Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

Ενότητα 2η, Γλώσσα- Γλώσσες και πολιτισμοί του κόσμου

Οι γλώσσες που χάνονται





Η Ευρώπη δεν μετρά μόνο τις 23 επίσημες γλώσσες της ΕΕ: οι γλώσσες της είναι πολλές εκατοντάδες και από αυτές περίπου 120 θεωρούνται κοντά στην εξαφάνιση, μια σιωπηλή απώλεια που η επιτροπή Πολιτισμού του ΕΚ συζήτησε με ειδικούς στις 20 Μαρτίου. Ο Γάλλος ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Φανσουά Αλφονσί, ο οποίος ετοιμάζει σχετική έκθεση, δέχθηκε να μας μιλήσει για το πρόβλημα.


Κάθε λίγες εβδομάδες άλλη μία γλώσσα εξαφανίζεται παγκοσμίως, εξήγησε στην ημερίδα της επιτροπής Πολιτισμού ο Κρίστοφερ Μόουζλι, υπεύθυνος για τον Ατλαντα γλωσσών που κινδυνεύουν της UNESCO, εξηγώντας ότι το σήμα κινδύνου έρχεται όταν διαπιστώνεται ότι τα παιδιά έχουν πάψει να την χρησιμοποιούν και εκείνοι που την χρησιμοποιούσαν κάποτε είτε την εγκαταλείπουν είτε χάνονται σιγά σιγά.

Πόσοι μιλούν πια ελληνικά του Πόντου, λομβαρδικά, τη γλώσσα της Πικαρδίας, ή της Πολεσίας ή ακόμα τα δυτικά σέλτερσκ της Φριζίας στη βόρειο Ολλανδία; Ελάχιστοι, στην καλύτερη περίπτωση. Κι όμως "ο γλωσσικός πλούτος βρίσκεται στην ψυχή της Ευρώπης" εξηγεί ο Γάλλος ευρωβουλευτής που θέλει να δει το ΕΚ να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην προστασία και προώθηση των γλωσσών που κινδυνεύουν: "η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκατοντάδες γλώσσες και κάθε μία είναι μέρος της ευρωπαϊκής ταυτότητας"...

Στην έκθεσή του παραθέτει όχι μόνο το πρόβλημα αλλά και θετικά παραδείγματα και ενδεχόμενες λύσεις, όπως το παράδειγμα της Φινλανδίας που έχει επτά γλώσσες που κινδυνεύουν αλλά δεν έχουν ακόμα χαθεί.

"Χωρίς σαφή στήριξη στο ευρωπαϊκό, το εθνικό και το τοπικό επίπεδο θα δούμε τη γλωσσική πολυμορφία της Ευρώπης να συνεχίσει να χάνεται στις δεκαετίες που έρχονται κι αυτό θα μας κάνει πιο φτωχούς πολιτισμικά, κοινωνικά αλλά και οικονομικά", καταλήγει.





Κάθε γλώσσα εκφράζει την ιστορία, τον πολιτισμό, την κοινωνία και την ταυτότητα του λαού που τη μιλά και καθεμία αποτελεί μοναδικό τρόπο ομιλίας για το Σύμπαν. Η απώλεια οποιασδήποτε γλώσσας είναι απώλεια και για την κοινότητα που τη χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά της και για την ανθρωπότητα. Τα τραγούδια, οι ιστορίες, οι λέξεις, οι εκφράσεις και οι γραμματικές δομές των γλωσσών, που αναπτύχθηκαν από αμέτρητες γενιές, αποτελούν τμήμα της άυλης κληρονομιάς όλης της ανθρωπότητας. Αυτά υποστηρίζει στο βιβλίο του "1.000 γλώσσες: Η παγκόσμια ιστορία ζωσών και χαμένων γλωσσών" ο Πίτερ Όστιν, επικεφαλής του τμήματος Γλωσσολογίας της βρετανικής Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών και διευθυντής του ακαδημαϊκού προγράμματος Γλωσσών υπό Εξαφάνιση. 




Έχουν μέλλον οι γλώσσες μας; 

«Ισως μια μέρα η Αγγλική να είναι η μόνη γλώσσα που θα έχει μείνει να μάθει κανείς. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι η μεγαλύτερη πνευματική καταστροφή που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης μας».  (David Crystal, Άγγλος γλωσσολόγος)

Με την κυριαρχία τής Αγγλικής στην E.E., ολιγότερο ομιλούμενες γλώσσες, όπως η Ελληνική, Δανική, Φινλανδική, Νορβηγική, Πορτογαλική κ.ά., πέρασαν στις υποχωρούσες επικοινωνιακά γλώσσες, ενώ και περισσότερο ομιλούμενες γλώσσες (Γερμανική, Γαλλική, Ιταλική, Ισπανική) έναντι τής κυριαρχίας τής Αγγλικής είναι στην πράξη γλώσσες επικοινωνιακά αποδυναμούμενες. Τέλος, σταδιακό, έστω και μακροπρόθεσμο, κίνδυνο διατρέχουν οι κακοποιούμενες γλώσσες, γλώσσες δηλαδή που οι φυσικοί ομιλητές τους εμφανίζουν έντονο λειτουργικό αναλφαβητισμό (δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα ένα απαιτητικό κείμενο, δεν μπορούν να γράψουν, να αναγνώσουν κείμενα κ.λπ.) και που η χρήση τους στην επικοινωνία είναι αισθητά υποβαθμισμένη (σε λεξιλογικό και συντακτικό επίπεδο), εμφανίζοντας αδικαιολόγητα υψηλό αριθμό δανείων από την Αγγλική. Τέτοια γλώσσα είναι, μεταξύ άλλων, η Ελληνική.

Επομένως, υπό διάφορες μορφές και σε διαφορετική έκταση, προβλήματα εξαφάνισης ή συρρίκνωσης, υποχώρησης, αποδυνάμωσης και κακοποίησης εμφανίζουν σχεδόν όλες οι φυσικές γλώσσες. Και ναι μεν ισχύει η αρχή ότι μια γλώσσα εκλείπει κυρίως όταν εξαφανισθούν πλήρως οι φυσικοί ομιλητές της αλλά και η διαδικασία τής απώλειας (ολικής, μερικής, διαφόρων τύπων και μορφών και έκτασης) πλήττει σήμερα όλες τις γλώσσες, πράγμα που επιβάλλει μια σταυροφορία και έναν αγώνα για την επιβίωσή τους.

Ας μπούμε, λοιπόν, κατευθείαν στην καρδιά τού θέματος: Έχουν μέλλον οι γλώσσες μας; Απαντώ: Ναι, υπό προϋποθέσεις.

 α) Με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει οργανωμένη-συντονισμένη ευαισθητοποίηση των πολιτών σε όσο γίνεται περισσότερες χώρες και ότι θα συνοδευθεί από έμπρακτη υποστήριξη, θεσμικού-υποχρεωτικού τύπου, η υιοθέτηση και προώθηση τής γλωσσικής πολυμορφίας, τής εκμάθησης και τής χρήσης περισσοτέρων γλωσσών πέρα από τη μητρική.

β) Ότι θα υπάρξει αγώνας να συνειδητοποιηθεί το πρόβλημα τής εξαφάνισης, ο «θάνατος των γλωσσών» που επέρχεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.

 γ) Ότι θα υπάρξει έμπρακτη καλλιέργεια τής γλωσσικής πολυμορφίας (τής πολυγλωσσίας) στην Εκπαίδευση και στην Επικοινωνία. Να μπορεί να μαθαίνει ο μαθητής στο σχολείο περισσότερες γλώσσες με δική του επιλογή (έστω και «μικρότερες», λιγότερο γνωστές γλώσσες, π.χ. την Πορτογαλική, ή και μεγαλύτερες, την Ισπανική, τη Γαλλική, τη Γερμανική). Να καθιερωθεί δε η δυνατότητα χρήσης περισσοτέρων γλωσσών σε μορφές επικοινωνίας όπως τα όργανα τής E.E., τα Συνέδρια, οι ομιλίες κ.λπ., με τη διευκόλυνση τής διερμηνείας/μετάφρασης. 

δ) Να δοθεί έμφαση στην κατάρτιση και αξιοποίηση διερμηνέων και μεταφραστών σε ποικίλες γλώσσες. Γιατί η μετάφραση είναι η άμυνα των ολιγότερο ομιλουμένων γλωσσών απέναντι στην κυριαρχία τής μίας γλώσσας, αλλά συγχρόνως και πηγή εμπλουτισμού κάθε γλώσσας με νέες λέξεις. 

ε) Να εξασφαλισθεί η καλύτερη δυνατή γνώση και χρήση τής μητρικής γλώσσας, γιατί αυτό θα βοηθήσει να παραμείνει κανείς αμετακίνητος στη γλώσσα του με αίσθημα ασφαλείας και αυτοεκτίμησης. Και μη ξεχνάμε: το κάστρο μιας γλώσσας πέφτει από μέσα. Αλώνεται εσωτερικά, με την παραμέληση, αποδυνάμωση και υποχώρηση τής γνώσης τής μητρικής γλώσσας. Όσο καλύτερα έχουμε κατακτήσει τη μητρική μας γλώσσα, τόσο μεγαλύτερες είναι οι αντοχές μας στην επίδραση και κυριαρχία μιας άλλης γλώσσας. Οι δε μικρές γλώσσες, όπως η δική μας, χρειάζονται μεγάλες αντοχές.



«Για τη σωτηρία των γλωσσών»



Το 1987 πέθανε στην Πάλα της Καλιφόρνιας μια 94χρονη, η τελευταία μιλούσε την κουπένιο. Τώρα δεν υπάρχει κανείς που να μιλάει αυτή την παλιά βορειοαμερικανική γλώσσα ούτε άλλωστε τα ματιπού, τα αμαπά, τα σκιανά, τα απιακά, τα κοϊάρι, τα γίμας... Οι ηλικιωμένοι φεύγουν, το ίδιο και οι γλώσσες: κάθε δεκαπέντε μέρες εξαφανίζεται μία - είκοσι πέντε το χρόνο. Αν δεν γίνει τίποτε, οι μισές από τις 5.000 γλώσσες που ομιλούνται σήμερα θα έχουν εξαφανιστεί σε έναν αιώνα. 
Τι μας νοιάζει όμως, αν πάψει να μιλιέται η παταξό ή η νακρεχέ; «Οι γλώσσες», εξηγεί ο Αζέζ στο γαλλικό «Λ' Εξπρές», «είναι λίγο σαν τα διάφορα είδη ζώων: ζουν, πεθαίνουν, υποκύπτουν σε επιθέσεις αρπακτικών. Και δεν είναι μόνον οι λέξεις που εξαφανίζονται μαζί με καθεμιά απ' αυτές. Εξαφανίζεται μια ιστορία, μια μνήμη, ένας τρόπος σκέψης. Λίγο από την ανθρωπιά μας». Άλλωστε, προσθέτει ο γλωσσολόγος, το φαινόμενο δεν αφορά μόνον τις ινδονησιακές ή τις αφρικανικές γλώσσες, αφορά και τις άλλες γλώσσες του πλανήτη, οι οποίες απειλούνται από τα αγγλοαμερικανικά. Πρόκειται για πραγματικό κατακλυσμό, ο οποίος συμβαίνει μέσα στη γενική αδιαφορία. 
Στο τελευταίο βιβλίο του («Halte a la mort des langues», εκδ. Odile Jacob), o Αζέζ εξηγεί πως, όταν εξαφανίζεται μια γλώσσα, δεν χάνονται μόνο κείμενα, αλλά και ένας τρόπος κατανόησης της φύσης, μια αντίληψη για τον κόσμο - φτωχαίνει συνεπώς η ανθρώπινη ευφυΐα. Συνήθως οι γλώσσες πεθαίνουν πέφτοντας θύματα μιας άλλης, κυρίαρχης γλώσσας, της γλώσσας εκείνων που έχουν την εξουσία και το χρήμα ή εκείνων που επιβάλλονται με τον στρατό, τα μέσα επικοινωνίας, το σχολείο: όταν οι Ευρωπαίοι αποίκισαν την Αμερική, οι ιεραπόστολοι δίδασκαν στους Ινδιάνους ότι ο Θεός δεν αγαπάει τις ινδιάνικες γλώσσες, επειδή είναι διαβολικές. Άλλοτε ήταν τα λατινικά που εξαφάνισαν τα ιλλυρικά, τα δακικά, τα γαλατικά• σήμερα, τα αγγλοαμερικανικά οδηγούν γλώσσες στον αφανισμό. 
Ο Αζέζ επισημαίνει πως το πρόβλημα επιδεινώνεται, επειδή οι γλώσσες που εξαφανίζονται είναι κυρίως φυλών με προφορική παράδοση και έτσι γλώσσα και λόγος χάνονται μαζί, δεν μένει τίποτε για να διατηρήσει τα ίχνη τους. «Είμαστε πιο κοντά στους κροκοδείλους απ' ό,τι πιστεύουν οι διανοούμενοι», υποστηρίζει ο Αζέζ. «Υπακούμε ακόμη στο τμήμα εκείνο του εγκεφάλου μας που παράγει τους πολέμους, τις αντιπαραθέσεις, τις εδαφικές διενέξεις κ.λπ. Η ικανότητα της γλώσσας είναι αυτή που μας διαχωρίζει από τους πιθήκους. Και οι γλώσσες μας είναι ό, τι πιο ανθρώπινο έχουμε. Είναι ένας καλός λόγος για να τις υπερασπιστεί κανείς, δεν είναι;». 

(Γ. Αγγελόπουλος, εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 14/11/2000)


Οι ψηφιακές τεχνολογίες σώζουν τις γλώσσες που χάνονται


Βανκούβερ, Καναδάς

Από το Facebook μέχρι το YouTube και τις εφαρμογές του iPhone, οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν το δυναμικό να σώσουν τις γλώσσες που απειλούνται με εξαφάνιση, ανακοίνωσαν γλωσσολόγοι σε μεγάλο συνέδριο που πραγματοποιείται στο Βανκούβερ, στο οποίο παρουσιάστηκαν μάλιστα τα λεξικά οκτώ σπάνιων γλωσσών.

«Μετατρέπουμε το ψηφιακό χάσμα σε ψηφιακή εταιρεία» είπε ο Ντέιβιντ Χάρισον, συνεργάτης του National Geographic, το οποίο χρηματοδότησε τη σύνταξη των λεξικών σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ζωντανών Γλωσσών.

Η χρήση των κοινωνικών μέσων, των SMS, ή ακόμα και του YouTube, επιτρέπει σε ιθαγενείς που μιλούν σπάνιες διαλέκτους να «επεκτείνουν την παρουσία τους, και αυτό είναι η θετική πλευρά της παγκοσμιοποίησης» πρόσθεσε.

Από τις 7.000 σύγχρονες γλώσσες σε όλο τον πλανήτη, περίπου οι μισές απειλούνται με εξαφάνιση τα επόμενα 100 χρόνια, κυρίως λόγω «των πολιτιστικών αλλαγών, της εθνικής ντροπής και της κυβερνητικής καταστολής» ανέφερε ο Χάρισον, όπως αναφέρει ο απεσταλμένος του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Από την πλευρά της, η γλωσσολόγος Μάργκαρετ Νούρι επισήμανε ότι οι απειλούμενες γλώσσες έχουν το δυναμικό να ανοίξουν παράθυρο στην παραδοσιακή γνώση.

Η Νούρι ανέφερε το παράδειγμα της γλώσσας «ανισινααμπεμόγουιν» των ιθαγενών της Αμερικής, την οποία χρησιμοποιούν σήμερα μόλις 5.000 άτομα στη Βόρειο Αμερική, λόγω και των παλαιότερων επίσημων πολιτικών για την εκρίζωσή της.

Όμως τα «ανισινααμπεμόγουιν» φαίνεται ότι γλίτωσαν την εξαφάνιση χάρη σε ακτιβιστές της γλωσσολογίας που δημιούργησαν μια ειδική σελίδα στο Facebook, μια σειρά online μαθημάτων και ένα δικτυακό τόπο με λεξικά, παραδοσιακά τραγούδια και μεταφρασμένα σύγχρονα κείμενα.

Στο συνέδριο που πραγματοποιεί η Αμερικανική Ένωση για την Επιστημονική Πρόοδο, ο οργανισμός που εκδίδει το περιοδικό Science, ο Ντέιβιντ Χάρισον παρουσίασε τα νέα λεξικά οκτώ γλωσσών που απειλούνται με εξαφάνιση:

Ματακούρ Πανάου, μια γλώσσα της Ωκεανίας την οποία χρησιμοποιούν σήμερα μόλις 600 άνθρωποι στην Παπούα Νέα Γουινέα.
Τσαμακόκο, μια γλώσσα που μιλούν περίπου 1.200 άτομα στη βόρεια Παραγουάη
Τούβαν, γλώσσα των νομάδων στη Σιβηρία και τη Μογγολία
Κελτικά
Ρέμο, Σόρα και Χο, τρεις γλώσσες της Ινδίας

http://news.in.gr


ΤΟ «ΕΛΛΗΝΙΖΕΙΝ» ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ


9 Ιουνίου 2002

ΜΠΟΡΕΙ ΆΛΛΟΙ ΝΑ ΓΚΡΙΝΙΑΖΟΥΝ για την κατάντια της γλώσσας μας » κι άλλοι να μοιρολογούν γιατί βιάζονται να πιστέψουν ότι κείται νεκρή εκεί όπου υψώνεται το ζωηρότατο σώμα της, ωστόσο ή γλώσσα συνεχίζεται, επειδή απλώς, η ζωή συνεχίζεται. Αν έχει κανείς περίεργο μάτι, μπορεί να διαπιστώσει διαβάζοντας (στην καλή λογοτεχνία, στις μεταφράσεις, στη φιλοσοφία, στη δημοσιογραφία, στα περιοδικά ειδικών επαγγελματικών ή επιστημονικών τομέων, ακόμα και στις μικρές αγγελίες, όπου ο στενός χώρος υποχρεώνει τον συντάκτη να απελευθερώσει όλη τη λεξιπλαστική του φαντασία) ότι καινούργιες λέξεις-κλαδιά ξεφυτρώνουν ανελλιπώς στον παλιό κορμό. Άλλες αντέχουν, αφομοιώνονται και γίνονται κοινές, κι άλλες εκπίπτουν γρήγορα ή μένουν εγκλωβισμένες σε κάποιο γκέτο, σε κάποια αργκό.

Κι αν έκτος από περίεργο μάτι έχει κανείς και πρόθυμο αυτί, θ’ ακούσει, από το στόμα των παιδιών, ας πούμε, κάποιες καινούργιες λέξεις που ίσως τον ξενίσουν στην αρχή, αλλά, αν το καλοσκεφτεί, θα δει ότι η παραγωγή τους δεν απιστεί στους κανόνες και ο ήχος τους δεν «πικραίνει την ακοή». Κι ακόμα κι αν δεν υιοθετήσει τα νέα «πλάσματα», ίσως καταλήξει να αποδεχτεί ότι δεν ήταν βέβαια ο λαϊκισμός εκείνος που οδήγησε δυο μάστορες του στοχασμού, τον Πλάτωνα και τον Σολωμό, να μας συστήσουν ότι πρέπει να έχουμε πάντοτε τεταμένη την προσοχή μας όταν ερχόμαστε σε επαφή με τον δήμο. «Έμάνθανε τό «ἑλληνίζειν παρά τῶν πολλῶν» μας βεβαιώνει ο πλατωνικός Σωκράτης, και ο ποιητής που τον τιμάμε σαν εθνικό ενώ περιφρονούμε τις σαφέστατες γλωσσικές του αντιλήψεις, επιμένει στον κορυφαίο Διάλογο: «Ωστόσο σου ξαναλέγω ότι ο διδάσκαλος των λέξεων είναι ο λαός».

Ο δήμος των παιδιών, λοιπόν, για τον όποιο εμείς οι ώριμοι έχουμε αποφασίσει, ερήμην του, ότι πάσχει από ανίατη λεξιπενία και από βαρύτατης μορφής ξενολατρία, συμβάλλει στη γλωσσική παραγωγή μάλλον περισσότερο απ’ ό,τι οι μονότονα οδυρόμενοι. Και συμβάλλει με τον τρόπο που αρμόζει στην ηλικία του: παιχνιδιάρικα, αυθόρμητα, ανεμπόδιστα, δηλαδή φυσικά, χωρίς να τον κατατρύχουν ιδεολογικά φαντάσματα ή φιλολογικές φοβίες. Σκαρώνει έτσι λέξεις όχι απλώς εύηχες και χαριτωμένες, αλλά σαφείς και καίριες, με την οικονομία τους και την απόλυτη συναρμογή τους με το πράγμα, την κίνηση ή την ιδιότητα που επιχειρούν να συλλάβουν και να περιγράψουν. Δεν μιλάω εδώ για τα «παιδιόπλαστα » της προσχολικής ηλικίας που δημιουργούνται κατά μόνας, από κάθε πειραματιζόμενο μπόμπιρα, αλλά για τα γλωσσικά δημιουργήματα της παιδικής μικροκοινωνίας, για τη συλλογική παραγωγή που αναπτύσσεται παντού όπου τα παιδιά παίζουν, μαλώνουν, φιλιώνουν και καλούνται να συνεννοηθούν δίνοντας ονόματα σε νέα, υλικά στοιχεία της καθημερινότητάς τους και σε νέες συμπεριφορές.

Δεν ξέρω αν οι λεξικογράφοι θα «νομιμοποιήσουν» ποτέ με το κύρος τους τη λέξη «ατομιστία» που ακούω τον τελευταίο καιρό από την πιτσιρικαρία, πάντως οι διαπληκτιζόμενοι ανήλικοι παίκτες την έχουν ήδη νομιμοποιήσει στο δικό τους γηπεδάκι. Όταν τη λένε, ξέρουν απολύτως τι εννοούν, και ξέρουν επίσης ότι οι συμπαίκτες τους την κατανοούν πλήρως (όπως κι όταν χαρακτηρίζουν «χλατσωτό» το τρίποντο, «φυλακίζοντας» σε γράμματα τον ήχο της επιτυχίας, και «άμπαλο» τον άσχετο), άρα λοιπόν ο πρωταρχικός όρος, η συνεννόηση, εκπληρώνεται απροβλημάτιστα. «Ατομιστίες», λοιπόν, διαπράττει όποιος παίρνει την μπάλα και δεν τη δίνει ούτε από το δεξί του πόδι στο αριστερό του, είναι δηλαδή οι πράξεις του ατομιστή, τις οποίες ψέγει η νεόκοπη λέξη ακόμα και διά της καταλήξεώς της. Όχι, η «ατομιστία» δεν ταυτίζεται με τον οικείο μας «ατομισμό», και δεν μπορώ να σκεφτώ ποια άλλη λέξη (και όχι περίφραση) θα μπορούσε να την αντικαταστήσει.

Έχει επίσης ό παιδικός δήμος το γνώρισμα να εξελληνίζει πιο γρήγορα απ' ό,τι ο ενήλικος που τον περιβάλλει (και εν τέλει του επιβάλλεται) τις ξένες λέξεις, όσες εκτελωνίζονται μαζί με κάθε εισαγόμενο παιγνίδι. Στη δική τους γλώσσα, τα περισσότερα δανεικά ουσιαστικά αρχίζουν να κλίνονται ελληνοπρεπώς σχεδόν εξαρχής - ενώ την ίδια ώρα εμείς οι μεγάλοι φτάνουμε να χρησιμοποιούμε άκλιτο, στον προφορικό και τον γραπτό μας λόγο, ακόμα και το Μιλάνο ή το καζίνο. Αίφνης, η μόδα των τελευταίων μηνών είναι το γιο-γιο, όχι όμως το παλιό, το απλό, παρά ένα καινούργιο, Hyper Spinner το εμπορικό όνομα του, εμπλουτισμένο με έναν μηχανισμό που επιτρέπει στον παίκτη να κάνει θαύματα. Πώς λέγονται τα θαύματα αυτά στη γλώσσα των παιδιών; «Σπινιές». Εκ του "spin", της περιστροφής. Όχι, οι « σπινιές » δεν είναι απολύτως ίδιες με τις «περιστροφές», κατά συνέπεια η νέα λεξούλα κάποια ανάγκη υπηρετεί, και την υπηρετεί καλά, και μάλλον δεν ασκεί αφόρητη βία στην ελληνική.

«Και λοιπόν. Ακόμα και το "spin", αντιδάνειο είναι, από τη «σπείρα» θα αποφανθούν οι δανειομάχοι, αρκούμενοι στην ηχητική ομοιότητα, την ίδια που τους επιτρέπει να ισχυρίζονται πως οι Ινδιάνοι Ναβάχο είναι κι αυτοί απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, ως «ναυαγοί». Και, βγάζοντας πια από τη μέση τα παιδιά, θα ξεθηκαρώσουμε τα «ενήλικα» σπαθιά μας. Το ένα σπαθί, του κοπετού, γράφει πάνω του πως η γλώσσα μας, η νέα ελληνική, πεθαίνει, πάει, πέθανε. Το άλλο σπαθί, της μεγαλομανίας, γράφει πως η μητέρα της τωρινής μας γλώσσας δεν είναι απλώς και μητέρα όλων των γλωσσών τού κόσμου αλλά «είναι γλώσσα του σύμπαντος». Ποια απόδειξη κομίζει; Μα την προφανή: «το σύμπαν έχει ελληνική ονομασία». Και μας το ’λεγαν οι αρχαίοι: ῥάβδος ἐν γωνίᾳ, ἄρα βρέχει.*

* το λέμε για συλλογισμούς με ελάχιστη λογική συνοχή, για συμπεράσματα που δεν είναι σαφές πώς προκύπτουν

Παντελής Μπουκάλας, Υποθέσεις ΙΙ, εκδόσεις Άγρα (σσ. 139-142)


"Τη γλώσσα δεν την κάνεις δική σου μαθαίνοντας γι’ αυτήν σχετικές θεωρίες. Ούτε φτάνουν η γραμματική και το συντακτικό. Αυτά μιλούν για τη γλώσσα. Την ουσία του λόγου την κατακτάς, όταν του παραδίνεσαι, όταν βυθίζεσαι στον απύθμενο θησαυρό του. Πρέπει όμως να το θελήσεις. Το είπε ο Σολωμός:

«Υποτάξου πρώτα στη γλώσ­σα του λαού σου, και, αν είσαι αρκετός κυρίεψέ την». 

Το είπε και ο Σεφέρης:

«Κανένας συγγραφέας δεν μπορεί να σταθεί, αν δεν είναι άρχοντας της γλώσσας, όχι των λεξικών ή του συνταχτικού, αλλά αυτής της ζωντανής φύσης που του μεταγγίζει κάθε στιγμή που ανασαίνει η φυλή του».

Χρίστος Τσολάκης



Γλωσσομάθεια: σημασία, προϋποθέσεις-κίνδυνοι from Georgia Dimitropoulou



ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΛΟΓΟΥ


Η Ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη, ανήκει  στις κακοποιούμενες γλώσσες", γλώσσες δηλαδή που οι φυσικοί ομιλητές τους εμφανίζουν έντονο λειτουργικό αναλφαβητισμό (δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα ένα απαιτητικό κείμενο, δεν μπορούν να γράψουν, να αναγνώσουν κείμενα κ.λπ.) και που η χρήση τους στην επικοινωνία είναι αισθητά υποβαθμισμένη (σε λεξιλογικό και συντακτικό επίπεδο). Ποια στοιχεία μαρτυρούν την υποβάθμιση της γλώσσας μας, πού οφείλεται και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό; 


Τα στοιχεία που μαρτυρούν την υποβάθμιση της γλώσσας μας είναι:

  • Η λεξιπενία και γενικότερα η συρρίκνωση του λεξιλογίου.
  • Η κακή χρήση της γραμματικής και του συντακτικού.
  • Η άκριτη χρησιμοποίηση ξένων λέξεων.
  • Η κενολογία (λόγος χωρίς ουσία, αερολογίες).
  • Η αδυναμία ακριβούς διατύπωσης των διανοημάτων.
  • Η χρησιμοποίηση ανακριβών ή εσφαλμένων λέξεων ή εκφράσεων (ακυρολεξία).
  • Η τυποποίηση λεκτικών σχημάτων.
  • Η χρήση μιας συνθηματολογικής και απλουστευτικής γλώσσας.


Τα αίτια της γλωσσικής υποβάθμισης είναι:
  • Η ανεπαρκής και τυπική διδασκαλία της γλώσσας στο σχολείο, συχνά με ξεπερασμένες μεθόδους που δημιουργούν απέχθεια στους μαθητές και οδηγούν στον παπαγαλισμό και στην αδρανοποίηση της σκέψης τους. 
  • Ο σύγχρονος τεχνοκρατισμός και η εξειδίκευση στη γνώση που προωθούνται σήμερα σε βάρος της ολόπλευρης πνευματικής καλλιέργειας του ατόμου.
  • Η αρνητική επίδραση των ΜΜΕ και κυρίως της τηλεόρασης, όπου κυριαρχεί η εικόνα σε βάρος του λόγου και συχνά παρατηρείται κακή χρήση ή υποβάθμιση του με συνέπεια την αλλοίωση του γλωσσικού αισθητήριου του τηλεθεατή.
  • Η αρνητική επίδραση του διαδικτύου, που οι χρήστες του προς χάριν της συντομίας και της γρήγορης επικοινωνίας έχουν δημιουργήσει έναν κώδικα, μια τεχνητή γλώσσα, όπου κυριαρχούν οι συντομογραφίες, η χρήση ξένων όρων αναμεμειγμένων με ελληνικούς, τα ακρωνύμια, οι παραβιάσεις των συντακτικών περιορισμών κ.λπ.
  • Η αρνητική επίδραση της διαφήμισης, που, αναζητώντας πρωτότυπους τρόπους για την προώθηση των προϊόντων, καταφεύγει σε κάθε είδους γλωσσικά τεχνάσματα, παραβιάσεις γλωσσικών κανόνων, ασυνταξίες κ.ά.
  • Τα διάφορα «ηθικά» προβλήματα της σύγχρονης εποχής, όπως η αποξένωση των ανθρώπων στα μεγάλα αστικά κέντρα, οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής, ο άμετρος καταναλωτισμός και η αποθέωση των υλικών αγαθών, που έχουν μετατρέψει την ανθρώπινη επικοινωνία σε τυπική και απρόσωπη συνδιαλλαγή που επηρεάζει αρνητικά και τη γλώσσα.
  • Η αρνητική επίδραση της πολιτικής, όπου παρατηρείται χρήση εκ μέρους των πολιτικών μιας ξύλινης και συνθηματολογικής γλώσσας για την εξυπηρέτηση κομματικών σκοπιμοτήτων και η μετατροπή της γλώσσας σε μέσο εξαπάτησης και χειραγώγησης του λαού.
  • Η πολιτιστική διείσδυση των αναπτυγμένων (οικονομικά, τεχνολογικά κ.λπ.) κρατών στη χώρα μας (επιβολή αξιών, «ξένων» προτύπων και τρόπων ζωής) στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, που επηρεάζει τον τρόπο σκέψης αλλά και τη γλώσσα των Ελλήνων.
  • Η απομάκρυνση από το λογοτεχνικό βιβλίο ως μέσο αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου.




Οι προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος της γλωσσικής υποβάθμισης συνίστανται γενικά στη συνειδητοποίηση εκ μέρους όλων μας ότι το πρόβλημα αυτό είναι πρωταρχικά θέμα παιδείας και εκπαίδευσης. Η ευθύνη, λοιπόν, για την αντιμετώπιση του βαρύνει όλους μας: την οικογένεια, το σχολείο, την πολιτεία, τα ΜΜΕ, τον καθένα προσωπικά. Έτσι: 

Η οικογένεια -κατά βάση οι γονείς- οφείλει να παρέχει στα νεαρά μέλη της -τα παιδιά- όλα εκείνα τα ερεθίσματα που είναι αναγκαία για τη γλωσσική ανάπτυξή τους. Πρώτα απ' όλα, λοιπόν, πρέπει οι ίδιοι οι γονείς να αποτελούν ένα υγιές γλωσσικό πρότυπο και στη συνέχεια να τα ωθούν σε τρόπους και ενασχολήσεις, όπως το διάβασμα λογοτεχνικών κ.ά. βιβλίων, που καλλιεργούν τις γλωσσικές τους δεξιότητες.

Το σχολείο διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη γλωσσική καλλιέργεια του ατόμου. Από τη στιγμή που η ορθή χρήση της γλώσσας δεν είναι ικανότητα έμφυτη αλλά καλλιεργήσιμη, η διδασκαλία της γλώσσας δεν πρέπει να γίνεται μηχανιστικά και αποσπασματικά, χωρίς σκοπό και μέθοδο, και μέσω μιας ακατάσχετης θεωρητικολογίας εκ μέρους των διδασκόντων, αλλά να επιδιώκει:
  • τη βιωματική επαφή του μαθητή και την εξοικείωση του με όλα τα κειμενικά είδη, κλασικά και σύγχρονα.
  • την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της ελεύθερης έκφρασης του μαθητή μέσω του γνήσιου διαλόγου με το διδάσκοντα.
  • την ορθή εκμάθηση και χρήση της γραμματικής, του συντακτικού, του λεξιλογίου μέσω κατάλληλων εγχειριδίων με σωστά οργανωμένες ασκήσεις και δραστηριότητες πολλαπλών μορφών.
  • γενικότερα την ηθοπλαστική / ανθρωπιστική θεώρηση της ζωής
Η πολιτεία οφείλει να λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα για τη βελτίωση της χρήσης της γλώσσας, με την εκπόνηση, για παράδειγμα, και τη χρηματοδότηση ειδικών στον τομέα αυτό προγραμμάτων και τη φροντίδα για την εισαγωγή τους στα σχολεία, με τη σύσταση επιτροπής από ειδικούς επιστήμονες για την οργάνωση αυτών των προγραμμάτων, με την προάσπιση της ελεύθερης έκφρασης των πολιτών (εδραίωση δημοκρατίας) κ.ά.

Τα ΜΜΕ οφείλουν να συμβάλλουν θετικά στη γλωσσική καλλιέργεια του κοινού με την κατάλληλη εκπαίδευση και επιλογή των προσώπων που ασκούν το δημοσιογραφικό λειτούργημα, με την αναβάθμιση των υπαρχόντων προγραμμάτων και τη δημιουργία εκπαιδευτικών εκπομπών σχετικών με τη γλώσσα, με τον έλεγχο του υποτιτλισμού των ξενόγλωσσων προγραμμάτων και του λόγου των διαφημίσεων κ.ά.


Κάθε πολίτης προσωπικά, συνειδητοποιώντας την ανάγκη της γλωσσικής καλλιέργειας του, οφείλει να ενδιαφερθεί έμπρακτα για γλωσσικά ζητήματα, να αποκαταστήσει μια καλή σχέση με το βιβλίο και την έντυπη πληροφόρηση ώστε να καλλιεργήσει το πνεύμα και το ήθος του, να αντισταθεί συνειδητά στον υλισμό και στον τεχνοκρατισμό της σύγχρονης εποχής που υποβαθμίζουν τη γλώσσα και, κατ' επέκταση, τη σκέψη και να επιδιώξει την ουσιαστική επικοινωνία με τους άλλους μέσω του γραπτού και προφορικού λόγου.




Πολυσημία της λέξης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου