ορισμένοι διηγούνται πως ο διάλογος συνεχίστηκε κάπως έτσι:

«Ναι, όμως εσύ χρειάζεσαι φαγητό, κι αυτό απαιτεί χρήματα...»
«Έχω ήδη ένα κέρμα» είπε ο Διογένης και του το έδειξε, «και θα μου φτάσει για ένα πιάτο πλιγούρι, ίσως και για μερικά πορτοκάλια.»
«Σύμφωνοι, όμως θα πρέπει να φας κι αύριο, και μεθαύριο και την επόμενη μέρα. Αύριο πού θα βρεις λεφτά;»

«Αν εσύ με διαβεβαιώσεις, χωρίς κανένα ενδεχόμενο λάθους, ότι θα είμαι ζωντανός αύριο, τότε ίσως να πάρω τα χρήματά σου….»


Χόρχε Μπουκάι, Να σου πω μια ιστορία







Επεξεργασία του κειμένου με φύλλο εργασίας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου