Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Ραψωδίες Υ και Φ: α΄και β΄φάση της αριστείας του Αχιλλέα


Οι ραψωδίες Υ και Φ δεν είναι αυτοτελείς∙ αποτελούν προβαθμίδες της μεγάλης σύγκρουσης της Χ, την οποία και προετοιμάζουν, και μαζί με τη Χ συνθέτουν την τριλογία της αριστείας του Αχιλλέα. 

Ραψωδία Υ Θεομαχία  (Συμμετοχή των θεών στη μάχη)

Henri Motte "κραυγήν έσυρ’ η Αθηνά πότε στον λάκκον έξω
του τείχους, πότε οπού βροντά το κύμα στ’ ακρογιάλι."

  • Με τους πρώτους στίχους της ραψωδίας  μεταφερόμαστε στον Όλυμπο σε μια νέα, την τρίτη, συνέλευση των θεών. Ο Δίας αίρει την απαγόρευση που είχε επιβάλει στους άλλους θεούς και τους επιτρέπει να πάρουν μέρος στη μάχη. Οι θεοί χωρίζονται και κατεβαίνουν στο πεδίο της μάχης, άλλοι στο πλευρό των Αχαιών και άλλοι με το μέρος των Τρώων.


  • Ο Αχιλλέας επιθυμεί να χτυπηθεί με τον Έκτορα, αλλά ο Απόλλωνας θα σπρώξει προς το μέρος του τον Αινεία. Προτού αρχίσουν να μονομαχούν οι δύο ήρωες, σύμφωνα πάντα με την ομηρική τακτική, συζητούν μεταξύ τους, αυτοεπαινούνται και αναφέρονται στην καταγωγή τους. Ακολουθεί η σύγκρουση, αλλά την κρίσιμη στιγμή, ενώ ο Αινείας βρίσκεται σε δεινή θέση, επεμβαίνει ο Ποσειδώνας, που αν και φιλοαχαιός, τον σώζει, γιατί: 
  1. Είναι "αθώος", αφού δεν ανήκει στο γένος του Πρίαμου, που το βαραίνουν οι αδικίες τόσο του Λαομέδοντα όσο και του Πάρη.
  2. Για τις προσφορές του στους θεούς.
  3. Γιατί δεν είναι της μοίρας να πεθάνει τώρα∙ προορίζεται να συνεχίσει το γένος του Δάρδανου, μετά την αναπόφευκτη καταστροφή του γένους του Πρίαμου.

  • Ακολουθεί φοβερή σύγκρουση ανάμεσα στους δύο στρατούς, με πρωταγωνιστή τον οργισμένο Αχιλλέα, που σκοτώνει αρκετούς Τρώες. Έρχεται μάλιστα αντιμέτωπος με τον ίδιο τον Έκτορα, αλλά, τη στιγμή που ετοιμάζεται να τον κτυπήσει, επεμβαίνει ο Φοίβος και τον αρπάζει σκεπάζοντάς τον ταυτόχρονα με ομίχλη.

  • Η σύγκρουση που περιμένουμε αναβάλλεται για μιαν άλλη φορά. Η ραψωδία τελειώνει με το μανιασμένο Αχιλλέα να κυνηγά πάνω στο άρμα του τους Τρώες και να σκορπά το θάνατο σε όλο τον κάμπο.

«Και όπως σ’ ηλιόκαυτο βουνό τρανή φωτιά μανίζει
και μέσα στες βαθές λακκιές τα δένδρα καίοντ’ όλα
και ο άνεμος εδώ κι εκεί την φλόγα περιστρέφει,
τόσο και αυτός ωσάν θεός ελύσσα με την λόγχην
εδώ κι εκεί φονεύοντας, και η γη πλημμύριζ’ αίμα…….
Και πρόθυμος να δοξασθεί με νίκην ο Πηλείδης
είχε τα χέρι’ ανίκητα μ’ αίμα πηκτό βαμμένα.»
                    (Ραψ. Υ στ. 490-503, μτφρ. Ι. Πολυλά)



Ραψωδία Φ Μάχη παραποτάμιος (Μάχη στις όχθες του ποταμού Σκάμανδρου)

  • Η μάχη εξακολουθεί και πολλοί Τρώες πέφτουν νεκροί από το σπαθί του Αχιλλέα. Ανάμεσα στα θύματά του είναι ο γιος του Πρίαμου Λυκάονας και ο Αστεροπαίος, εγγονός του ποταμού Αξιού. 
  • Ο Σκάμανδρος παραπονιέται ότι έχει γεμίσει νεκρούς και δεν μπορεί να κυλήσει τα νερά του, αλλά ο Αχιλλέας του απαντά περιφρονητικά. Τότε ο ποταμός φουσκώνει τα νερά του και ορμά να τον πνίξει. Ο ήρωας σώζεται με την παρέμβαση της Αθηνάς και του Ποσειδώνα, αλλά ο Σκάμανδρος ζητάει τη συνδρομή του ποταμού Σιμόεντα• τα δυο ποτάμια πλημμυρίζουν τον κάμπο και ο Πηλείδης κινδυνεύει και πάλι. 
  • Στο δρόμο του προς την ύψιστη νίκη ο Αχιλλέας περνάει ξυστά από τον φοβερότερο θάνατο, προσθέτοντας στην επίγνωση της υπεράνθρωπης δύναμής του την πείρα της αδυναμίας του μπροστά στο θείο. Η σύγκρουσή του με τον ποταμοθεό είναι άνιση∙ ο Αχιλλέας λιποψύχησε, κινδύνεψε αλλά δεν εξοντώθηκε.
  •  Ύστερα από παράκληση της Ήρας ο Ήφαιστος συγκρούεται με τον Σκάμανδρο. Πρόκειται για την πιο πετυχημένη σύγκρουση φυσικών δυνάμεων, της φωτιάς με το νερό, την οποία ο ποιητής περιγράφει με εικόνες βιβλικής καταστροφής. Ο Σκάμανδρος δαμασμένος αναγνωρίζει την ανωτερότητα του Ήφαιστου και δηλώνει παραίτηση από την προστασία των Τρώων :
        
          Είπε και πυρ θεόφλογον ο Ήφαιστος ανάβει
στο σιάδι πρώτα κι έκαιε τα λείψανα που επλέαν
πολλά, που μες στον ποταμόν εσώριασε ο Πηλείδης.
Και όλο το σιάδι εξέρανε κι εστάθηκε η πλημμύρα.
Και όπως στεγνώνει μονομιάς νεοποτισμένον κήπον
Βορέας φθινοπωρινός, χαρά του γεωργού του,
όμοια το σιάδι εστέγνωσε και οι νεκροί καήκαν
κι έστρεψε αυτός  στον ποταμόν την φλόγα την μεγάλην.
Και οι φτελιάδες καίονταν, οι ιτιές και τα μυρίκια,
εκαίονταν η κύπερη, το βούρλο, το τριφύλλι,
που στου ωραίου ποταμού τες άκρες εβλαστούσαν.
Και μες στα βάθη επάθαιναν κι εδώ κι εκεί σκιρτούσαν
χέλια και ψάρι’ απ’ την πνοήν του πολυβούλου Ηφαίστου.
Και η δύναμις του ποταμού καιόταν, ώσπου εκείνος
φώναξε κι είπεν: «Ήφαιστε, κανείς θεός με σένα
δεν δύναται να μετρηθεί. Κι εγώ στην φλογερήν σου
φωτιά δεν αντιστέκομαι. Και παύσ’ εδώ την μάχην,
και ας διώξει ευθύς ο Αχιλλεύς τους Τρώας απ’ την πόλην.
Τι θέλω εγώ να πολεμώ και υπέρμαχος να γίνω;»
                     (Ραψωδία Φ στ. 342-360, μτφρ. Ι. Πολυλά)


Αρχείο:Achilles Xanthos Simoeis Couder decoration Louvre INV3379.jpg
«`Υδωρ ή η πάλη του Αχιλλέως εναντίον του Σκαμάνδρου και του Σιμόεντος»: διακόσμηση
 του Auguste Couder (1819) στη «Ροτόντα του Απόλλωνα», στο Ανάκτορο του Λούβρου.

Η Θεομαχία γενικεύεται με βροντές και ιαχές που κάνουν το Δία από τον Όλυμπο να γελάει για πρώτη φορά, ένδειξη ότι τα πράγματα δεν είναι σοβαρά.

Τέσσερα θεϊκά ζευγάρια συγκρούονται:

• Η Αθηνά με τον Άρη και την Αφροδίτη, η οποία σπεύδει να του ανταποδώσει τη βοήθεια που της πρόσφερε όταν την τραυμάτισε ο Διομήδης, στη ραψωδία Ε. Το ζευγάρι υφίσταται πανωλεθρία ενώ η Αθηνά και η Ήρα σαρκάζουν και γελούν με το πάθημά τους:

Είπεν, εχάρ’ η Αθηνά, κι επάνω τους εχύθη,
στα στήθη την εκτύπησε με το βαρύ της χέρι
και αυτής εδείλιασε η καρδιά, τα γόνατα εκοπήκαν,
και οι δυο κείτονταν αυτού στην γην την πολυθρέπτραν.
Τότ’ εκαυχήθ’ η Αθηνά και υπερηφάνως είπε:
«Με τούτους τώρα να’μοιαζαν όλ’ οι βοηθοί των Τρώων,
οπόταν τούτοι πολεμούν τους θωρηκτούς Αργείους
και ψυχεροί και ακλόνητοι, καθώς η Αφροδίτη
ήλθε του Άρη βοηθός στην ρώμην μου εναντία.
Θα’χαμε ρίξει προ πολλού τους πύργους της Ιλίου
και τώρα θα ησυχάζαμε εμείς απ’ τον αγώνα.».
 Είπε, κι εγλυκογέλασεν  η λευκοχέρα Ήρα.
                     (Ραψωδία Φ στ. 423-434, μτφρ. Ι. Πολυλά)




  • Ο Ποσειδώνας με τον Απόλλωνα αντιμετωπίζουν με αξιοπρέπεια ο ένας τον άλλο και τελικά δε συγκρούονται γιατί δεν αξίζει θεοί αυτοί να πολεμούν μεταξύ τους για χάρη των θνητών. Η Άρτεμη ωστόσο κατηγορεί τον Απόλλωνα για φυγομαχία, χωρίς όμως να πάρει απάντηση.
  • Η Ήρα αποπαίρνει άσχημα την Άρτεμη, την αφοπλίζει και τη χτυπάει με τα ίδια της τα βέλη.


Henri Motte, Η Ήρα αφοπλίζει την Άρτεμη

  • Ο Ερμής, ιπποτικά φερόμενος, παραχωρεί στη Λητώ το δικαίωμα να καυχηθεί ότι τον νίκησε, χωρίς καν να πολεμήσει μαζί της, αφού σέβεται τις γυναίκες του Δία.


Οι θεοί επιστρέφουν στον Όλυμπο, εκτός από τον Απόλλωνα, που, από έγνοια μην πέσει η Τροία, μπαίνει στα Πέργαμα, επισφραγίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο τη μοιραία καταστροφή της πόλης.

Η αντιπαράθεση των θεών στην τρωική πεδιάδα, εκφυλισμένη γρήγορα σε παρωδία μάχης με άφθονα κωμικά στοιχεία, πλαισιώνει την εξόρμηση του Αχιλλέα και εξυψώνει τον ίδιο τον ήρωα.
Με την αποχώρηση των θεών ο Αχιλλέας επανέρχεται στο προσκήνιο και μανιασμένος αφανίζει πάλι τους Τρώες ∙ εκείνοι τρέχουν να κλειστούν στο κάστρο. Ο Πρίαμος διευκολύνει την είσοδό τους ανοίγοντας τις καστρόπορτες, ενώ ο Απόλλωνας ενθαρρύνει τον Αγήνορα να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα. 



Ο αγώνας όμως είναι άνισος και, τη στιγμή που ο Αχιλλέας ετοιμάζεται να σκοτώσει τον Τρώα, ο Φοίβος παίρνει τη μορφή του Αγήνορα και τρέχει προς τον ποταμό. Ο Αχιλλέας παραπλανιέται και τον κυνηγά. Έτσι οι Τρώες βρίσκουν την ευκαιρία να μπουν στην πόλη. Ο ποιητής μ' αυτό τον τρόπο αδειάζει την πεδιάδα• σε λίγο θα αναμετρηθούν εκεί ο Αχιλλέας με τον Έκτορα.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου