Κολάζ: Γιώργης Παυλόπουλος, Edmund Kesting, Tanz Dore Hoyer, Dresden, 1926/1939
___________
Ο Γιώργης Παυλόπουλος γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1924 στον Πύργο Ηλείας, όπου τελείωσε το Δημοτικό και το Γυμνάσιο. Οταν ήρθε η ώρα να συνεχίσει τις σπουδές του σε ανώτατο επίπεδο, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, βρέθηκε σ’ ένα δίλημμα: έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στον εξ ιδιοσυγκρασίας ποιητή και στον αυριανό νομικό. Ο κλήρος έπεσε υπέρ της ποίησης: «Η ποίηση είναι πράξη ερωτική; Ή μήπως πράξη απόγνωσης; Ή μήπως και τα δύο;», είχε αναρωτηθεί. «Πράξη ερωτική και συνάμα πράξη απόγνωσης», είχε απαντήσει.
Ετσι, διαμόρφωσε χαμηλόφωνα το ποιητικό του σύμπαν. Τίποτα το «ποιητικό» δεν είχε και το επάγγελμά του. Εργάστηκε ως λογιστής και ως γραμματέας στο ΚΤΕΛ Ηλείας, «θάβοντας» τον ποιητή στην καθημερινότητα της επιβίωσής του. Προτίμησε τον κλειστό και απομονωμένο χώρο του «επαρχιακού» Πύργου από την πρόκληση της μεγάλης πόλης και έφυγε από τη ζωή στις 26 Νοεμβρίου του 2008, σε ηλικία 84 ετών.
Είχε την ευτυχία με την πρώτη ποιητική του συλλογή, «Το κατώγι» (1971), να στρέψει πάνω του το ενδιαφέρον του Γιώργου Σεφέρη και του Βρετανού ελληνιστή Πίτερ Λίβι, ο οποίος μετέφρασε ποιήματά του. Ο νομπελίστας ποιητής, ο οποίος είχε χτίσει φιλική σχέση με τον νεότερό του δημιουργό, είχε αποφανθεί για τη δουλειά του: «Μ’ ενδιαφέρει η ποίηση του Γ. Π. γιατί είναι αποτελεσματική χωρίς ψιμύθια. Λέγοντας "ψιμύθια", εννοώ χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, που συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν’ αγγίζουν τίποτε στο βάθος -και η ποίηση είναι, αν μπορώ να πω, έκφραση βάθους».
Ο Γιώργης Παυλόπουλος με τον Γιώργο Σεφέρη
__________
Με τα Τριαντατρία Χαϊκού η προσωπική πρωτοτυπία του Παυλόπουλου αγγίζει τις ποιητικές κορυφές. Η στιχουργική έκταση περιστέλλεται δραστικά (σύντομα λεκτικά σπαράγματα είναι τα περισσότερα χαϊκού), ενώ η συμπυκνωμένη εικόνα – έννοια αποστάζει ένα πολιτισμικό μεσογειακό βάθος. Ο Παυλόπουλος οικοδομεί έναν καινούργιο κόσμο, αυτόν της αίσθησης, και μας προσκαλεί σε ένα ποιητικό σύμπαν όπου «Όλοι χωράμε / οι ζωντανοί κι οι νεκροί / σ' ένα ποίημα» .
«Αν πράγματι με θες, θα μ’ έχεις»
1
Κρυφό μου σώμα
τα μυστικά σου μόνος
εγώ τα ξέρω.
2
Όταν χορεύει
σηκώνει τη φούστα της
να ιδώ την ελιά.
3
Πάλι το δρόμο
γυμνή στο παράθυρο
κρυφοκοιτάζει.
4
Κάπου στ’ όνειρο
σ’ άκουγα πουλάρι μου
να χλιμιντρίζεις.
5
Στις τρεις τη νύχτα
το γκαρσόνι μάς πήρε
τα δυο ποτήρια.
6
Πάνω στ’ αμόνι
μενεξές το σίδερο
του μπαλκονιού της.
7
Δυο μάτια σπαθιά
σκίζαν τα βλέφαρά του
κι έμενε γυμνή.
8
Τρεις φίλοι παίζαν
στα ζάρια το φιλί της.
Κι άλλος το πήρε.
9
Κούμαρο μέλι
κι ο κότσυφας άπληστος
ο κερομύτης.
10
Όταν κοιτάζει
στου πηγαδιού το βάθος
βλέπει τον τράγο.
11
Δες! Δυο κουνούπια
στο καψούλι της βόμπας
κάνουν έρωτα.
12
Πέθαινα λέει
και πάνω στο σώμα μου
έφεγγε η αυγή.
13
Να θέλω κι άλλο
κι άλλο ακόμη. Κι εσύ
να μη μου δίνεις.
14
Μέρα και νύχτα
με σκοινί αόρατο
κάποιος μας δένει.
15
Σπουργίτης φονιάς
σκοτώνει τον τζίτζιρα
κι αυτός τραγουδάει.
16
Σταυροί στην πλαγιά
κι η θάλασσα πιο κάτω
λάμπει στον ήλιο.
17
Άκουγα κουπιά
χωρίς να βλέπω βάρκα
μέσα στο πούσι.
18
Θάλασσα χλωμή.
Με την ψόφια ουρά της
παίζουν τα παιδιά.
19
Βαθιά στη λάσπη
αυλακιές από ρόδες
και φύλλα ξερά.
20
Πίσω απ’ τα βουνά
κάποιοι βγαίνουν τα βράδια
και μας κοιτάζουν.
21
Στον Ν.Δ.Τ.
Άχνα δε βγάζω
θαλασσινό μου αηδόνι
να σε ακούω.
22
Μικρό καράβι
στο μπουκάλι κλεισμένο
πού αρμενίζεις;
23
Νεκρός κι ο Έκτωρ.
Τρομάζει τον Όμηρο
η αναίρεσή του.
24
Ουρά παγωνιού
σε πισινό μαϊμούς
τούτος ο κόσμος.
25
Ώχου κι απόψε
δε γλιτώνεις το ξύλο
Καραγκιόζη μου.
26
Είναι οι λέξεις
στο Ψ της Ιλιάδας
ή τα τσεκούρια;
27
Είπε ο Ζήνων:
«Ουκ άρα έστιν ο τόπος».
Λες να ’ναι αλήθεια;
28
Γελάει ο λύκος.
Κάτι τού ψιθύρισε
στ’ αυτί το αρνάκι.
29
Άνθη μυγδαλιάς
πέφτουνε στον ύπνο μου.
Ποια με φίλησε;
30
Φτωχό κόκαλο
στην άμμο της ερήμου
με τόσο ύφος.
31
Το ένα σου μάτι
στο ποίημα· και τ’ άλλο
να σε δικάζει.
32
Ακίνητοι. Σαν
να φωτογραφήθηκε
η Γη για πάντα.
33
Όλοι χωράμε
οι ζωντανοί κι οι νεκροί
σ’ ένα ποίημα.
Γιώργης Παυλόπουλος, Τριαντατρία χαϊκού, Ποιήματα 1943-2008, εκδόσεις Κίχλη, 2017
"Όταν χορεύει / σηκώνει τη φούστα της / να ιδώ την ελιά."
___________
«Μικρές-μικρές αποστάξεις ενός μελαγχολικού ερωτισμού»
«Τα 33 Χαϊκού του Γιώργη Παυλόπουλου είναι μικρές-μικρές αποστάξεις από ματιές ή σκέψεις του ποιητή πάνω σε απλά, καθημερινά πράγματα, όμως σημαντικά, τα οποία παρατηρούσε με έναν μελαγχολικό ερωτισμό. Μου άρεσαν πολύ και σκέφτηκα να κάμω κάτι αλλά τα έπιανα και τ’ άφηνα, τα έπιανα και τα’ άφηνα. Τον Δεκέμβρη του 2015, δοκίμασα σχεδιάζοντας το πρώτο, το Κρυφό μου σώμα, για τέσσερις φωνές a capella. Το αποτέλεσμα με ικανοποίησε και συνέχισα απνευστί ολοκληρώνοντας δέκα χαϊκού (τα πρώτα 9 και το 13ο). Χρησιμοποίησα την τεχνική της επανάληψης (loop) για να μεγαλώσω τη φόρμα, όπως και την παράλληλη δομική της πολυτονικότητας, για να μεταφέρω τον λόγο του ποιητή μέσα από ένα ερωτοτροπικό μουσικό παιχνίδι, παράλληλο με αυτό που, όπως αντιλήφθηκα έκανε ο ίδιος, επιλέγοντας αυστηρά τις λέξεις, τα μοτίβα ή τη θεματολογία των ποιημάτων του. Μέσα σε αυτή τη διαδικασία παρεισέφρησαν τρόποι, κλίμακες, μελωδικά σχήματα και ρυθμοί από το ελληνικό τραγούδι, νεότερο ή παλαιότερο, καθώς και μουσικές ιδέες ή τεχνικές από τη σύγχρονη μουσική γλώσσα.»
Ευαγόρας Καραγιώργης
Κρυφό μου σώμα
τα μυστικά σου μόνος
εγώ τα ξέρω.
Δυο μάτια σπαθιά
σκίζαν τα βλέφαρά του
κι έμενε γυμνή.
Τρεις φίλοι παίζαν
στα ζάρια το φιλί της.
Κι άλλος το πήρε.
ΠΗΓΕΣ
- Γιώργης Παυλόπουλος, Τριαντατρία χαϊκού, Ποιήματα 1943-2008, Κίχλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου